Τετάρτη 25 Ιουνίου 2025

 

 ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

 

 

Homo socius, Homo creator[1]

*

Παναγιώτης Τζουνάκος:

Ο Άνθρωπος. Προσδιορισμός και προορισμός

&

Ο αντί-Άνθρωπος. Πολιτικός, κοινωνικός, θρησκευτικός,

 

των εκδόσεων ΙΔΙΟΜΟΡΦή, Σπάρτη 2022 και 2025 αντίστοιχα.

*

Μια πρώτη θεώρηση της πνευματικής του δημιουργίας.

Παρουσιάζει

ο Κώστας Λάμπος

Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών του Freie Universitaet Berlin, δοκιμιογράφος, claslessdemocracy@gmail.com,

 

Η τιμή, που μου έκανε ο Παναγιώτης Τζουνάκος να παρουσιάσω τα δυό βιβλία του, τον ‘Άνθρωπο (εφεξής Τζουνάκος Α) και τον αντί-Άνθρωπό του’ (εφεξής Τζουνάκος Β), γίνεται αμοιβαία, για να είναι τιμή και όχι ‘τύπος’, αλλά και χαρά διαλόγου και πνευματικής δημιουργίας. Τον ευχαριστώ επίσης γιατί μου έδωσε την ευκαιρία σε αυτόν τον φιλόξενο τόπο πολιτισμού, να βρεθώ από την θέση του πολλάκις κρινόμενου συγγραφέα στην θέση του κριτή συγγραφέα, εμπειρία πρωτόγνωρη και γόνιμη.

Με την πρώτη κιόλας ματιά ο αναγνώστης διερωτάται, αν αυτά βιβλία του Παναγιώτη Τζουνάκου, ανήκουν στην κατηγορία των λογοτεχνικών διηγημάτων, των μανιφέστων, ή των δοκιμίων. Με την δεύτερη ματιά καταλήγεις πως αυτά τα βιβλία ανήκουν και στις τρεις κατηγορίες γραφής, λόγω της ευρείας θεματολογίας, του καταγγελτικού ύφους του όντος που συνοδεύεται από προτάσεις περί του Δέοντος και της αναλυτικότητάς τους, πράγμα που τα καθιστά βιβλία χρήσιμα για όλες τις κατηγορίες αναγνωστών. Να σημειωθεί πως έχουν προηγηθεί και άλλα έργα του ίδιου συγγραφέα με τα οποία παρεμβαίνει στον δημόσιο διάλογο καταθέτοντας την αγωνία του για την πορεία του τόπου και του κόσμου. Έτσι η αγωνία του γίνεται αγώνας, αλλά και πρόσκληση για αγώνα, για μια καλύτερη Ελλάδα, για μια καλύτερη Ευρώπη, για έναν καλύτερο κόσμο και για έναν καλύτερο, πολυδιάστατο, δημιουργικό και ευτυχισμένο Άνθρωπο, κόσμημα και συνείδηση του αναρχοατελεύτητου και μεγαλοπρεπούς Σύμπαντος.

*

Το πρώτο από τα παρουσιαζόμενα σήμερα βιβλία του, με τίτλο ‘Ο Άνθρωπος’, ο συγγραφέας το αφιερώνει: «Σε όλες και όλους τους ανθρώπους που παραμένουν άνθρωποι». Έτσι ο συγγραφέας προκαταλαμβάνει τον αναγνώστη του πως, η σκέψη του θεμελιώνεται στο ιδανικό του Ουμανισμού, όπως επικράτησε να λέγεται παγκόσμια ο ανθρωπισμός, με πρωτοθεμελιωτή του, εδώ και δυόμισι χιλιάδες χρόνια, τον Πρωταγόρα: «Μέτρο όλων των πραγμάτων, όσων υπάρχουν και όπως υπάρχουν και όσων δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν, είναι ο Άνθρωπος». Με αυτόν τον τρόπο δηλώνει απερίφραστα πως ανήκει στην σχολή σκέψης, σύμφωνα με την οποία: ο Άνθρωπος είναι η απάντηση, όποια και αν είναι η ερώτηση. Ναι, αλλά το ερώτημα που βάζει ο ίδιος είναι ‘ποιος άνθρωπος;

Με το δεύτερο βιβλίο του με τον τίτλο: Ο αντί-Άνθρωπος, προσπαθεί να απαντήσει ο ίδιος σ’ αυτό το κρίσιμο ερώτημά του, αναφερόμενος στον ‘παραμορφωμένο, από το καταπιεστικό ταξικό αστικό σύστημα, άνθρωπο» (Β, σελ. 5). Αυτή η προσέγγιση, ως διαπίστωση και όχι ως αφορισμός, αποτελεί στην ουσία μια δημόσια καταγγελία όλων των συστημάτων και υποσυστημάτων, αλλά και των απάνθρωπων και καταστροφικών λειτουργιών τους, που στηρίζονται στην κοινωνική ανισότητα. Ο Παναγιώτης Τζουνάκος δεν κρύβεται και δεν σιωπά γιατί δεν φοβάται να σκέπτεται δυνατά, αλλά και υπεύθυνα γιατί γράφει και υπογράφει τις σκέψεις του, προκαλώντας τον διάλογο.

*

Η φυσική/υλιστική φιλοσοφία, που τόσο συκοφαντήθηκε από τον Πλάτωνα και συκαφαντείται ανά τους αιώνες από τους μεταφυσικούς/ιδεαλιστές στυλοβάτες της εκάστοτε εξουσίας, διδάσκει, πως οι ρίζες του ανθρώπου είναι ο ίδιος ο άνθρωπος και όχι κάποια ‘αρχέτυπη ιδέα’ και κάποιο φανταστικό μη-ον. Οι φυσικές επιστήμες και ιδιαίτερα η βιολογία διδάσκουν πως, όπως κάθε μορφή ζωής έτσι και ο άνθρωπος αποτελείται από ύλη και ενέργεια και από όλα τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται και το αναρχοατελεύτητο και μεγαλοπρεπές Σύμπαν, διδάσκουν δηλαδή ότι είμαστε αστρόσκονη. O Αριστοτέλης, πρώτος αυτός, διαπίστωσε πως, όλες οι μορφές ζωής του πλανήτη Γη κατάγονται από, τους μονοκύτταρους οργανισμούς, γεγονός που ανέλυσε διεξοδικά, με την θεωρία της εξέλιξης των ειδών και του ανθρώπου, τον 19ο αιώνα, ο Κάρολος Δαρβίνος και επιβεβαίωσε η σύγχρονη βιολογική επιστήμη με την ανακάλυψη του DNA, δηλαδή της ‘Διπλής Έλικας’, που αποκλήθηκε και ‘Μόνα Λίζα της σύγχρονης επιστήμης’. Μάλιστα ως ον, στην ανώτατη μορφή/βαθμίδα της εξέλιξης, ο Άνθρωπος έμαθε στην διαδρομή του χρόνου να σκέπτεται και δημιουργώντας πολιτείες, πολιτική και πολιτισμό, δημιουργεί ταυτόχρονα και τον εαυτό του. Στην πολιτική και τον πολιτισμό, τον οποίο ο συγγραφέας συνδέει άμεσα με την παιδεία, δίνει ιδιαίτερη σημασία γιατί τον θεωρεί, «μεγάλη αντεξουσιαστική δύναμη», […] «την οποία όμως το πολιτικό σύστημα και η άγρια κερδοσκοπική κεφαλαιοκρατία έχουν τιθασεύσει δια του ευτελισμού της παιδείας» (Β 117-118).

Οι κοινωνικές επιστήμες όμως και ιδιαίτερα οι επιστήμες του ανθρώπου διδάσκουν πως ο άνθρωπος ως κοινωνικό/πολιτικό όν παίρνει το σχήμα και τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε χωροχρονικά, δηλαδή, ιστορικά προσδιοριζόμενου, κοινωνικού σχηματισμού στο εσωτερικό του οποίου ζει. Δεδομένου, όμως, πως ο άνθρωπος δεν φυτρώνει την Άνοιξη στα λιβάδια, αλλά γεννιέται, μορφώνεται, διαμορφώνεται και μορφοποιείται στα πλαίσια κάποιου μικρού ή μεγάλου κοινωνικού συνόλου, αφού Άνθρωπος εκτός κοινωνίας δεν υπήρξε και δεν μπορεί να υπάρξει, παρά τις μπούρδες των αρνητών της κοινωνίας και των υμνητών του νοσηρού εγωιστικού ατομισμού, που στηρίζουν την εξουσία τους στην τεχνητή αντίθεση μεταξύ του Εγώ και του Εμείς, υποχρεωνόμαστε να μελετάμε τον άνθρωπο δια μέσου της κοινωνίας του και όχι ως αυθύπαρκτο ον. Με αυτήν την έννοια, κάθε ενασχόληση και ιδιαίτερα κάθε μελέτη του ανθρώπου εκτός κοινωνίας και ιστορίας, δηλαδή του ανθρώπου αφ’ εαυτού, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως απόπειρα παραπλάνησης, αν όχι ως εξουσιαστική παγίδα.

Αυτή την αντίθεση ο Παναγιώτης Τζουνάκος, την περιγράφει με τα παρακάτω λόγια: «ο νέος άνθρωπος εισέρχεται σε μια απέραντη μηχανή, τους διακόπτες της οποίας ελέγχουν οι ισχυροί της ολιγαρχίας του πλούτου. […] Οι πολιτικές και οι θρησκευτικές παρεμβάσεις, φυσικοί και μεταφυσικοί κανονισμοί ελέγχουν και προκαθορίζουν την ζωή του», (Β, 15). Λίγο παρακάτω σημειώνει: «Η κύρια διαμόρφωση της προσωπικότητας του ανθρώπου οφείλεται σε εξωτερικά ελατήρια και επιδράσεις, στην αφαίρεση του δυναμισμού και της φυσικής ορμής, στην απενεργοποίηση και εξουδετέρωση της συνείδησης με σκοπό την αλλοτρίωση», (Β, 21). Πρόκειται, δηλαδή, επισημαίνει στην συνέχεια: «για εξωτερικά εμφυτεύματα που έχουν συσσωρευτεί στον εγκέφαλό του, τα οποία πρέπει να αποβάλλει», για να μπορέσει «να βρει το νόημα και το περιεχόμενο της ύπαρξής του […] μέσα από τον μετασχηματισμό της κοινωνίας σε κοινωνία ισόρροπης κατανομής των αγαθών», (Α, 12, 13 και 20).

Προϋπόθεση, για να συμβούν αυτές οι σημαντικές για τον άνθρωπο και την κοινωνία αλλαγές, αποτελεί, κατά τον συγγραφέα, η επιστημονικά έγκυρη και κοινωνικά χρήσιμη Γνώση, δηλαδή η «γνώση εξ ανακαλύψεως και όχι η γνώση εξ αποκαλύψεως», (Α, 26) γιατί η πρώτη «οδηγεί στην επίγνωση της ύπαρξης, της θέσης και του προορισμού», (Α, 27), ενώ η δεύτερη «χωρίζει τους ανθρώπους σε εκείνους που καταπιέζουν και σκοτώνουν στο όνομα του θεού και της θρησκείας και σε εκείνους που ανεβαίνουν τα σκαλιά της εκκλησίας με τα γόνατα ή βαδίζουν χιλιόμετρα για να εκπληρώσουν κάποιο τάμα», (Α, 21), υπακούοντας, «ως κουρδισμένες μαριονέτες» (Β, 29) σε σκοταδιστικούς μύθους και εξουσιαστικές ψευδαισθήσεις. Είναι οι ίδιοι που παραμιλούν εκστασιασμένοι ως κάτοχοι της μοναδικής αλήθειας έτοιμοι να σκοτώσουν και να σκοτωθούν για μισό χαμόγελο ή και κάποιο χαρτζιλίκι του δοτού ‘μεγάλου’, ή του ψευτόμαγκα μικρού ‘αφεντικού’, και ταυτόχρονα «αυτοπροσδιορίζονται ‘δεξιοί’, ως αντί-αριστεροί, χωρίς να ξέρουν στην πραγματικότητα τι είναι, είτε ‘αριστεροί’, ως αντί-δεξιοί, που κάτι υποψιάζονται επιφανειακά και αόριστα, είτε ως ‘κεντρώοι’ με λίγο από όλα που πηγαινοέρχονται πότε από εδώ και πότε από εκεί», (Β, 45), σαν τα ‘τρελά νερά’ του Ευρίπου.

Διάχυτη, και στα δυό βιβλία, είναι η αντίληψη του συγγραφέα για τον αρνητικό ρόλο των θρησκειών, των Εκκλησιών και των θρησκευτικών ιερατείων, και ιδιαίτερα της ‘μαφίας με τα μαύρα’, στην διαμόρφωση της προσωπικότητας και της ζωής του ανθρώπου, επειδή συνειδητά και σκόπιμα «τον απομακρύνουν από την Φύση του και τον παραδίδουν έρμαιο και αδύναμο στα θηρία της ποδηγέτησης και εκμετάλλευσης» (Α, 97) και για να μην τους ξεφύγει κανείς «τους φορτώνουν όλους με το υποτιθέμενο ‘προπατορικό αμάρτημα’ που τους κρατά όλους και εσαεί γονυπετή κατασκευάσματα μπροστά στον ‘πλάστη’ και αφέντη τους», (Α, 97).

Ο συγγραφέας τεκμηριώνει τις απόψεις του με επιχειρήματα που ανατρέπουν όλους τους έωλους ισχυρισμούς των θρησκευτικών δογμάτων γύρω από την υποτιθέμενη αξία των λεγόμενων ‘ιερών μυστηρίων’ και ‘θαυμάτων’ που δεν εξηγούνται ούτε με την λογική, ούτε και με την επιστήμη. Έτσι υπογραμμίζοντας την δολιότητα του νηπιοβαπτισμού, δια του οποίου εγγράφουν, στους καταλόγους της κυρίαρχης κρατικής, ή της ‘επικρατούσας’, θρησκείας, νήπια που δεν έχουν ακόμα την ικανότητα να κρίνουν, να συγκρίνουν και να πάρουν μια τόσο σημαντική για την ζωή τους απόφαση, όπως το σε ποιο δόγμα, ή σε ποια ιδεολογία  θα ανήκουν ή δεν θα ανήκουν. Η ψυχολογία του βάθους κρίνει πως, το απρόσμενο και ακατανόητο σοκ εξαιτίας της βίαιης κατάδυσης των νηπίων στο νερό από έναν τεραστίων, για το νήπιο, διαστάσεων γενειοφόρο που μουρμουρίζει ακαταλαβίστικα λόγια, με ένα τσούρμο περίεργων και άγνωστων προσώπων γύρω του, αναπόφευκτα τους προκαλούν φόβο με αντίστοιχες αρνητικές μέχρι τραυματικές συνέπειες για όλη την μετέπειτα ζωή τους. Κατακρίνει και καταδικάζει την υποκρισία που κρύβεται πίσω από όλα αυτά τα ‘θρησκευτικά καμώματα’, όπως λ. χ. αυτό της αφής του λεγόμενου ‘Αγίου Φωτός’, το οποίο, όπως αφοπλιστικά ομολογεί ο Ισίδωρος, ο σκευοφύλακας του λεγόμενου ‘Παναγίου Τάφου’, «Εγώ το ανάβω. Με έναν αναπτήρα, τι άλλο;» (Α. 153), ενώ το ‘ποίμνιο’ πιστεύει πως το άναμμα το κάνει το ‘Άγιο Πνεύμα’, ή ότι αυτό κάποια μυστηριώδη μεταφυσική δύναμη. Η ειρωνεία του πράγματος συνίσταται στο γεγονός πως ακόμα και κάποιοι τάχα προοδευτικοί πολιτικάντηδες όταν είναι στην αντιπολίτευση ρωτούν ειρωνικά αν το λεγόμενο ‘Άγιο Φως κάνει δηλώσεις’, όταν οι αντίπαλες κυβερνήσεις το υποδέχονται στο αεροδρόμιο ‘με τιμές αρχηγού κράτους’, αλλά όταν οι ίδιοι γίνονται κυβέρνηση παίζουν ακριβώς το ίδιο θέατρο, ‘για μια χούφτα ‘κουκιά’, γιατί ως κουκιά αντιμετωπίζουν τον ‘όχλο’ οι μεν, τις ‘μάζες’ οι δε, όπως αρέσκονται να αποκαλούν την κοινωνία. Θαύματα, όμως δεν κάνουν τα θρησκευτικά και τα πολιτικά σκιάχτρα, αλλά οι επιστήμες και οι λειτουργοί τους, όταν βέβαια οι εκάστοτε εξουσίες τούς το επιτρέπουν, αφού, όπως είναι σε όλους μας γνωστό οι δεήσεις και οι προσευχές δεν θεραπεύουν, ούτε την ανοησία των αγυρτών, εκτός από το ότι παραπλανούν απαίδευτους και αφελείς, των οποίων την ζωή λεηλατούν από κοινού και σε αγαστή συνεργασία τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία.

Ο συγγραφέας καταλήγει, μετά την αναλυτική προσέγγιση όλων αυτών των σκοταδιστικών μύθων και των εξουσιαστικών ιδεολογιών στο συμπέρασμα πως «οι πηγές της θρησκείας δεν βρίσκονται στον ουρανό, αλλά εδώ στην Γη», (Α. 163) και «η ηθική δεν είναι κάτι αφηρημένο, αόριστο και γενικό που ο καθένας μπορεί να το ερμηνεύει κατά πως τον βολεύει και δεν υπάρχει επειδή αναφέρεται στα θρησκευτικά βιβλία, ή διδάσκεται από θρησκευτικές αυθεντίες, αλλά εκπορεύεται από τις ανάγκες των ίδιων των ανθρώπων που αποφασίζουν για το δίκαιο και για το άδικο με κρίση και θέση που προκύπτουν από τις πάγιες αλήθειες της κοινωνικής ισορροπίας, του ανθρωπισμού και του πολιτισμού», (Α, 223).

Ο Παναγιώτης Τζουνάκος αρνούμενος, «το παραμύθι για τους ανθρώπους που φοβούνται το σκοτάδι», (Α, 314), καθώς επίσης και «την στείρα, κενή, και παράφορη, αλλά και ψευδή και τυφλή υπερβατικότητα», (Α, 316), παίρνει θέση και στο θέμα του σκοπού της ύπαρξης και της ζωής του ανθρώπου σε συνθήκες ακραίων κοινωνικών ανισοτήτων και υψηλής αβεβαιότητας και θεωρεί πως αυτός ξεκινά από την επιβίωση, την συμβίωση, την βελτίωση των όρων ύπαρξης και ζωής, ώστε με την δημιουργική συνεργασία να καταλήξει στην κοινωνική ευτυχία, στην οποία εμπεριέχεται και η ατομική ευτυχία, (Α, 305 κ. επ.), πράγμα που δεν συμβαίνει αν ο καθένας κυνηγάει την ατομική του ευτυχία σε βάρος της ευτυχίας των άλλων, οπότε το τελικό αποτέλεσμα είναι η καθολική δυστυχία, ακόμα και των εξουσιαστών που ζουν με τον εφιάλτη της αφύπνισης των ανά τους αιώνες σκλάβων. Για την ορθότητα αυτής της προσέγγισης, σας καλώ να αναλογιστούμε αναφορικά με τον σκοπό και το νόημα της ζωής των συνανθρώπων μας που πεινάνε, που ζουν σε συνθήκες ανελέητου πολέμου, όπως οι Παλαιστίνιοι και τόσοι άλλοι, γύρω στις 50 είναι οι εμπόλεμες ζωνες, που τα κοράκια του κεφαλαίου τους βομβαρδίζουν χρόνια ολόκληρα για να τους λεηλατήσουν, αλλά και των μακρινών προγόνων μας, των τρωγλοδυτών και τροφοσυλλεκτών που πάλευαν να επιβιώσουν σε ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, αν ο σκοπός τους θα μπορούσε να είναι διαφορετικός από αυτόν της επιβίωσης, που συνδέεται στενά με την συμβίωση, την συνεργασία και την ειρηνική συνύπαρξη για την βελτίωση των όρων ύπαρξης και την ευτυχία;

Με επιφυλακτικότητα αντιμετωπίζει επίσης τον πλατωνικό μύθο που έγινε και μύθος όλων των οργανωμένων εξουσιαστικών θρησκειών, περί «αθανασίας της ψυχής», (Α, 317) και αντιμετωπίζει τον θάνατο ως το φυσικό «τέλος της μίας και μοναδικής ζωής, αφού ανθρώπινη ζωή ή άλλη ζωή πέρα από τον θάνατο δεν υπάρχει» (Α, 322), προτείνοντας μάλιστα, (Α, 292 κ. επ.) την επιλογή της αποτέφρωσης των νεκρών, αντί της θρησκευτικής ταφής τους, που ταλαιπωρεί και ασεβεί πάνω στα κουφάρια των νεκρών και απομυζά οικονομικά τους ζωντανούς οικείους τους. Προς τούτο καλεί τους Δήμους και την Πολιτεία να αντισταθούν στην πίεση του ιερατείου και να δημιουργήσουν δημόσιους αποτεφρωτήρες για δωρεάν ταφή των νεκρών (Α, 300-301), προς αποφυγή της νεόπλουτης αθλιότητας των πολυτελών κηδειών και των άταφων νεκρών επειδή ήταν φτωχοί.

Διάχυτη και στα δυό βιβλία του είναι η κριτική ανάλυση του πολιτικού συστήματος της καπιταλιστικής οικονομίας, της αστικής δημοκρατίας, των θεσμών, των δομών και των λειτουργιών της, καθώς επίσης και των πολιτικών υποκειμένων, και των ανθρώπων που το υπηρετούν υποτασσόμενοι σε όλες τις βαθμίδες και σε όλα τα όργανά της, μέχρι την κατώτατη που ποδοπατείται εξευτελιστικά από όλες τις υπερκείμενες βαθμίδες πλούτου και εξουσίας.

Καταδικάζει απερίφραστα εκείνο το κοινωνικό σύστημα που:

1.             «εμφανίστηκε με την ατομική ιδιοκτησία, την εκμετάλλευση και την εξάρτηση», (Α, 120 & Β 277).

2.             «αφήνει τους λίγους να αλωνίζουν και να καρπώνονται την υπεραξία και τον πλούτο που παράγουν οι πολλοί, οι εργαζόμενοι», (Α, 315),

3.             «επιτρέπει την ακραία ανισοκατανομή των αγαθών προς όφελος των λίγων και σε βάρος των πολλών», (Α, 179),

4.             «στους εξήντα δύο (62) πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη να κατέχουν συνολικά τόσον πλούτο, όσον στατιστικά αντιστοιχεί στο μισό του πληθυσμού της Γης» (Α, 212) και

5.             «στο 1% του ανθρώπινου πληθυσμού να κατέχει το 46% του παγκόσμιου πλούτου» με τον οποίο ελέγχει την παγκόσμια οικονομία και κάνει κόλαση την ζωή του υπόλοιπου 99%, (Β, 37 κ. επ.).

Τέλος ο Παναγιώτης Τζουνάκος δεν περιορίζεται μόνο στην κριτική και στην άρνηση, αλλά τολμά και αναλαμβάνει την ευθύνη της διατύπωσης πρότασης παίρνοντας θέση και προτείνει:

Την διαμόρφωση μιας «νέας οργανωμένης κοινωνίας, με μέτρο τις ανθρώπινες διαστάσεις, για μια καλύτερη, πιο ευχάριστη και δημιουργική ζωή, που θα θεμελιώνεται στην βάση της κοινωνικής ισότητας, στον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας που θα σέβεται την ελευθερία των άλλων» (Α, 198 και 199).

Για την πραγμάτωση αυτής της νέας κοινωνίας, ο Παναγιώτης Τζουνάκος, προϋποθέτει:

·       «Την απελευθέρωση από τα εξουσιαστικά φετίχ, στα οποία αποδίδονται μαγικές ιδιότητες, υπεράνθρωπες και υπερφυσικές ικανότητες για τα οποία μεγάλο μέρος του κοινωνικού συνόλου δείχνει έμμονη και τυφλή πίστη, […] δια της επιτακτικής αποκαθήλωσης, του αποσχηματισμού και της εξαφάνισης των ψεύτικων και παραπλανητικών εξουσιαστικών ειδώλων», (Α, 88).

·       Τον ηθικό αφοπλισμό των εξουσιαστικών, φιλελεύθερων, νεοφιλελεύθερων, σοσιαλδημοκρατικών και λοιπών συστημικών ιδεολογιών, υποτιθέμενων ‘δημοκρατικών’ (Β, 71 κ. επ.), αλλά και πατριδοκάπηλων μη-δημοκρατικών (Β, 90 κ. επ.), που παραπλανούν το κοινωνικό σώμα με θεωρίες περί ‘ελεύθερης και αυτορρυθμιζόμενης οικονομίας’, ενώ στην πραγματικότητα υπηρετούν την ασυδοσία των ελάχιστων κατόχων ανυπολόγιστης αξίας ‘ιερής ατομικής ιδιοκτησίας’ πάνω στα μέσα παραγωγής που λεηλατούν τις ζωές των δυνάμεων της εργασίας, της επιστήμης και του πολιτισμού και σπαταλούν, για το γρήγορο και κοινωνικά ανεξέλεγκτο υπερκέρδος, τους φυσικούς πόρους που ανήκουν εξ’ αδιαιρέτου σε όλους του κατοίκους του πλανήτη και υπονομεύουν την γήινη βιόσφαιρα, την μοναδική πηγή κάθε είδους και μορφής ζωής. Το τραγικό στην περίπτωση της ουσίας της ιδιοκτησίας, είναι πως κάποιοι αμαθείς, ημιμαθείς, αργυρώνητοι και ex officio ακαδημαϊκοί κονδυλοφόροι ταυτίζουν, την μεγάλη ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής που αποφέρει πλούτο μέσω της εκμετάλλευσης ξένης εργασίας, με το εργαλείο του ελεύθερου μικροεπαγγελματία ή με το χωραφάκι του φτωχού αγρότη ή με το αυθαίρετο σπιτάκι του εργάτη που όχι μόνο δεν τους αποφέρουν πλούτο, αλλά αντίθετα τους κρατούν αλυσοδεμένους με την εξουσία μέσω της φορολόγησης και του τραπεζικού δανεισμού, για να τους εκμεταλλεύονται στο διηνεκές πνευματικά οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά, αντί η Πολιτεία να καλύπτει δωρεάν τις στεγαστικές και διατροφικές ανάγκες, όπως και τις ανάγκες της εκπαίδευσης, ασφάλειας και υγείας των πολιτών της.

·       Αλλά ταυτόχρονα, προϋποθέτει και την πλήρη αποκατάσταση της ενότητας της παραγωγικής βάσης της κοινωνίας, με την κατάργηση της μεγάλης ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής, γιατί «η ατομική ιδιοκτησία αποπροσανατολίζει τους ανθρώπους από αυτό που είναι σε αυτό που κατέχουν», (Β, 61 & 277), γεγονός που τους αποανθρωποποιεί, τους κάνει να χάνουν την ανθρωποσύνη τους και τους καταντά αντί-ανθρώπους, εχθρούς του πολιτισμού και υπέρμαχους του αντί-πολιτισμού, δηλαδή της κοινωνικής ανισότητας, της μήτρας όλων των δυστοπιών και της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Για να συμβούν όλα αυτά, ο Παναγιώτης Τζουνάκος, υποστηρίζει με βεβαιότητα πως κάποια στιγμή «θα δημιουργηθεί ένα σύγχρονο Κίνημα, αντίστοιχο του Διαφωτισμού, που θα απελευθερώσει συνειδήσεις φοβικές και υποτακτικές που θα γκρεμίσουν το παλιό για να μπορέσει η κοινωνία να προχωρήσει προς την κοινωνική ισότητα, αλλά και σε αρμονική συμπόρευση με την Φύση» (Α, 220-221). Οπότε, εκτιμά πως «δεν θα αργήσει η μέρα, που ο άνθρωπος θα ξυπνήσει από τον λήθαργο, θα καταλάβει ποιος είναι, ποιοι διαχειρίζονται την ύπαρξή του και τον κρατούν σκλάβο. Τότε, θα διαγράψει τα ‘διανοητικά’ ιδεολογήματα της μαζικής κουλτούρας και θα διεκδικήσει με νύχια και με δόντια την πραγματική ελευθερία του», (Β, 301), για να καταλήξει στον επίλογο: «είμαστε έλλογα, έμβια όντα με συγκρότηση και υπόσταση που αγωνιζόμαστε ώστε η κοινωνία μας και ο κόσμος μας να γίνουν καλύτεροι», (Α, 358).

Απογοητευμένος από τις μέχρι τώρα ανολοκλήρωτες μεγάλες επαναστάσεις ‘προκαθορισμένες υποσχέσεις προόδου’ οραματίζεται μια «νέα-άλλη πραγματικότητα στους νέους χώρους και χρόνους που με σιγουριά θα μας οδηγήσει σε μια διαφορετική-νέα ύπαρξη» (Β 18-19), σε μια αυτοδιευθυνόμενη, αυτοδιαχειριζόμενη, αμεσοδημοκρατική, αταξική κοινωνία, «ικανή να δώσει απαντήσεις στα δικά της ερωτήματα», χωρίς να σέρνεται πίσω από ‘θεία σκιάχτρα’ και εξουσιομανείς αρχηγούς ψευδοσωτήρες κατασκευασμένους στα εργαστήρια των μυστικών υπηρεσιών των εκάστοτε αφανών υπερεξουσιών και δασκαλεμένους πώς, δια της εξουσιαστικής νομιμότητας και βίας, της προπαγάνδας και του λαϊκισμού, να παραπλανούν τις κοινωνίες και να τις καθιστούν συνένοχες των εγκλημάτων που οι εξουσίες διαπράττουν σε βάρος της ίδιας της κοινωνίας, της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.

Έχουμε μπροστά μας δυό αξιόλογα βιβλία που τολμούν να βάζουν το δάκτυλο στις πληγές μας, ως σακατεμένα άτομα και αδελφοκτόνες κοινωνίες, χωρίς να μεροληπτούν, να μιζεριάζουν και να οδηγούν σε απογοήτευση. Αντίθετα αποπνέουν αισιοδοξία για το μέλλον, για το οποίο, όπως μας προειδοποιεί ο συγγραφέας τους, «ο δρόμος του αγώνα θα είναι μακρύς, δύσκολος και τραχύς, […] αλλά φαίνεται καθαρά ότι όχι μόνο δεν βρισκόμαστε στο τέλος της ιστορίας, αλλά στην αρχή μιας νέας πορείας…» (Β 247). Την μορφή και το περιεχόμενο της νέας κοινωνίας που ανατέλλει θα το διαμορφώσουν οι ίδιες οι κοινωνίες στην ώρα τους, ξεριζώνοντας το κακό από την ρίζα του, γιατί για να υπάρξει ο καλύτερος κόσμος «είναι ανάγκη να προϋπάρξει η κοινωνική ισότητα» (Β 282).

Αναπόφευκτα, ο προσεκτικός και κριτικός αναγνώστης, γνωρίζει από την εμπειρία του, πως, όπως σε κάθε βιβλίο, έτσι και στα υπό κρίση βιβλία του Παναγιώτη Τζουνάκου, θα εντοπίσει αδυναμίες, ελλείψεις, αντιφάσεις, κενά και σκόρπιες θέσεις του συγγραφέα με τις οποίες θα διαφωνήσει, αλλά αυτό δεν μειώνει καθόλου την αξία τους. Αντίθετα καταξιώνει την παρουσία τους σε κάθε βιβλιοθήκη για να διαβαστούν και να ξαναδιαβαστούν, γιατί όσο η καπιταλιστική βαρβαρότητα θα συνεχίσει να απειλεί την ζωή, τον πλανήτη και τον πολιτισμό, θα παραμένουν πάντα επίκαιρα και χρήσιμα ‘ξυπνητήρια’.

Ως εκ τούτου θεωρώ χρέος μου να συγχαρώ τον Παναγιώτη Τζουνάκο για την τολμηρή προσπάθειά του να καλύψει, στο μέτρο που του αναλογεί, τα κενά που αφήνει η, απούσα από τους αγώνες του Ελληνικού λαού και του Ελληνισμού, κρατικοδίαιτη ελληνική διανόηση ή/και η συστημική ιντελιγκέντσια και να τον παροτρύνω να συνεχίσει να στοχάζεται ελεύθερα και να καλλιεργεί την Γνώση, γιατί Γνώση σημαίνει δύναμη, σημαίνει Φως που διώχνει τα σκοτάδια και κρατάει μακριά από τις κοινωνίες τους ψεύτες, τους κλέφτες, τους πατριδοκάπηλους, τους πολεμοκάπηλους, τα αρπακτικά και σαρκοβόρα θηρία.

Καλό διάβασμα και μην ξεχνάτε πως η αυτομόρφωση και ο ουσιαστικός διάλογος ξεχωρίζουν την γνήσια και χρήσιμη από την άχρηστη και επικίνδυνη γνώση και μας κάνει ενεργούς καλλιεργητές και φύλακες γνώσης, παιδείας και πολιτισμού, από παθητικούς καταναλωτές πνευματικών σκουπιδιών που μας μεταμορφώνουν σε υποτακτικούς, όπως ακριβώς μας θέλουν τα σκοταδιστικά και τα εξουσιαστικά ιερατεία. ‘Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία’ έγραφε ο Κάλβος. Θέλει διάβασμα και διάλογο, θα πρόσθετα εγώ, γιατί ο ουσιαστικός δημόσιος διάλογος δεν έβλαψε ποτέ και κανέναν εκτός από εκείνους που μας θέλουν τυφλούς, κωφούς, άλαλους και δούλους ‘θείων σκιάχτρων’, σκοταδιστικών και εξουσιαστικών ιερατείων και άπληστων αφεντικών.

Αντιστεκόμαστε, Αυτομορφωνόμαστε, Αυτοαπελευθερωνόμαστε,

ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ.

Γκρεμιστές, του παλιού σκοτεινού, χτίστες του νέου φωτεινού κόσμου και θεμελιωτές του πολιτισμού της κοινωνικής ισότητας, ταυτόχρονα.

Ευχαριστώ.

Έρρωσθε.



[1] Βιβλιοπαρουσίαση που έγινε την Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025, στο ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

η πιο πρόσφατη

   ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ     Homo socius, Homo creator [1] * Παναγιώτης Τζουνάκος: Ο Άνθρωπος. Προσδιορισμός και προορισμός & Ο α...