μεταφυσική εξουσιαστική ιδεολογία[1]
(Η φετιχοποίηση του κόσμου ως αλλοτρίωση)
Κώστας Λάμπος
Διδάκτωρ της Σχολής Οικονομικών Επιστημών του Freie Universitaet Berlin, Συγγραφέας-Δοκιμιογράφος
Περίληψη
Α. Οι έννοιες του φετίχ και του φετιχισμού
Β. Οικονομική θεωρία και εξουσιαστικός φετιχισμός
1) Κοινωνία της ισοκατανομής. Χωρίς εξουσιαστικά φετίχ
2) Σολώνειοι Νόμοι. Η φετιχοποίηση της πατριαρχικής
βίας, της αδικίας και της κοινωνικής ανισότητας
3) Πλατωνική φιλοσοφία. Αθάνατη ψυχή’. Το φετίχ της ατομικής ιδιοκτησίας
4) Ο ‘Θεός’ του χριστιανισμού. Το απόλυτο φετίχ της εξουσίας
5) Θεοκρατία. Φετιχοποιώντας το Σύμπαν
6) Το πνεύμα του Προτεσταντισμού
7) Η ‘αόρατη χείρ’. Το φετίχ του κεφαλαίου
8) Κρατισμός. Το φετίχ του ‘συλλογικού καπιταλιστή’
9) Κρατικός παρεμβατισμός. Το Φετίχ της αστικής δημοκρατίας
10) ‘Οι αγορές’. Το φετίχ του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου
11) Φετιχοποιώντας την θρησκευτική πίστη
12) Φετιχοποιώντας τους πολιτικούς θεσμούς
Γ. ‘Να λύσουμε τα μάγια’
Δ. Να αποφετιχοποιήσουμε την Οικονομική Θεωρία
Ε. Επίλογος
Βιβλιογραφία
Περίληψη
Οι, ανά τους αιώνες, εξουσιαστές φετιχοποιούν, δηλαδή θεοποιούν τους εαυτούς τους και ότι τους αναδεικνύει σε εξουσιαστές. Σε ότι αφορά στην οικονομική θεωρία, που πασχίζει ακόμα να εξελιχθεί από ιδεολογία σε επιστήμη, όλα ξεκίνησαν από τον Σόλωνα που με την εφεύρεση του δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας θεμελίωσε την πατριαρχική κοινωνία. Ακολούθησε ο Πλάτωνας που φετιχοποίησε την πατριαρχική εξουσία με την μορφή του ‘θεού’ και των Νόμων και την ατομική ιδιοκτησία με την μορφή της ‘αθάνατης ψυχής’. Συνεχίστηκαν με το φετίχ ‘αόρατο χέρι’ του Άνταμ Σμιθ που απομάκρυνε οριστικά την κοινωνία από τον έλεγχο της οικονομικής δραστηριότητας για να καταλήξουμε στο αόρατο πολυπρόσωπο φετίχ, στις τάχα απρόσωπες νεοφιλελεύθερες ‘αγορές’. Όταν το μεταφυσικό στοιχείο μπλέκει με το επιστημονικό αντικείμενο της οικονομικής θεωρίας τότε γεννιούνται κάθε είδους παραλογισμοί, ανορθολογισμοί και οικονομικά εγκλήματα, με πρώτο και κύριο την κοινωνική ανισότητα, η οποία αποτελεί την μήτρα όλων των άγονων ανταγωνισμών, του ιμπεριαλισμού και των καταστροφικών πολέμων. Η εμπλοκή ανύπαρκτων μεταφυσικών εξουσιαστικών κατασκευασμάτων στο κοινωνικό Γίγνεσθαι επιτρέπει, με τη βοήθεια των μηχανισμών της συστημικής εκπαίδευσης και ενημέρωσης, τη συσκότιση της πραγματικότητας και την μυστηριοποίηση της οικονομίας, η κατανόηση της οποίας απαιτεί τάχα την ύπαρξη ‘θεών’, ‘ημιθέων’ και ‘ειδικών’ οικονομολόγων με Νόμπελ ή χωρίς. Το κείμενο που ακολουθεί προσπαθεί να ερμηνεύσει και να προσβάλλει αυτά τα ταμπού για να καταδείξει ότι, η φύση των οικονομικοκοινωνικών συστημάτων προσδιορίζεται αποκλειστικά και μόνο από την σχέση της κοινωνίας ως Όλον με τα μέσα παραγωγής, η οποία κατ’ αποκλειστικότητα καθορίζει και το σύστημα κατανομής του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου. Χωρίς την κατανόηση αυτής της πραγματικότητας η ανθρωπότητα οδεύει με ταχύτητα στην αυτοκαταστροφή, εκτός αν προλάβει να αυτοαποφετιχοποιηθεί και συνεπώς να αποκαπιταλιστικοποιηθεί.
ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ: Φετίχ, οικονομική θεωρία, ιδεολογία, ατομική ιδιοκτησία, καπιταλισμός, αταξικός ουμανισμός, άμεση δημοκρατία
Α. Έννοιες του φετίχ και του φετιχισμού
«Η κάθε θρησκεία δεν είναι παρά το φαντασιακό αντικαθρέφτισμα των
δυνάμεων που κυριαρχούν στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων»
Georg Hegel
«Αφαιρώντας από την οικονομική επιστήμη κάθε είδους κοινωνικό και φιλοσοφικό προβληματισμό, την κατέστησαν ένα οικονομικό σύστημα σκέψης και οργάνωσης, ανεξάρτητο από τις κοινωνικές διεργασίες και τις διεργασίες του φυσικού περιβάλλοντος, στο πλαίσιο, όμως, των οποίων οι οικονομικές πράξεις και δραστηριότητες συντελούνται, με συνέπεια η οικονομική επιστήμη να απομακρύνεται από τον χώρο των κοινωνικών επιστημών και να βαίνει συνεχώς συρρικνούμενη και αναδιπλούμενη στον ίδιο της τον εαυτό, στις μετρήσεις του δείκτη κερδοφορίας και στις λοιπές λογιστικές ιδιαιτερότητές της»
Γιώργος Χατζηκωνσταντίνου
Υπάρχουν δυό βασικές κοσμοθεωρητικές προσεγγίσεις για το Σύμπαν, για την εμφάνιση και την εξέλιξη της ζωής και αναφορικά με τους νόμους εξέλιξης των κοινωνιών, συνεπώς και της ιστορίας. Η πρώτη και αρχαιότερη είναι η φυσική-υλιστική κοσμοαντίληψη με θεμελιωτή τον Θαλή τον Μιλήσιο (640-546) και τους Ίωνες Φιλοσόφους[2] που θεωρούν ότι ο κόσμος είναι αυθύπαρκτος, αποτελείται από ύλη και ενέργεια και υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει χωρίς να χρειάζεται δημιουργό. Η δεύτερη, η ιδεαλιστική αντίληψη με θεμελιωτή τον Πλάτωνα που θεωρεί τον κόσμο αντικατοπτρισμό κάποιας υποτιθέμενης ‘αρχέτυπης ιδέας’ και δημιούργημα ‘ενός πάνσοφου και παντοδύναμου δημιουργού’, του λεγόμενου ‘θεού’, όπως τον αποκάλεσαν οι δημιουργοί του, τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία στην προσπάθειά τους να τον βάλουν ως φετίχ δικό τους, ως παρένθετη ιδέα, αόρατη και ‘θαυματουργή’ δύναμη, ως εκτονωτή εντάσεων μεταξύ αυτών και της, εξαιτίας των ίδιων, χειμαζόμενης κοινωνίας.
Γλωσσολογικά ο όρος φετίχ προέρχεται από το λατινικό ρήμα facere που σήμαινε ‘κατασκευάζω’ και την μετοχή του, factus, με την οποία εννοούσαν τα τεχνητά, τα ‘κατασκευασμένα’, τα ‘χειροποίητα’ εμπορεύματα[3], σε αντίθεση με τα φυσικά, από την οποία προήλθε και ο όρος manufactory (χειροτεχνία, βιοτεχνία) και factory (εργοστάσιο), χώροι κατασκευής χρήσιμων πραγμάτων.
Η έννοια του φετιχισμού αναφέρεται γενικά ως ψευδαίσθηση κάποιου ατομικού ή συλλογικού υποκειμένου που αποδίδει υπερφυσικές ή μεταφυσικές ιδιότητες σε κάποιο φανταστικό ή πραγματικό ανθρώπινο δημιούργημα, στο φετίχ, που όχι μόνο δεν μπορεί να τις ελέγξει, αλλά στις οποίες πρέπει μέσω της αυθυποβολής και αυτοπαραπλάνησής του να τις λατρεύει και να υποταχθεί[4]. Κατά περίπτωση η έννοια διαφοροποιείται ελαφρά ως προς το είδος και τη μορφή, χωρίς ωστόσο να διαφοροποιείται επί της ουσίας ως σχέση δημιουργού/υποκειμένου προς δημιούργημα/αντικείμενο, ή ακόμα και ως προς κάποια ιδέα του. Έτσι, για φετιχισμό, με την έννοια των συμβολισμών της ιδιαιτερότητας, ιερότητας, θρησκευτικότητας, μιλάνε οι ανθρωπολόγοι-εθνολόγοι-θεολόγοι, ενώ με την έννοια της ‘ψυχοπαθολογικής ανωμαλίας’ μιλάνε οι ψυχολόγοι, οι ψυχίατροι και οι ψυχαναλυτές-σεξολόγοι.
Στην ιδεαλιστική φιλοσοφία, το αειυπάρχον Σύμπαν δεν είναι αυθύπαρκτο και πραγματικό ως ύλη και ενέργεια, αλλά ως αντικατοπτρισμός κάποιας ‘αρχέτυπης ιδέας’, κάποιου ‘θεού’.
Η, από άγνοια και φυσικό υπαρξιακό φόβο, αθώα φετιχοποίηση άγνωστων, σημαντικών για τη ζωή τους πραγμάτων και καταστάσεων από τις πρωτόγονες κοινότητες ανθρώπων, ήταν μια αναγκαία συνθήκη για την ομαλή συνύπαρξη φετιχοποιητή με τα φετίχ του, μέχρι, με την παρατήρηση και την εμπειρία του να καταφέρει να αποκαλύψει τα ‘μυστικά’ τους και ανάλογα με τη σημασία τους να τα ταξινομήσει στον γνωστό κόσμο του χωρίς να τα φοβάται
Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με τις εξουσίες, κι’ αυτό επειδή αυτές φετιχοποιούν με σκοπιμότητα και δόλο μετακινώντας γνωστά πράγματα και καταστάσεις προς το μυστηριακό, το άγνωστο, το ταμπού, προσδίδοντάς τους ιδιότητες φανταστικές, μεταφυσικές και εχθρικές προς τον άνθρωπο, όπως ‘θεούς’, ‘σατανάδες’, ‘φαντάσματα’ και ‘ταγούς’. Φετιχοποιώντας οι εξουσίες τον εαυτό τους και ότι τους καθιστά εξουσίες καλλιεργούν την άγνοια και τον εξουσιαστικό φόβο, μέσω των οποίων συντελείται η χειρότερη μορφή φετιχοποίησης, όπως αυτή της υποταγής και μετατροπής των ανθρώπων σε ‘ποίμνια’ και σε πιστούς θρησκευτικών δογμάτων, οπαδούς ιδεολογιών και μέλη συμμοριών, ικανά και έτοιμα να σκοτώσουν και να σκοτωθούν για να εξασφαλίσουν, άμεσα στο εδώ και τώρα ή έμμεσα στο Επέκεινα, την εύνοια των γι’ αυτά κυρίαρχων φετίχ, οπότε παύουν να είναι έλλογα, αυτενεργά και ελεύθερα όντα. Με αυτή την έννοια κάθε θρησκευόμενος και κύρια κάθε θρησκόληπτος και φανατικός οπαδός οποιασδήποτε ιδεολογίας και οποιουδήποτε φετίχ, καταντάει να είναι φετίχ του εαυτού του, άνθρωπος με περιορισμένη αντίληψη για τον εαυτό του, για την κοινωνία και για τον κόσμο, που σημαίνει καλός αγωγός της εξουσιαστικής χειραγώγησης.
Αυτός ο εξουσιαστικός φετιχισμός, ως απόκρυψη και διαστροφή της πραγματικής σχέσης δημιουργού και δημιουργήματος, γίνεται, μετά την εμφάνιση της ατομικής ιδιοκτησίας, ένα αντικειμενικά πολύπλοκο σύστημα εξουσίας, οι διαχειριστές του οποίου το απομακρύνουν όλο και περισσότερο από τον πραγματικό άνθρωπο και την πραγματική κοινωνία, με τη βοήθεια των σκοταδιστικών ιερατείων και των ‘εν υπαλληλία’ φιλοσοφούντων απολογητών της ολιγαρχικής-αριστοκρατικής εξουσίας.
Όλα αυτά μετασχηματίστηκαν σε κυρίαρχη αντίληψη για την κοινωνία συνολικά, με το υλικό της ιδεαλιστικής πλατωνικής φιλοσοφίας, της θρησκείας, της ταξικής ιδεολογίας και πήραν τη μορφή της σκληρής ιδιωτικής και κρατικής εξουσίας, με μοναδικό σκοπό την απόκρυψη των εκμεταλλευτικών σχέσεων και τη δικαιολόγηση της κοινωνικής ανισότητας.
Ως φετιχισμός στην οικονομία ορίζεται η δια της εμπορευματοποίησης υποστασιακή αυτονόμηση των δημιουργημάτων της εξαρτημένης εργασίας εναντίον των δημιουργών τους. Μιλάμε για το φαινόμενο κατά το οποίο τα προϊόντα της εργασίας, τα αγαθά, ή οι αξίες χρήσης, τα οποία εμφανίζονται στην αγορά, ως εμπορεύματα ή ως ανταλλακτικές αξίες, σαν μια αντικειμενική πραγματικότητα ξένη και απέναντι από τους ανθρώπους που τα δημιούργησαν, επειδή αυτοί δεν ορίζουν τα μέσα παραγωγής και βρίσκονται σε σχέσεις εξαρτημένης εργασίας. Πρόκειται για το φαινόμενο που συντελείται στο πλαίσιο μιας κοινωνικής παραγωγικής σχέσης κατά την οποία η παραγωγική δραστηριότητα οργανώνεται από τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής με σκοπό τον ιδιωτικό πλουτισμό τους, ανεξάρτητα από και ενάντια στις ανάγκες των παραγωγών και της κοινωνίας.
Ο Καρλ Μαρξ[5], με τη γνωστή θεωρία του για τον ‘φετιχισμό του εμπορεύματος’[6], ορίζει τον φετιχισμό ως διαδικασία απόκρυψης της πραγματικής φύσης συγκεκριμένων κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ ανθρώπων, αλλά και εμπράγματων σχέσεων, δηλαδή μεταξύ ανθρώπων και πραγμάτων και προειδοποιεί ότι ο φετιχισμός του εμπορεύματος, που με την πρώτη ματιά φαίνεται σαν ένα κανονικό, αυτονόητο και συνηθισμένο πράγμα, στην πραγματικότητα και μετά από μια σε βάθος ανάλυσή του δείχνει ότι «είναι ένα πολύ στρυφνό πράγμα, γεμάτο από μεταφυσική σοφιστεία και θεολογικές παραξενιές»[7].
Σ’ αυτήν εδώ την ανάλυση προσεγγίζουμε τον φετιχισμό με την ανθρωπολογική του έννοια, σύμφωνα με την οποία ο πρωτόγονος άνθρωπος, της, κατά Lewis Henry Morgan[8], ‘εποχής της αγριότητας’, η οποία αναφέρεται στην περίοδο του τρωγλοδύτη-τροφοσυλλέκτη-κυνηγού, αντιμετωπίζει την άγνοιά του για τα φυσικά φαινόμενα, καθώς επίσης και τους όποιους απροσδιόριστους φόβους του απέναντι σε άγνωστες δυνάμεις, τις συνέπειες των οποίων υφίσταται, με την αυθαίρετη επιλογή του να βάλει συμβολικά στη θέση αυτών των άγνωστων δυνάμεων κάποια σύμβολα που ο ίδιος δημιούργησε αποδίδοντάς τους υπερφυσικές ιδιότητες.
Προς το τέλος της επόμενης εποχής, της ‘εποχής της βαρβαρότητας’[9], οι άνθρωποι έμαθαν να παράγουν το μεγαλύτερο μέρος της αναγκαίας τροφής τους με την καλλιέργεια της γης και την εξημέρωση των ζώων και να δημιουργούν καταυλισμούς μόνιμης εγκατάστασης, όπου σταδιακά εμφανίζεται, στη θέση της μητριαρχικής, η πατριαρχική οικογένεια. Με τους αιώνες οι καταυλισμοί εξελίσσονται σε κοινότητες και σε δίκτυα κοινοτήτων, όπου, τόσο για τη διαχείριση της καθημερινότητας όσο και για την αντιμετώπιση μεγάλων και κοινών προβλημάτων και για λόγους κοινής ασφάλειας, διαμορφώνεται ένα σύστημα κοινοκτημοσύνης, αυτοδιαχείρισης και ισοκατανομής, στο πλαίσιο του οποίου η συμμετοχή του καθενός στο κοινό έργο είναι προοδευτικά ανάλογη των δυνατοτήτων του και στα αγαθά ανάλογη των εκάστοτε αναγκών του. Η κοινωνική ζωή ορίζεται άμεσα, συλλογικά και ισότιμα από όλα τα μέλη, χωρίς διακρίσεις, αντιπαλότητες, φυσικές και μεταφυσικές εξουσίες, πράγμα που διευρύνει συνεχώς τις γνώσεις τους για τα φυσικά φαινόμενα και ταυτόχρονα περιορίζει δραστικά τα αναγκαία φετίχ. Οι όποιες μεταφυσικές ανησυχίες τους οξύνουν την φαντασία τους και προκαλούν την παρατήρηση και την αναζήτηση απαντήσεων με αποτέλεσμα τη συσσώρευση εμπειριών, την απόκτηση καινούργιων δεξιοτήτων και καινούργιων γνώσεων που σταδιακά οδηγούν στη θεμελίωση των επιστημών και της τεχνολογίας.
Β. Οικονομική θεωρία και φετιχισμός
«Δέσμιοι ενός παλιού οικονομικού παραδείγματος, μιας δήθεν ελεύθερης
αγοράς, μηχανιστικής πάντως έμπνευσης, οι άνθρωποι επιδίδονται σήμερα
συνειδητά ή ασυνείδητα περισσότερο από άλλοτε σε έναν ανούσιο, υποκριτικό
και επικίνδυνο αγώνα δρόμου στου οποίου το τέρμα φαντάζει το έπαθλο μιας
άνευ προηγουμένου πεζότητας, το έπαθλο της οικονομικίστικα αποδοτικής
εμπορευματοποίησης των πάντων»
Γιώργος Χατζηκωνσταντίνου
Με την οικονομική θεωρία προσπαθούμε να κατανοήσουμε ‘γιατί ο 19ος αιώνας υπήρξε μακρύς, ο 20ός δεν έφερε την ευτυχία και ο 21ος προμηνύεται χειρότερος. Να κατανοήσουμε γιατί κανείς δεν φοβήθηκε στο παρελθόν, όπως κι’ όσο φοβόμαστε σήμερα, την κατάκτηση, την επιδρομή, τον σφετερισμό, την ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ των εθνών ή τον θρησκευτικό πόλεμο, την πείνα, την εκμετάλλευση, την εκπόρνευση από απελπισία, την εξαθλίωση από την ανεργία, τη λαιμητόμο, τη ρομφαία, τις μάχες κι όλα τα διαγουμίσματα του τυχαίου μέσα στο δάσος των γεγονότων. Δεν υπάρχει ούτε μία από τις προσδοκίες μας που δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Και όμως, στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα απέχουμε ακόμη πάρα πολύ! Απέχουμε, γιατί δυστυχώς συνεχίζουμε να βλέπουμε τον κόσμο όπως τον αντιλαμβανόμαστε, αδυνατώντας να τον προσεγγίσουμε όπως ακριβώς είναι[10]’.
Είτε ανθρωπολογικά είτε ψυχολογικά, είτε με τον έναν είτε ή τον άλλον τρόπο, ερμηνεύσουμε το φετίχ, αυτό δεν είναι παρά ένας τρόπος αυτοτιμωρίας μας, προκειμένου τάχα να σωθούμε από όσες άγνωστες δυνάμεις μας απειλούν, μόνο που για να λειτουργήσει αυτή η σχέση υποτιθέμενης προστασίας πρέπει να υποθηκεύσουμε τη ζωή μας την ίδια, την αξιοπρέπειά μας και την ελευθερία μας δηλώνοντας κάθε στιγμή την ολόπλευρη υποταγή μας σε ότι αυτό είναι και σε ότι αυτό συμβολίζει, πράγμα που ονομάστηκε πίστη, με κύρια μορφή της την πίστη στον ‘θεό’, το φετίχ της εξουσίας, οπότε η πίστη κατάληγε και ως τέτοιο γίνεται από όλες τις θρησκείες αντιληπτό, σε μίσος κατά του εαυτού. Δεν είναι, προφανώς, τυχαίο το γεγονός ότι ο εξουσιαστικός φετιχισμός δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση σε πράγματα και καταστάσεις που ρυθμίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους καθώς και στις σχέσεις των ανθρώπων με πράγματα και κύρια με τα μέσα παραγωγής, δηλαδή σε ότι σχετίζεται άμεσα με τη σφαίρα των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Η εμφάνιση και η εξέλιξη δυσνόητων αφαιρέσεων και συμβολισμών, παράλληλα με την εμφάνιση της ατομικής ιδιοκτησίας και της συνεπαγόμενης ιδιωτικής/ταξικής εξουσίας, οδήγησε στην υποστασιοποίηση των υποκείμενων στις επιλογές και στον έλεγχο της κοινωνίας οικονομικών δραστηριοτήτων της κοινωνίας σε ξεχωριστή και αποξενωμένη από την κοινωνία οντότητα, η οποία δρα ανεξάρτητα, κατά κανόνα και ενάντια, από την κοινωνία και για λογαριασμό των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής, που αποκλήθηκε οικονομία. Η δικαιολόγηση, η ερμηνεία και η υπεράσπιση της ‘οικονομίας’, ως αποκλειστικής δραστηριότητας των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής και όχι της κοινωνίας, αποτέλεσε το αντικείμενο της οικονομικής θεωρίας, η οποία εξελίσσεται παράλληλα με την εξέλιξη της ‘οικονομίας’. Φιλοδοξώντας μάλιστα να βελτιώσει την λειτουργία και την αποτελεσματικότητα της οικονομίας αναγκάστηκε να περάσει από το συγκυριακό, περιγραφικό στο συστηματικό ερευνητικό, αναλυτικό, προγραμματικό και επιχειρησιακό στάδιο. Αυτή η εξέλιξη μετακίνησε, σε πολύ μεγάλο βαθμό, την οικονομική θεωρία από την τροχιά της επιστήμης σε ρόλο απολογητή των συμφερόντων των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής υποβιβάζοντάς την σε ιδεολογία. Οι πολλές και αξιόλογες εξαιρέσεις ‘οικονομικών σχολών’, δασκάλων της οικονομικής επιστήμης και οικονομολόγων που αντιμετώπισαν διεπιστημονικά και από την σκοπιά της κοινωνίας την οικονομική επιστήμη και υπερασπίστηκαν τον οικονομικό ορθολογισμό, αντί του στείρου οικονομισμού, την αριστοποίηση, την ενότητα της παραγωγής και την ισότητα της κατανομής με την προστασία της Φύσης, της δημοκρατίας και της ειρήνης, δεν αλλάζουν την ουσία της παρέκκλισης της οικονομική θεωρίας, που αποτελεί τον κανόνα.
Ας ρίξουμε μια σύντομη ματιά στην εξέλιξη της εξουσιαστικής φετιχοπλασίας που εξουδετερώνει τον ανθρώπινο νου και φυλακίζει τον πραγματικό μέσα σε έναν εικονικό κόσμο.
Β1. Κοινωνία της ισοκατανομής. Χωρίς εξουσιαστικά φετίχ
«Θεμέλιο της ελευθερίας είναι η ισότητα,
ενώ η ανισότητα γεννάει τη δουλεία»
Επίκουρος
Στα πρώτα βήματα της ανθρώπινης κοινωνίας η οικονομική πράξη και σκέψη δεν είχε την πολυτέλεια να διατυπώνεται σε ‘θεωρία’ και γι’ αυτό υπάκουε στον ένα και μοναδικό άγραφο νόμο της κοινής προσπάθειας για κοινή επιβίωση και ασφάλεια, που ίσχυσε για εκατομμύρια επί εκατομμυρίων χρόνια, μέχρι που οδήγησε τον άνθρωπο από τις σπηλιές και τα δέντρα στους κάμπους, στην σταθεροποίηση της επιβίωσης στον χώρο, που γέννησε την δίψα για πολιτισμό στον χρόνο. Όλη αυτή την περίοδο που ο άνθρωπος, απομακρυνόμενος για λόγους επιβίωσης από τα άλλα ζώα, δημιουργούσε την ανθρωπινότητα, την ανθρωποσύνη και τον εαυτό του, ξεκινώντας με το περπάτημα στα δύο για να απελευθερώσει τα χέρια του που τον κατέστησαν δημιουργό με γλώσσα και μνήμη και στη συνέχεια ορθολογικά σκεπτόμενο ον, εφάρμοσε τον άγραφο νόμο της κοινοκτημοσύνης, της ανάλογης με τις δυνατότητες συμμετοχής όλων στην παραγωγική διαδικασία και της ανάλογης με τις ανάγκες ισοκατανομής των αγαθών[11]. Σ’ αυτήν την αργόσυρτη και βασανιστική πορεία το ανθρώπινο είδος φετιχοποίησε ποτάμια και κεραυνούς, αλλά και κουκουβάγιες, τραγιά και βόδια, όπως και κένταυρους και ήρωες, που τους έκανε φετίχ/σύμβολα στο μυαλό του και αγάλματα στις αυλές του, που τα τίμησε γιατί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εξυπηρετούσαν την καθημερινότητά του, αλλά ποτέ δεν τα φοβήθηκε ως εχθρούς, κι’ ούτε τα λάτρεψε ως τιμωρούς.
Β2. Σολώνειοι Νόμοι. Η φετιχοποίηση της πατριαρχικής βίας, της αδικίας και της κοινωνικής ανισότητας
Αυτός ο κύκλος της προϊστορίας άρχισε να κλείνει χοντρικά, με τις μεγάλες και συνήθως βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών, γύρω στα τρεις με τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. Οριστικά και με τον νόμο έκλεισε με το ξεκίνημα της αρχαιότητας που σηματοδοτήθηκε, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, με τους νόμους του Σόλωνα του Αθηναίου, το 592-591, με τους οποίους καθιερώθηκε, ως συμπλήρωμα της ατομικής και κρατικής ιδιοκτησίας πάνω σε ανθρώπους/αιχμαλώτους, η ατομική ιδιοκτησία γης από την σειρά του άνδρα/πατέρα[12]. Μέχρι τότε η γη ανήκε χρησικτισιακά στο γένος, στην φυλή, στην κοινότητα, στον Δήμο από όπου και παραχωρούνταν για καλλιέργεια και μάλιστα με πολύ αυστηρές προδιαγραφές, αλλά δεν ανήκε σε κανέναν ατομικά, που σημαίνει ότι μέχρι τότε κανένας δεν μπορούσε να πωλήσει ή να αγοράσει γη. Αυτοί οι νόμοι, που ακόμα οι ‘σοφοί των εξουσιών’ τους διαβάζουν ανάποδα, ήταν στην πραγματικότητα η εξουσιαστική φετιχοποίηση της βίαιης αρπαγής τμημάτων της μέχρι τότε κοινής/δημόσιας και ζωτικής για όλη την κοινότητα/κοινωνία γης, για λογαριασμό των εκπροσώπων της αριστοκρατικής εξουσίας. Με την θέσπιση της ατομικής ιδιοκτησίας ο Σόλωνας έσωσε την τάξη των αριστοκρατών στην οποία ανήκε, από επικείμενη κοινωνική επανάσταση, και κύρια δημιούργησε μια βάση που έδωσε μόνιμη οικονομική υπόσταση στην μέχρι τότε παραπαίουσα αριστοκρατική κοινωνική εξουσία. Το χειρότερο όλων ήταν ότι με την νομιμοποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στην γη, ο Σόλωνας, δημιούργησε την υλική βάση πάνω στην οποία χτίστηκε σταδιακά ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, στα πλαίσια του οποίου από την μια μεριά στέκονται οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής που αποφασίζουν για την οικονομία, συνεπώς και για την κοινωνία και από την άλλη οι ακτήμονες, οι μη έχοντες και μη κατέχοντες μέσα παραγωγής που για να ζήσουν οφείλουν να εκτελούν χωρίς να τους πέφτει λόγος γι’ αυτά που παράγουν.
Με πυρήνα την πατριαρχική ατομική ιδιοκτησία, άρχισε η διαμόρφωση της πατριαρχικής κοινωνίας η οποία γρήγορα συγκροτήθηκε σε εξουσιαστικό κράτος με το απαραίτητο συμπλήρωμά του, την οργανωμένη θρησκεία, με τα οποία ολοκληρώθηκε ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, ο δυισμός, δηλαδή η διάσπαση της κοινωνίας σε ιδιοκτήτες/ αφεντικά και σε δούλους. Η νέα εξουσία χρειάστηκε αφενός νέα φετίχ με πιο αφηρημένη μορφή, ως αόρατα πνεύματα και θεότητες, ως σύμβολα της κοσμικής εξουσίας και αφ’ ετέρου και ταυτόχρονα ιεροποίηση, ταμπουποίηση υπαρκτών δημιουργημάτων της, όπως λ. χ. οι νόμοι που η ίδια θέσπιζε για την διαιώνιση της ύπαρξής της ως εξουσία.
Αυτή η αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο σεβασμός των νόμων προέχει των συμφερόντων της κοινωνίας, δεν ήταν ποτέ συμβατή με την ανθρωποκεντρική ελληνική φιλοσοφία, ακόμα και στην μυθολογία όπου και ο Προμηθέας[13] αψήφησε τον νόμο του Δία με αποτέλεσμα να κλέψει τη φωτιά από τον ΄Ήφαιστο και να τη δώσει στους ανθρώπους γνωρίζοντας ότι θα τιμωρηθεί σκληρά γι’ αυτή την πράξη του. Αλλά και μετά τον Σόλωνα η τυφλή τήρηση των νόμων έγινε εξουσιαστική παράδοση με αποτέλεσμα την δυσαρέσκεια και την σταδιακή μετακίνηση της αθηναϊκής κοινωνίας προς την κατεύθυνση όπου το πρωτεύον είναι το συμφέρον της κοινωνίας και όχι ο στείρος σεβασμός των άδικων νόμων. Η αποκορύφωση αυτής αντίληψης εκφράστηκε με την Αθηναϊκή Δημοκρατία, κατά την περίοδο της οποίας σημειώθηκε η μεγάλη πολιτική μεταρρύθμιση, με πρωτεργάτες τον Περικλή και τον Εφιάλτη του Σοφωνίδου, με την οποία αφαιρέθηκαν πολλά προνόμια από τον αριστοκρατικό Άρειο Πάγο και μεταβιβάστηκαν στην Εκκλησία του Δήμου. Αυτή η μεταρρύθμιση έδωσε ώθηση ανάπτυξης της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, η οποία δεν κυβερνήθηκε με θεοποιημένους νόμους, αλλά με τις κατά περίπτωση άμεσες αποφάσεις της Εκκλησίας του Δήμου και με κριτήριο το συμφέρον της κοινωνικής ολότητας.
Βέβαια η πρόοδος και ο πολιτισμός έφεραν περισσότερη γνώση και στις εργαζόμενες κοινωνίες που όλο και περισσότερο αντιλαμβάνονται ότι πίσω από τους ‘θεούς’ κρύβονται οι εξουσίες, πράγμα που αποδυναμώνει την πίστη τους σ’ αυτούς και τους στρέφει ενάντια στους εξουσιαστές για την βελτίωση των όρων της κοινωνικής ζωής. Οι εξουσίες απαντούν με όλο και πιο αφηρημένα φετίχ, με άυλους και αόρατους θεούς, με την συγκέντρωση του πλούτου, με την χειραγώγηση των επιστημών και της εκπαίδευσης και τον έλεγχο της πληροφορίας με σκοπό τη διατήρηση της εξουσιαστικής σχέσης μεταξύ θυμάτων και θυτών.
Β3. Πλατωνική φιλοσοφία. ‘Αθάνατη ψυχή’. Το φετίχ της ατομικής ιδιοκτησίας
«Το γεγονός της ατομικής ιδιοκτησίας σε παγώνει για πάντα
στο ‘Εγώ’ και σε διώχνει για πάντα από το ‘Εμείς’».
John Steinbeck
«Αν είμαι ό,τι έχω και αν ό,τι έχω έχει χαθεί, τότε ποιος είμαι;»
Ο Πλάτωνας, παραδοσιακός αριστοκράτης, παρακάμπτοντας την παράδοση της Άμεσης Αθηναϊκής Δημοκρατίας και ως δημιουργός, είτε ως ‘Γραμματέας’, του ιδεαλιστή φιλόσοφου Σωκράτη[14], την πολέμησε με πάθος, υπέρ της εξουσίας της ολιγαρχικής, δουλοκτητικής αριστοκρατίας. Μάλιστα ο Σωκράτης φέρεται να θυσιάζει ακόμα και τη ζωή του, προκειμένου να μείνει πιστός στους νόμους, στα φετίχ της εξουσίας, ανεξάρτητα από το αν αυτοί είναι πράγματι δίκαιοι νόμοι για το καλό της κοινωνίας ή νόμοι τυραννικοί σε βάρος της κοινωνίας. Με την έννοια ότι οι νόμοι εκφράζουν τη βούληση του θεού μέσω του νομοθέτη, αποτελούν ουσιαστικά τα φετίχ της εκάστοτε εξουσίας, γιατί στην πραγματικότητα αυτή, και όχι ο ‘θεός’ ή ο νομοθέτης, νομοθετεί. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω εδάφιο στο οποίο ο πλατωνικός Σωκράτης φέρεται να θεοποιεί τους νόμους-φετίχ της πατριαρχικής εξουσίας και να τους θέτει υπεράνω της κοινωνίας: «Σκέψου λοιπόν, Σωκράτη», θα έλεγαν ίσως οι νόμοι ως φετίχ, «αν είναι αλήθεια αυτό που λέμε, ότι δηλαδή δεν είναι δίκαια αυτά που επιχειρείς τώρα εναντίων μας. Εμείς σε γεννήσαμε, σε αναθρέψαμε, σε εκπαιδεύσαμε και μεταδώσαμε σε σένα και σε όλους τους άλλους πολίτες όσα καλά πράγματα μπορέσαμε. Όμως κάναμε σαφές ότι έχουμε δώσει την εξουσία σε όποιο Αθηναίο θέλει, αφού περάσει τη δοκιμασία και δει όσα γίνονται στην πόλη και εμάς τους νόμους, αν δεν του αρέσουμε, να πάρει τα πράγματά του και να πάει όπου θέλει [...]. Όποιος όμως από τους πολίτες παραμείνει, ενώ βλέπει με ποιο τρόπο διεξάγουμε τις δίκες και γενικά κυβερνάμε την πόλη, εμείς προϋποθέτουμε ότι έχει συμφωνήσει μαζί μας έμπρακτα να εκτελεί αυτά που διατάζουμε, και εμείς υποστηρίζουμε ότι όποιος δεν υπακούει αδικεί τριπλά: δείχνει ανυπακοή σε μας που τον γεννήσαμε και τον αναθρέψαμε και, ενώ συμφώνησε να μας υπακούει, ούτε αυτό κάνει ούτε μας πείθει ότι δεν κάνουμε κάτι σωστά...». Αυτή η φράση των ‘νόμων’, δηλαδή της εξουσίας που τους δημιούργησε, «αν δεν του αρέσουμε, να πάρει τα πράγματά του και να πάει όπου θέλει»[15], είναι ο τέλειος ορισμός της αυτοθεοποιημένης, φετιχοποιημένης εξουσίας. Αυτή η υπεροψία της εκάστοτε καταπιεστικής εξουσίας απέναντι στις κοινωνίες που τις καλεί να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, τις πατρίδες τους, τις εστίες των προγόνων τους για να μη θιγούν τα συμφέροντα της εκάστοτε συμμορίας που κυβερνά με απάνθρωπους και τυραννικούς νόμους και θεούς φετίχ-προστάτες της εκάστοτε καταπιεστικής ταξικής εξουσίας ξεπερνά ακόμα και τον ορισμό της ύβρεως
Είναι ο αντιφατικός και υπερτιμημένος Πλάτωνας, που συστηματικά κρύβεται πίσω από το δημιούργημά του και δάσκαλο του, τον Σωκράτη, που όλες οι εξουσίες και οι ακαδημαϊκοί τηλεβόες τους, τον παρουσιάζουν ως ‘τον θεμελιωτή της φιλοσοφίας’, ενώ στην πραγματικότητα είναι ο άνθρωπος που αγνόησε και υπονόμευσε όλα τα μεγάλα φιλοσοφικά ρεύματα που κατά δύο και πλέον αιώνες προηγήθηκαν αυτού και όχι το δημιούργημά του, ο υποτιθέμενος δάσκαλός του, ο Σωκράτης, που φέρει την ευθύνη της διάσπασης της, και τότε, ακμάζουσας υλιστικής με την έννοια της Φυσικής και Πολιτικής φιλοσοφίας των Ιώνων και των προσωκρατικών[16], που θεμελίωσαν τις επιστήμες και τον ανθρωπισμό, ενώ ο Πλάτωνας «με τις μάσκες και την α-τοπία του Σωκράτη»[17], θεμελίωσε την ιδεαλιστική, μεταφυσική και εξουσιαστική φιλοσοφία. Κι δεν είναι μόνο γι’ αυτό υπεύθυνος, γιατί φέρεται να πρωταγωνίστησε στον πόλεμο κατά της ‘άλλης άποψης’ και της επιβολής της δικής του με την καταστροφή και το κάψιμο των βιβλίων των ‘αντιπάλων’ του, όπως αυτά του Πρωταγόρα και του Δημόκριτου[18], τον οποίο, λέγεται, μισούσε και γι’ αυτό ποτέ δεν ανέφερε το όνομά του, προφανώς επειδή δίδασκε ότι ο κόσμος είναι υλικός αποτελεί υπόθεση των ατόμων και του κενού, ότι δεν έχει δημιουργό και ότι η ψυχή των ανθρώπων δεν είναι αθάνατη.
Είναι ο Πλάτωνας που υιοθέτησε καιροσκοπικά[19] και αφηρημένα σκόρπιες ιδέες από τα λεγόμενα ‘ορφικά’[20] και έδωσε κύρος στις άσχετες, με τον υμνητή της ζωής, της επιστήμης και της δημοκρατίας ελληνικό πολιτισμό της εποχής του, θανατόφιλες ιδέες που έφερε ο Πυθαγόρας από τα ταξίδια του στην Ανατολή. Ιδέες περί αθάνατης ψυχής, μετεμψύχωσης και μετενσάρκωσης, τις οποίες ο Πλάτωνας προφανώς, τις πάντρεψε με τον προπλατωνικό μύθο ‘Έρως και Ψυχή’, κατά τον οποίο η θνητή Ψυχή έγινε ‘αθάνατη’, με πρόταση του Δία και απόφαση του ‘Συμβουλίου των θεών’, προκειμένου να μπορεί να παντρευτεί τον αθάνατο αγαπημένο της, τον ‘θεό’ Έρωτα, τον γιό της ‘θεάς’ Αφροδίτης, η οποία την ταλαιπωρούσε επειδή, τάχα, ήταν πιο όμορφη από αυτήν.
Είναι ο Πλάτωνας που, επειδή στην πραγματικότητα εξουσία χωρίς ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής δεν υπάρχει, σκέφτηκε πως με την ‘ιεροποίηση’, δηλαδή, την φετιχοποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας στην μορφή της ‘αθάνατης ψυχής’ δημιουργεί τη βάση για την διάσπαση της κοινωνίας και την διαιώνιση της ταξικής εξουσίας. Με μια απλή αντικατάσταση των λέξεων-φετίχ ‘θεός’ και ‘αθάνατη Ψυχή’ με τις λέξεις εξουσία και ατομική ιδιοκτησία, αποκαλύπτεται όχι μόνο ο σκοπός της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας να συσκοτίζει την πραγματικότητα, αλλά και η πραγματική σημασία του μύθου, σύμφωνα με τον οποίο, δεν μπορεί να υπάρξει θεός ως φετίχ της εξουσίας, χωρίς την αθάνατη ψυχή, ως φετίχ της ατομικής ιδιοκτησίας. Αυτός είναι, προφανώς, και ο λόγος που η ιδεαλιστική πλατωνική φιλοσοφία, που ακόμα και στο κορυφαίο έργο της, στην ‘ιδανική Πολιτεία’ του, δεν μπόρεσε να φανταστεί μια κοινωνία χωρίς δούλους, γιατί, απλούστατα, δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του χωρίς τη μεγάλη γαιοκτησία του και τους δούλους του. Γι’ αυτό και αρνήθηκε να προ-τιμήσει την Άμεση Αθηναϊκή Δημοκρατία αντί της Τυραννίας, δηλαδή της ‘Τιμοκρατίας’ του, την οποία, και πάλι δια του Σωκράτη, την ορίζει ως ένα πολίτευμα, στο οποίο κυβερνούν οι φιλόσοφοι, άτομα που αγαπούν την ‘τιμή’ και έχουν επιλεχθεί σύμφωνα με ‘το ύψος της τιμής που κατέχουν’ στην κοινωνία, όπου βέβαια ως ‘τιμή’ δεν νοείται η ισότητα, η τιμιότητα και η δικαιοσύνη, αλλά ως ‘κάτι που συχνά εξισώνεται με τον πλούτο και την ιδιοκτησία’. Έτσι η ατομική ιδιοκτησία, ως ‘θεία και αθάνατη ψυχή’ επιβάλλεται, ακόμα και παρά τις καταστροφικές συνέπειές της για την ανθρωπότητα, «ως το υπέρτατο δικαίωμα, το δικαίωμα που δεν έχει άλλο δικαίωμα πιο πάνω από αυτό, το δικαίωμα το οποίο νομιμοποιεί όλα τα άλλα δικαιώματα, ενώ το ίδιο δεν έχει ανάγκη νομιμοποίησης»[21], οπότε, όπως η υποτιθέμενη αθάνατη ψυχή κυβερνάει το σώμα, έτσι και η, για όλα τα Συντάγματα του κόσμου, ‘ιερή και απαραβίαστη ατομική ιδιοκτησία’ πάνω στα μέσα παραγωγής, κυβερνάει, για λογαριασμό των κατόχων της, το κοινωνικό σώμα, την εργαζόμενη ανθρωπότητα.
Ο Πωλ Λαφάργκ, που ανέλυσε σε βάθος τη σχέση μεταξύ ‘ψυχής’ και ιδιοκτησίας, μας δίνει την παρακάτω εντυπωσιακή εικόνα: «Η σύσταση της πατριαρχικής οικογένειας και το κομμάτιασμα της κοινής ιδιοκτησίας σε ιδιαίτερες ιδιοκτησίες των οικογενειών προκάλεσε ένα ιδεολογικό παράδοξο. Όλα τα μέλη της οικογένειας, εκτός από τον πατριάρχη, ‘χάσανε την ψυχή τους’. Αυτός μόνος είχε το προνόμιο να διατηρεί την ψυχή του, γιατί μόνο αυτός είχε ιδιοκτησία. Κάθε άνθρωπος χωρίς ιδιοκτησία χάνει την ψυχή του»[22]. Κάπως έτσι κούμπωσε το μυστικό που έκρυβε η ‘νομική παγίδα του Σόλωνα’[23], η οποία νομιμοποίησε το καθεστώς της πατριαρχίας-δουλοκτησίας-γαιοκτησίας, με αυτό της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας του Πλάτωνα, που εισήγαγε την ιδέα της θεοκρατίας με αποτέλεσμα τη φετιχοποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας ως συμβολική ταύτισή της με την υποτιθέμενη ‘αθάνατη ψυχή’. Κι όλα αυτά για να μην ενοχλείται η ιδιοκτησία και η ταυτόσημη μ’ αυτήν εξουσία από τα θύματά της, που, ενώ έχασαν τη ζωτική σχέση τους με τη γη και την κοινότητά τους, τρέχουν τώρα, κυνηγημένοι από την εξουσία, από τον νόμο και από τον ‘θεό’, στους εξομολόγους, στους ψυχιάτρους, στους αστρολόγους και στο πουθενά, τάχα για να ‘σώσουν την αθάνατη ψυχή τους’ πληρώνοντας λύτρα με τη δουλεία, τη δυστυχία και τον θάνατό τους.
Μετά και απ’ αυτήν την εικόνα είναι λογικό να υποθέσουμε ότι το πέρασμα από την κοινοκτημοσύνη, που έδινε στο κάθε μέλος της κοινότητας την αίσθηση του αναπόσπαστου μέρους της Ολότητας, της Εαυτότητας εντός του Εμείς, στην πατριαρχική ατομική ιδιοκτησία, αφαίρεσε από τα άλλα μέλη της πατριαρχικής οικογένειας αυτήν την αίσθηση επειδή τα υποβάθμισε σε κτήμα-εξάρτημα της εξουσίας του πατέρα, προνόμιο που αντλούσε από το αποκλειστικό δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας. Μ’ αυτήν την έννοια η ατομική ιδιοκτησία ταυτίζεται με την έννοια της ατομικής ψυχής, και η έννοια της ατομικής αθάνατης ψυχής δεν είναι παρά η φετιχοποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας η οποία επιδιώκει να είναι ιερή και απαραβίαστη και συνεπώς αθάνατη, δηλαδή αιώνια.
Για να συμβεί, όμως, αυτό και για να γίνει αποδεκτό από εκείνους που δεν έχουν ατομική ιδιοκτησία, έπρεπε στη θέση της χαμένης κοινοκτημοσύνης, δηλαδή της κοινής αναφοράς και της κοινοβιακής ζωής στη βάση της αμεσοδημοκρατικής ισοκατανομής, να μπει κάποια άλλη έννοια υποκατάστατο της κοινής αναφοράς και έτσι δημιουργήθηκε η έννοια του θεού δημιουργού και πατέρα. Στον θεό ‘εκχωρήθηκε’ από τους εξουσιαστές δημιουργούς του και ταυτόχρονα εκπροσώπους του ο κόσμος ολόκληρος, ο οποίος υποτίθεται ότι ανήκει σε όλους μας μέσω του θεού, του υποτιθέμενου κοινού πατέρας μας, του φετίχ της εξουσίας, με τον οποίο συνδέθηκαν ως μέρος του, ως τέκνα ή μάλλον ως ποίμνιο, όλες οι στερημένες ιδιοκτησίας ανθρώπινες υπάρξεις, οι λεγόμενες ατομικές ψυχές. Οι απάνθρωπες και αποκρουστικές εξουσίες αφού κατασκεύασαν την ατομική ιδιοκτησία, το ιδιωτικό κεφάλαιο[24] αυτοαγιοποιήθηκαν μέσω της επινόησης της έννοιας του θεού-φετίχ του κεφαλαίου, που βραβεύει και τιμωρεί, μετακινώντας την ιερότητα από τη ζωή, την κοινωνική ισότητα και την ελευθερία της σκέψης, προς την ‘αθάνατη ψυχή’ το σύμβολο-φετίχ της ατομικής ιδιοκτησίας, της ανισότητας και της πνευματικής υποδούλωσης.
Όλα τα άλλα σωκρατοπλατωνικά γλυκανάλατα περί αρετής, δικαίου, ελευθερίας, καλοσύνης και ‘ιδανικής Πολιτείας’, σε συνθήκες ακραίων ανισοτήτων, ακυρώνονται ως εξουσιαστική ιδεολογία και φτηνές υποκρισίες, γιατί η κοινωνία-ανθρωπότητα που γνωρίζει ότι, τους νόμους τούς φτιάχνουν άνθρωποι εντολοδόχοι, υποτίθεται χάριν των ανθρώπων και των κοινωνιών, που σημαίνει ότι όταν οι νόμοι είναι, από γεννησιμιού τους ή γίνονται στην πορεία, άδικοι για τις κοινωνίες, τότε πρέπει ν’ αλλάζουν οι νόμοι, αφού αυτοί φτιάχνονται για τις κοινωνίες και όχι οι κοινωνίες για τους νόμους και τις εξουσίες.
Η θεοποίηση των νόμων οδηγεί στην νομολατρεία, όπως και η θεοποίηση της εξουσίας οδηγεί στην θεολατρεία, κι όχι σπάνια ακόμα και στην προσωπολατρία. Έτσι γίνεται κατανοητό γιατί όλες οι εξουσίες της μετέπειτα ιστορίας ‘τιμούν’ τον ιδεαλιστή Πλάτωνα αντί του πραγματιστή Αριστοτέλη και πολύ περισσότερο αντί των φυσικών και κοινωνικών φιλοσόφων της Ιωνίας και των επιγόνων τους, οι διδασκαλίες των οποίων είχαν γίνει γνωστές σε όλες τις ελληνικές Πολιτείες και τον τότε γνωστό κόσμο. Είναι ο και πάλι αντιφατικός Πλάτωνας που, κατά μία ανάγνωση του αλληγορικού σπηλαίου του, δίδαξε την εικονική πραγματικότητα ως μέσο άσκησης εξουσίας των λίγων πάνω στους πολλούς, αν και κατά μια άλλη ανάγνωση, η αλληγορία του σπηλαίου θα μπορούσε να δείχνει την δύσκολη πορεία της ανθρωπότητας από την αιχμαλωσία της εξουσίας του κεφαλαίου προς το Φως και την ελευθερία.
Β4. Ο ‘Θεός’ του χριστιανισμού. Το απόλυτο φετίχ της εξουσίας
«Και ποιος δημιούργησε τον δημιουργό;»
Stephen Hawking
«Η ιδέα ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από θεούς είναι ανοησία»
Επίκουρος
«Αυτόν τον κόσμο που είναι ο ίδιος για όλα τα όντα, ούτε κάποιος θεός
ούτε άνθρωπος τον δημιούργησε, αλλά ήταν πάντα και είναι και θα είναι
πυρ αείζωον που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο»
Ηράκλειτος
Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα που έδεσαν την εξουσία της δουλοκτητικής αριστοκρατίας με την γη, η οποία σε συνδυασμό με την δουλοκτησία αποτελούσε την κύρια βάση της οικονομίας, ως διαδικασίας παραγωγής πλούτου, ενισχυμένες από την πλατωνική φιλοσοφία που θεοποίησε την εξουσία της δουλοκτητικής αριστοκρατίας, οδήγησαν σε εξελίξεις που ασφυκτιούσαν στα στενά θεσμικά όρια του δουλοκτητικού συστήματος και αναζητούσαν διέξοδο. Ο διαρκής εμφύλιος μεταξύ των αρχαίων ελληνικών πόλεων δεν επέτρεψε στο μοντέλο της Άμεσης Αθηναϊκής Δημοκρατίας να σταθεροποιηθεί και να γενικευθεί. Η αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατέρρευσε πριν ακόμα ολοκληρωθεί και το κενό που άφησε το κάλυψε η αχανής Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η οποία αδυνατούσε να ανταποκριθεί στον συντονισμό τόσων πολλών ανόμοιων πληθυσμών, πολιτισμών και τοπικιστικών συμφερόντων, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολη υπόθεση η είσπραξη των φόρων και η επεκτατική λεηλασία να έχει φτάσει στα όριά της.
Έτσι γίνεται κατανοητό γιατί στη δύση του δουλοκτητικού συστήματος και στην χαραυγή της φεουδαρχίας, έξι περίπου αιώνες μετα τον Πλάτωνα, (427-347 παλιάς χρονολόγησης), ο πλατωνισμός, ως νεοπλατωνισμός, όπως τον αντιλήφθηκε ο Πλωτίνος, (203-270 νέας χρονολόγησης), και άλλοι που τον πάντρεψαν με την λεγόμενη ‘Παλαιά Διαθήκη’, αποτέλεσε το έδαφος πάνω στο οποίο θεμελιώθηκε, το 325 από τον Imperator Gaius Flavius Valerius Augustus Constantinus, ο εβραιορωμαιοχριστιανισμός, ως νέα, ενιαία, απόλυτη και επίσημη ιδεολογία της αυτοκρατορικής εξουσίας, του ενός και μοναδικού ‘θεού’ που συμπίπτει με τον έναν και μοναδικό αυτοκράτορα ανατολικής και δυτικής αυτοκρατορίας, όπως και με τον κάθε εξουσιαστή της μετέπειτα ιστορίας της Δύσης μέχρι σήμερα.
Για να μπορέσει ο ρωμαιοχριστιανισμός να λειτουργήσει ως εξουσιαστική ιδεολογία δεν αρκούσε από μόνο του το φετίχ του εξουσιαστικού φόβου[25], πράγμα που κατέστησε αναγκαία την φετιχοποίησή του σε ‘φόβο του θεού’, ‘φόβο της κόλασης’ και ‘φόβο απώλειας του παραδείσου’ που κάλυπτε πολλές, αλλά όχι όλες τις εκδοχές της ψυχολογικής τρομοκρατίας των ‘πιστών’. Γι’ αυτό επινοήθηκε η έννοια της απόλυτης πίστης στον έναν, τον μοναδικό και απόλυτο ηγέτη, στον, μεταξύ πολλών συμβιβασμών και ονομάτων επινοηθέντα, κατ’ εντολήν του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, ‘Ιησού Χριστό’[26]. Χαρακτηριστική περίπτωση παραισθησιακής, παραληρηματικής και καθολικής φετιχοποίησης της κοσμικής εξουσίας ενάντια στην κοινωνία-ανθρωπότητα που αντιστέκεται, αποτελεί η λεγόμενη ‘Αποκάλυψη του Ιωάννη’, την οποία υποτίθεται ότι την υπαγόρευσε ο ‘θεός’, στον Χριστό, ο Χριστός στον άγγελό του, ο άγγελος στον Ιωάννη και ο εκστασιαζόμενος Ιωάννης στον προφανώς συνεκστασιαζόμενο μαθητή του τον Πρόχορο, με τον οποίο ολοκληρώνεται η εξουσιαστική πυραμίδα της ρωμαιοχριστιανικής θρησκείας και Εκκλησίας, πιστό αντίγραφο της κοσμικής ρωμαϊκής εξουσιαστικής πυραμίδας. Με αυτήν την, αποκαλυπτική σχιζοφρένειας, ‘Αποκάλυψη του Ιωάννη’ το σκοταδιστικό ιερατείο προσπαθεί να κατατρομοκρατήσει πιστούς και απίστους με ‘αυτοεκπληρούμενες προφητείες’, κάνοντας λόγο για καταστροφές και Αρμαγεδώνες μεταξύ του «εσφαγμένου αρνίου με επτά κέρατα και επτά οφθαλμούς και του θηρίου με επτά κεφάλια και δέκα κέρατα». Προφανώς ο απώτερος στόχος των πραγματικών εμπνευστών, της λεγόμενης ‘Αποκάλυψης’, ήταν να καλλιεργήσει, μέσω αυτής, μια νοσηρή θεοκρατία και μοιρολατρία στους ανθρώπους, για να τους καταστήσει έρμαια των σκοταδιστικών και εξουσιαστικών ιερατείων, περιφρονώντας τον άνθρωπο στις φυσικές, κοινωνικές και ιστορικές διαστάσεις του, τη λογική του, τη συνείδησή του, την κοινωνία του και τον πολιτισμό του, προκειμένου να τον ταπεινώσει όσο χρειάζεται για να τον καταστήσει δούλο ανύπαρκτων θεών και υποζύγιο υπαρκτών καπιταλιστών αφεντάδων’.
Έτσι δημιουργήθηκε η έννοια της απόλυτης απάτης, του θεϊκού σκοταδισμού και εξασφαλίστηκε σε μεγάλο βαθμό η αποδοχή της ατομικής-ταξικής-κρατικής εξουσίας, ως έκφραση της υποτιθέμενης ιερότητας της ατομικής-ταξικής-κρατικής ιδιοκτησίας και ολοκληρώθηκε ως φαύλος κύκλος του καπιταλισμού, που μπορεί να σπάσει μόνο με την αλλαγή της έννοιας και του ρόλου του υλικού και πνευματικού πλούτου, πράγμα που μπορεί να συμβεί μόνο με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής και την εγκαθίδρυση σχέσεων αδιαίρετης κοινοκτημοσύνης, κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης με τη μορφή της Άμεσης Αταξικής Δημοκρατίας, σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και οικουμενικό επίπεδο.
Β5. Θεοκρατία. Φετιχοποιώντας το Σύμπαν
Η ύστερη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία των διαδόχων του λεγόμενου ‘Μεγάλου Κωνσταντίνου’, δεν είχε τελειώσει, όπως νόμιζε, με τους ‘παγανιστές’, ή ‘εθνικούς’, όπως χαρακτηρίζονταν αδιάκριτα οι φυσικοί/υλιστές φιλόσοφοι και όλοι οι συνεχιστές της αρχαιοελληνικής γραμματείας και της παράδοσης της Αθηναϊκής Πολιτείας, παρά την εργαλειοποίηση του ρωμαιοχριστιανισμού, ο οποίος δια πυρός και σιδήρου τακτοποιούσε τους λογαριασμούς του με τους εχθρούς του, οπότε χρειάστηκε γρήγορα ισχυρή θεωρητική υποστήριξη για να μην καταρρεύσει. Το έργο αυτό το ανάλαβε για λογαριασμό του χριστιανικού ιερατείου ο και διαπρύσιος λάτρης του Πλάτωνα επίσκοπος Ιππώνος Aurelius Augustinus, ο γνωστός και ως πολύς ‘άγιος Αυγουστίνος’, (354-430), ο οποίος πήρε, θεωρητικά, από τα χέρια των όποιων κοσμικών εξουσιαστών το κράτος και το παρέδωσε αποκλειστικά και ολοκληρωτικά στα χέρια του ‘θεού’. Έτσι έχτισε το ‘De Civitate Dei’, το ‘Κράτος του Θεού’, τα θεμέλια του οποίου δείχνουν τη φύση και τη μορφή αυτού του κράτους, αλλά και την λειτουργία του θεού/φετίχ:
· ‘Η ‘Πολιτεία του Θεού’ αντιτάσσεται στην Γήινη Ρωμαϊκή Πολιτεία, η οποία παρακμάζει, εξαρθρώνεται, εξουθενώνεται και εξ’ αιτίας των διεφθαρμένων ηθών της και του άσβεστου πόθου της για νέες κατακτήσεις καταρρέει.
· Η χριστιανική θρησκεία είναι αποκάλυψις, δεν είναι προϊόν λογικής σκέψης και επιστημονικής ανάλυσης των πραγμάτων’.
· Όλοι οι άνθρωποι είναι, δια του προπατορικού αμαρτήματος, αμαρτωλοί και γι’ αυτό δεν πρέπει να επιδιώκουν την ευτυχία, αλλά την λύτρωση, την σωτηρία, τη οποίαν όμως δεν μπορούν να την βρουν σε αυτόν εδώ τον κόσμο, αλλ’ ‘εις την εκείθε του τάφου ζωήν’.
· Οι άνθρωποι είναι ατελείς και αμαρτωλοί και συνεπώς όσο και αν τους τιμωρεί ο θεός είναι για το καλό τους.
· ‘Ο Χριστιανός δεν έχει ως πατρίδα του την Γη, σ’ αυτή την κοσμική σφαίρα είναι απλός οδοιπόρος και γι’ αυτό η σχέση του προς τα αγαθά της παρούσας ζωής είναι αρνητική κατ’ ουσία και γι’ αυτό δεν πρέπει να τα επιθυμεί, να τα αγαπά και να τα απολαμβάνει’
· Όσοι επιθυμούν να πλουτίσουν μπαίνουν σε πειρασμό και σε παγίδα, σε πολλές, βλαβερές και ανόητες επιθυμίες οι οποίες οδηγούν τον άνθρωπο στην απώλεια, αφού η φιλαργυρία αποτελεί την ρίζα όλων των δεινών, που παραπλανούν από την πίστη και προκαλούν στους πιστούς πολλές και οδυνηρές περιπέτειες’.
· Η ‘ιερά πενία’, ως πρότυπο ζωής των χριστιανών αμείβεται αντίστοιχα στον ουρανό, γι’ αυτό οφείλουν να ζουν με μεγαλύτερη εγκράτεια και να νηστεύουν περισσότερο.
· Οι χριστιανοί που διεξάγουν κατά την θέληση του Υψίστου φονικούς πολέμους, δεν παραβαίνουν την εντολή ‘ου φονεύσεις’, ούτε και εκείνοι που κατά την άσκηση των υπουργημάτων τους, τιμώρησαν με την ποινή του θανάτου, τους κακούς σύμφωνα με τον νόμο του θεού, δηλαδή τους απίστους’[27].
Ο Αυγουστίνος, ήταν Ρωμαίος πολίτης, μιας επαρχίας της αυτοκρατορίας που σήμερα αποτελεί μια περιοχή της Αλγερίας. Σε ένα ταξίδι του στη Ρώμη προσχωρεί, δια του πλατωνισμού, το 387, στον χριστιανισμό και το 395 είναι ήδη επίσκοπος Βασιλικού Ιππώνος της Νουμιδίας και αναλαμβάνει την υπεράσπιση του χριστιανισμού απέναντι σε όσους ‘εθνικούς’, αλλά και χριστιανούς επισημαίνουν την αντίφαση μεταξύ του υποτιθέμενου ‘πάνσοφου και πανάγαθου θεού’ και των τόσων δεινών της ανθρώπινης ιστορίας και καταλήγει στο ‘Κράτος του Θεού’, μια αυθαίρετη φιλοσοφία της ιστορίας με πολύ μυστικισμό. Όλο αυτό το σύμφυρμα σηματοδοτεί την μεγάλη καμπή και την τάση του διαμορφωμένου ήδη ιερατείου του ρωμαιοχριστιανισμού να μετεξελιχθεί από εργαλείο της αυτοκρατορικής εξουσίας σε αυτοτελή εξουσία, επιλογή που το ανάγκασε σε διμέτωπο αγώνα τόσο ενάντια στους ‘εθνικούς’ όσο και ενάντια στην αυτοκρατορική εξουσία. Γι’ αυτό τον σκοπό ο ‘ρωμαιοχριστιανισμός’ πασχίζει να αποβάλλει την ρωμαϊκή προέλευσή του και να κρατήσει μόνο τις εβραϊκές του ρίζες περί μεσσία και ‘περιούσιου λαού’. Να σημειώσουμε, για την κατανόηση της προσωπικότητάς του, ότι ο Αυγουστίνος ήταν σύγχρονος της Υπατίας, (360-415), την οποία κατακρεούργησε, σύμφωνα με τον ιστορικό της εποχής, Σωκράτη Σχολαστικό, μαινόμενο πλήθους χριστιανών υπό τις οδηγίες του Επισκόπου Αλεξανδρείας Κυρίλλου, που σήμερα λατρεύεται ως άγιος της χριστιανοσύνης. Δεν ξέρω πόσο περήφανοι είναι για τον απαράμιλλο σε σκληρότητα διώκτη του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και αιμοσταγή δολοφόνο Κύριλλο οι σύγχρονοι Έλληνες ‘χριστιανοί’, ξέρω όμως ότι κάποιοι φρόντισαν να είναι σχεδόν άγνωστη η Ελληνίδα Υπατία, φιλόσοφος, αστρονόμος και μαθηματικός στην Αλεξάνδρεια, ένα από τα κορυφαία μυαλά της εποχής της, κι’ όχι μόνο.
Το ‘κράτος του θεού’ όπως το φαντάστηκε, με κάθε λεπτομέρεια το περιέγραψε και το δίδαξε ο Αυγουστίνος στην ουσία ήταν η ληξιαρχική πράξη θανάτου της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και της δουλοκτησίας και ταυτόχρονα το πέρασμα στην φεουδαρχία με όλα τα χαρακτηριστικά της μεσαιωνικής θεοκρατίας. Τα αντικρουόμενα συμφέροντα που αναπτύχθηκαν στο μεταξύ, ανάμεσα στους τοπικούς φεουδάρχες ηγεμόνες και βασιλιάδες οδήγησαν στο μεγάλο, τάχα για θεολογικούς λόγους, σχίσμα μεταξύ ανατολικής και δυτικής εκκλησίας, το 1054, γεγονός που θρυμμάτισε την ενότητα της Ευρώπης και πυροδότησε ατελείωτες εμφύλιες πολεμικές περιπέτειες που σταμάτησαν κάθε είδους εξελίξεις, με πρωταγωνιστή τον παπισμό, ο οποίος ξεπέρασε σε σκοταδισμό και τρομοκρατία ακόμα και το φοβερό και τρομερό ‘κράτος του θεού’ του Αυγουστίνου.
Β6. Το πνεύμα του Προτεσταντισμού
«Ας πάει στην άβυσσο της κόλασης ακόμα και η αγάπη, αν πρόκειται
να καταστρέψει την πίστη. Καλύτερα να αμαρτάνουν εκατό φορές οι άρχοντες
σε βάρος του λαού, παρά να αμαρτάνει μια φορά ο λαός σε βάρος των αρχόντων.
Το γαϊδούρι θέλει ξύλο, ο όχλος θέλει βία για να κυβερνηθεί»
Λούθηρος
Κατά τον Μεσαίωνα[28], στο απόλυτο ‘κράτος του θεού’, αποκλειστικός ιδιοκτήτης της γης βρέθηκε, όπως είδαμε, να είναι ο ‘θεός’ και αποκλειστικός διαχειριστής του όποιου ο πάπας, ή ο αυτοκράτορας, ή ο βασιλιάς, ή αργότερα και ανατολικότερα ο σουλτάνος που εκχωρούσε γη και κοινωνικό πλούτο ανάλογα με το μέγεθος της υποστήριξης που εξασφάλιζε. Ιδιαίτερα ο πάπας θεωρούσε αμάρτημα την επιθυμία και πολύ περισσότερο την απόκτηση πλούτου από του πιστούς, κι’ αυτό για να διατηρηθεί η εξουσία που προσφέρει ο πλούτος αποκλειστικά υπόθεση δική του και της συμμορίας του. Βέβαια ο πάπας, «του οποίου ο πλούτος είναι σήμερα μεγαλύτερος από εκείνον του πλουσιότατου Κροίσου»[29], ως ιδιοκτήτης ‘γραφείου ταξιδίων ψυχών’ άφηνε περιθώριο σε όσους παράνομα αμάρταναν αποκτώντας πλούτο να πληρώσουν, προκειμένου να τους πουλήσει ένα πανάκριβο εισιτήριο για τον παράδεισο. Για τους άλλους που δεν είχαν πλούτο «οι ιερείς δρουν με άγνοια και κακία, στην περίπτωση των αποθνησκόντων, όταν επιφυλάσσουν γι' αυτούς εκκλησιαστικές τιμωρίες για το καθαρτήριο»[30]. Τα συγχωροχάρτια του πάπα και η αχρεία συμπεριφορά του κλήρου απέναντι στους φτωχούς πιστούς, δυό είδη φετίχ της ‘αμαρτίας’, αλλά κύρια η ανερχόμενη εμποροκρατία που πίεζε να ξεκολλήσει ‘η ρετσινιά της αμαρτίας του να επιθυμείς τον πλούτο’ από πάνω της, αποτέλεσαν την αφορμή και την αιτία για το ξέσπασμα της λουθηρανής επανάστασης, με την ‘Διακήρυξη Διαμαρτυρίας των 95 Θέσεων’, στις 31 Οκτωβρίου 1517, από τον Γερμανό ιερωμένο Martin Luther, (1483-1546), που την τοιχοκόλλησε στην πόρτα της εκκλησίας της πόλης Wuerttemberg, η οποία και αποτέλεσε την αφετηρία της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης.
Ο Λούθηρος προσπάθησε να κρύψει κάτω από τον θεολογικό μανδύα του τις πραγματικές προθέσεις του, αλλά έπρεπε παράλληλα να στείλει με όση καθαρότητα μπορούσε το μήνυμα προς εκείνους που θα στήριζαν την επανάστασή του, οπότε αποφαίνεται:
· «Ότι ο θησαυρός των συχωροχαρτιών είναι φυσικά απόλυτα αποδεκτός, διότι κάνει τον έσχατο πρώτο, (64)
· Επομένως οι θησαυροί του ευαγγελίου είναι δίχτυα με τα οποία κάποιος στο παρελθόν ψάρευε ανθρώπους του πλούτου, (65).
· Οι θησαυροί των συγχωροχαρτίων είναι δίχτυα με τα οποία κάποιος σήμερα ψαρεύει τον πλούτο των ανθρώπων, (66).
· Τα συγχωροχάρτια, τα οποία οι δημαγωγοί επιδοκιμάζουν ως τις μεγαλύτερες χάρες είναι στην πραγματικότητα τέτοιες μόνο εφόσον αυξάνουν το κέρδος», (67).
Ο Λούθηρος τόλμησε τελικά να αμφισβητήσει καίρια τον διαμεσολαβητικό ρόλο της παπικής Εκκλησίας και να αποκαταστήσει την αμεσότητα της σχέσης ανθρώπου με τον ‘θεό’, ως φετίχ της νέας ανερχόμενης κοσμικής εξουσίας και με αυτόν τον τρόπο κατάφερε να κατεβάσει τον πάπα από τον ‘Θρόνο του Απόστολου Πέτρου’, όπως αποκαλείται ο παπικός θρόνος του Βατικανού, και μάλιστα χωρίς περιστροφές, όταν γράφει:
· «Κηρύσσουν μόνο ανθρώπινες διδασκαλίες όσοι λένε πως μόλις τα νομίσματα κουδουνίσουν στο χρηματοκιβώτιο, η ψυχή φεύγει από το καθαρτήριο, (27), για να μεταφέρει έμμεσα την ατιμία, το να αποκτάς πλούτο, στα χέρια του κεντρικού φετίχ, του ’θεού’.
· «Είναι βέβαιο πως μόλις τα νομίσματα κουδουνίσουν στο χρηματοκιβώτιο, ίσως αυξηθεί το κέρδος και η πλεονεξία, αλλά όταν παρεμβαίνει η εκκλησία, το αποτέλεσμα βρίσκεται αποκλειστικά και μόνο στα χέρια του Θεού», (28), για να καταλήξει με κάποια υποκριτική, επαγγελματική, θεολογική, συστολή βέβαια στο ζητούμενο:
· «Οι Χριστιανοί πρέπει να διδαχθούν ότι, εκτός κι αν έχουν περισσότερα από όσα χρειάζονται, οφείλουν να εξοικονομούν αρκετά χρήματα για τις ανάγκες της οικογένειάς τους και σε καμία περίπτωση να μην τα σπαταλούν αγοράζοντας συγχωροχάρτια».
Έτσι γεννήθηκε το ‘πνεύμα του καπιταλισμού’[31] και η καινούργια εξουσία αφέθηκε και πάλι στα ‘χέρια του ίδιου αόρατου θεού’, δηλαδή του γνωστού φετίχ της εξουσίας, που όχι μόνο δεν θεωρεί αμαρτία τον πλουτισμό, αλλά τον ‘ευλογεί’ με όλα τα μέσα και όλες τις ατιμίες αψηφώντας ακόμα και την ίδια τη ζωή και την ελευθερία των ανθρώπων και ιδιαίτερα των εργαζόμενων ανθρώπων. Το αποτέλεσμα ήταν ο πλούτος να ξεφύγει από τα χέρια του αυτοκράτορα, του πάπα ή του βασιλιά, όπως και από τους πύργους της φεουδαρχικής μπουρζουαζίας για να φωλιάζει και να επωάζεται στα εργαστήρια, στις συντεχνίες και στα εμπορικά κέντρα που εμφανίζονταν με ταχύτητα το ένα μετά το άλλο στις παραποτάμιες και παραθαλάσσιες πόλεις/κόμβους του εμπορίου.
Β7. Η ‘αόρατη χειρ’ Το φετίχ του κεφαλαίου
Στην κλασική οικονομική θεωρία κυριαρχεί η έννοια του ατόμου, της ατομικής ιδιοκτησίας, της αγοράς και του ‘ελεύθερου ανταγωνισμού’, η οποία υποτίθεται ότι καθοδηγείται από το συνολικό ατομικό συμφέρον, το ‘αόρατο χέρι’, όπως ερμήνευσαν οι υπέρμαχοι του οικονομικού φιλελευθερισμού τον σχετικό υπαινιγμό του Άνταμ Σμιθ (1723-1770), υπονοώντας, προφανώς, ότι πρόκειται για ‘το χέρι του θεού’. Αν και το ‘αόρατο χέρι’ δεν ήταν παρά μια έμμεση αναφορά, ένας υπαινιγμός αναφορικά με υποτιθέμενες ιδιότητες των δυνάμεων της απρόσωπης ελεύθερης αγοράς να αυτορυθμίζεται, δεν παύει να εκλαμβάνεται ως κάποια αόρατη μεταφυσική δύναμη, πράγμα που μεταφυσικοποιεί, δηλαδή φετιχοποιεί, υπαρκτές οικονομικές οντότητες που συγκρούονται στην προσπάθειά τους να αυξήσουν με κάθε θεμιτό και αθέμητο τρόπο, το μερίδιο αγοράς τους, με στόχο να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, εκτοπίζοντας τους ανταγωνιστές τους, αλλά και την κοινωνία την ίδια από τον ρόλο της ως υποκείμενο της οικονομικής δραστηριότητας και ως έλλογο και επιλεκτικό χρήστη των παραγόμενων υλικών και πνευματικών αγαθών. «Το συμφέρον των επιχειρηματιών», υποστηρίζει ο πατέρας της Πολιτικής Οικονομίας, ο Άνταμ Σμιθ, «σε οποιοδήποτε κλάδο του εμπορίου ή της μανιφακτούρας είναι πάντα από ορισμένες απόψεις διαφορετικό και μάλιστα αντίθετο από αυτό της χώρας. Το συμφέρον τους είναι πάντα η διεύρυνση της αφοράς τους και ο περιορισμός του ανταγωνισμού. Βέβαια η διεύρυνση της αγοράς, ενδέχεται σε κάποιο βαθμό να συμβαδίζει με τα συμφέροντα της κοινωνίας. Αλλά ο περιορισμός του ανταγωνισμού είναι πάντα αντίθετος με όλα αυτά, και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να δώσει στους επιχειρηματίες την δυνατότητα να επιβάλλουν για δικό τους λογαριασμό έναν αυθαίρετο φόρο επί των συμπολιτών τους, μέσω της αύξησης των κερδών τους πάνω από τα φυσικά τους επίπεδα. Η προσπάθεια κάθε νόμου, ή ρύθμισης του εμπορίου που προέρχεται από αυτήν την τάξη θα πρέπει πάντα να ακούγεται με επιφύλαξη και δεν θα πρέπει να υιοθετείται παρά μόνο μετά από μακρά και προσεχτική εξέταση με την επίδειξη της μέγιστης σχολαστικότητας, αλλά και της μέγιστης καχυποψίας» [32]. Η ζωή απόδειξε πόσο δίκιο είχε, με τις επιφυλάξεις του, ο Άνταμ Σμιθ, αφού τελικά ο λεγόμενος ελεύθερος ανταγωνισμός δεν λειτούργησε και δεν λειτουργεί επειδή ισχυρά ορατά επιχειρηματικά χέρια μπορούν να τον μπλοκάρουν, πράγμα που συμβαίνει εξαιτίας του κοινωνικού και όχι του τεχνικού καταμερισμού της εργασίας όπως πολλοί οικονομολόγοι εννοούν τον καταμερισμό της εργασίας. Ο Άνταμ Σμιθ που εισήγαγε την έννοια του καταμερισμού της εργασίας, αναφερόμενος στο παράδειγμα παραγωγής καρφιτσών[33] τον αντιλαμβάνεται ως διαφοροποίηση δεξιοτήτων, που αναπτύσσονται σταδιακά κατά την διαδικασία παραγωγής των διαφόρων εμπορευμάτων, που καταλήγουν σε ‘ιδιαίτερα επαγγέλματα’, δηλαδή ως σύνολο ομοειδών τεχνικών δραστηριοτήτων. Δεν είναι όμως ο τεχνικός καταμερισμός της εργασίας που δημιουργεί επιχειρηματίες, αλλά είναι ο καταμερισμός των μέσων παραγωγής, και στην περίπτωσή μας η ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής, που δίνει την δυνατότητα στους ιδιοκτήτες τους να οργανώνουν την κοινωνική παραγωγή αποκλειστικά για το δικό τους συμφέρον αποκλείοντας τους εργαζόμενούς τους, κατ’ επέκταση και την κοινωνία συνολικά από κάθε δικαίωμα, πέραν του ημερομίσθιου, επί των παραχθέντων αγαθών. Είναι συνεπώς το συμφέρον του κάθε ιδιοκτήτη μέσων παραγωγής/επιχειρηματία που τον οδηγεί στη ‘ρύθμιση του εμπορίου’ και στον ‘περιορισμό του ανταγωνισμού’ προκειμένου να οδηγήσει όσους περισσότερους ανταγωνιστές του μπορεί εκτός ανταγωνισμού, ή να τους αγοράσει, ή και να συγχωνευθούν.
Όταν η δυναμική των επιχειρήσεων ξεπερνά τα εθνικά τους σύνορα, τότε το συμφέρον τους, τους οδηγεί στην προσπάθεια περιορισμού του διεθνούς ανταγωνισμού, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα το κλείσιμο των αδύναμων ανταγωνιστών τους στις διάφορες χώρες με αποτέλεσμα οι οικονομίες αυτών των χωρών να γίνονται συμπληρωματικές προς αυτές των μεγάλων επιχειρήσεων και των χωρών προέλευσής τους, συνθήκη που αποκλήθηκε διεθνής καταμερισμός της εργασίας. Πρόκειται, όπως γίνεται φανερό, για την διεθνοποίηση του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας που ξεκίνησε ως εμπόριο με άνισους όρους για να εξελιχθεί σε αποικιοκρατία και ιμπεριαλισμός που συνοδεύτηκαν πάντα από κάποια αντίστοιχα εξουσιαστικά φετίχ του θεού, του κεφαλαίου και της εξουσίας, προσωποποιημένα από τους ιεραπόστολους, αρχικά για να ακολουθήσουν οι έμποροι και τέλος οι στρατοί[34] για να κλείσουν τον κύκλο της υποταγής και της εξάρτησης με κατάληξη την σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Είναι αυτό το σύμπλεγμα δυνάμεων που ελέγχουν την νομοθετική και πολιτική εξουσία σε βαθμό που να μην είναι σε θέση να αποτρέψει την διαμόρφωση μονοψωνίων, όπως αυτά των πρώτων υλών, της ενέργειας[35], της τεχνολογίας κ. λπ., και μονοπωλίων, όπως αυτά της παραγωγής και της διακίνησης που οδηγούν στον ανορθολογικό οικονομισμό, στην τεχνητή έλλειψη αγαθών, στην κερδοσκοπικά ελεγχόμενη τιμολογιακή πολιτική με αποτέλεσμα την ακραία ανισοκατανομή του πλούτου που διχάζει τις κοινωνίες και την ανθρωπότητα. Είναι η ασύδοτη φιλελεύθερη οικονομική θεωρία, πρακτική και πλάνη που οδήγησαν την ευρωπαϊκή, αλλά και την παγκόσμια οικονομία σε ακραίες ανισοκατανομές του πλούτου και σε δομικές στρεβλώσεις με κατάληξη τις καταστροφικές οικονομικές κρίσεις, με κορυφαία αυτήν του 1929-1932. Αλλά και σε θανάσιμα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, στην μορφή άπειρων καταστροφικών πολέμων, με κορυφαίους τον Πρώτο και τον Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αποδείχνοντας ότι η κλασική οικονομική θεωρία στερείται, τόσο σε μικροοικονομικό όσο και σε μακροοικονομικό επίπεδο, στοιχειώδους επιστημονικής θεμελίωσης, και επιπλέον στερείται κοινωνικής ευαισθησίας και δικαιολόγησης με αποτέλεσμα να λειτουργεί ως ιδεολογία του κεφαλαίου και σε βάρος της κοινωνίας.
Β8. Κρατισμός. Το Φετίχ του ‘συλλογικού καπιταλιστή’
Στον αντίποδα της οικονομικής θεωρίας του φιλελεύθερου καπιταλισμού διαμορφώθηκε το ‘σοσιαλιστικό πρόταγμα’, αρχικά από τους, από τον Μαρξ, υποτιμημένους ‘ουτοπικούς σοσιαλιστές’[36] και στην συνέχεια από τον ίδιον τον Μαρξ και τον Ένγκελς που ευαγγελίστηκαν και αγωνίστηκαν για την ‘κομμουνιστική κοινωνία’, χωρίς ωστόσο να δώσουν στην σχετική θεωρητική τους σύλληψη, μια ολοκληρωμένη θεωρία περί σοσιαλισμού και πολύ λιγότερο περί κομμουνισμού. Το αποτέλεσμα ήταν να παρεννοηθεί η αντίληψη των Μαρξ-Ένγκελς είτε ως σοσιαλδημοκρατία και διεστραμμένος κρατισμός στη μορφή του φασισμού και του εθνικοσοσιαλισμού, είτε ως λενινισμός, σταλινισμός, χρουτσοφισμός, μπρεζνιεφισμός και τέλος ως γκορμπατσωφισμός, με τη μορφή της ‘δικτατορίας του προλεταριάτου’, η οποία στην πορεία αποκαλύφτηκε ότι δεν ήταν παρά μια απόπειρα φετιχοποίησης του αστικού κράτους στην μορφή του κρατικού/συλλογικού καπιταλισμού, ένα είδος ‘καπιταλιστικού κομμουνισμού’. Τελικά ως κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός επέστρεψε ‘ειρηνικά’ στον κλασικό καπιταλισμό, την στιγμή που ήταν αναγκαίο ένα βήμα προς την πλήρη άρνηση του καπιταλισμού με την μορφή της Δημοκρατίας του προλεταριάτου, ή της Συμβουλιακής Δημοκρατίας στο όνομα της οποίας έγινε και η Οκτωβριανή επανάσταση, αν όχι στην μορφή και στην ουσία της Άμεσης Δημοκρατίας. Αυτή η προφανώς προσχεδιασμένη υπαναχώρηση του σοβιετικού συνασπισμού αποτέλεσε σημαντική ιστορική ήττα όλων των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού που είχαν πιστέψει στην τάχα αντικαπιταλιστική προπαγάνδα του σοβιετικού apparat και της Τρίτης Διεθνούς, γεγονός που έδωσε το φιλί της ζωής στον παρακμάζοντα και ιστορικά νεκρό καπιταλισμό. Κι όλα αυτά επειδή η ανατολική, σοσιαλιστική τάχα, οικονομική θεωρία ταύτιζε σκόπιμα τον καπιταλισμό με τον καπιταλισμό των επιχειρηματιών και η δυτική οικονομική θεωρία ταύτιζε, για λόγους σκοπιμότητας επίσης, τον σοβιετικό και κινέζικο κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό με τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Όμως, όπως ο κρατισμός δεν έχει καμιά σχέση με τον ουμανιστικό σοσιαλισμό και πολύ περισσότερο με τον αταξικό ουμανισμό, έτσι και ο καπιταλισμός δεν είναι απλά κεφάλαια, ταμπέλες, κτίρια και εμπορεύματα, γιατί ο καπιταλισμός, για να ξαναθυμηθούμε τον Μαρξ, δεν είναι παρά μια κοινωνική σχέση όπου ως σχέσεις παραγωγής οι λίγοι, αυτοί που άμεσα ή έμμεσα ορίζουν τα μέσα παραγωγής, εξουσιάζουν τους πολλούς, πράγμα που μπορεί να μεταμορφώνεται από κλασική αστική δημοκρατία, σε σοσιαλδημοκρατία, σε φασιστική δικτατορία, ακόμα και σε ‘δικτατορία του προλεταριάτου’, χωρίς, ή και ενάντια στο προλεταριάτο.
Β9. Κρατικός παρεμβατισμός. Το Φετίχ της αστικής δημοκρατίας
Η ασύδοτη ανάπτυξη του καπιταλισμού οδήγησε σε μια κρίση υπερσυσσώρευσης πλούτου και υπερπαραγωγής εμπορευμάτων που κατάληξαν στην μεγάλη κρίση του 1929-1932, κατά την οποία εκατομμύρια άνθρωποι πείνασαν, επειδή υπήρχαν πολλά διατροφικά αγαθά στις αποθήκες που δεν μπορούσαν να πωληθούν, γιατί είχε σχεδόν μηδενιστεί η ρευστότητα χρήματος. Η ανθρωπότητα βρέθηκε μπροστά στην αμηχανία και την ανικανότητα της οικονομικής θεωρίας να εξηγήσει γιατί συμφέρει περισσότερο τους επιχειρηματίες να καίνε, να καταστρέφουν ή να ρίχνουν στη θάλασσα την παραγωγή τους αντί να τη δωρίσουν στους πληθυσμούς που την είχαν άμεση ανάγκη για να επιβιώσουν. Για πρώτη φορά είχε φανεί τόσο καθαρά η αντίφαση, ο ανορθολογισμός και η αντικοινωνικότητα, αλλά και η αδυναμία του να συνεχίσει να λειτουργεί, του κεφαλαιοκρατικού συστήματος.
Μεσολάβησε ο Τζων Μάυναρντ Κέυνς, (1883-1946), που προσπάθησε να αναδείξει το ίδιο το αστικό κράτος, ως εκπρόσωπο και δημοκρατική έκφραση ολόκληρης της κοινωνίας, σε ρόλο ρυθμιστή της οικονομίας, χωρίς ωστόσο να αρνηθεί την φύση και τον ρόλο της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής. Τελικά ο κευνσιανισμός ‘έβγαλε το κάρο του καπιταλισμού από τη λάσπη’ γεγονός που ανάδειξε τον ρόλο της κοινωνίας, ακόμα και στην μορφή της αστικής δημοκρατίας, αλλά ως εκεί. Γιατί από το κεφάλαιο, ο κευνσιανισμός, έγινε αποδεκτός, ως φάρμακο[37], μέχρι να συνέλθει ο καπιταλισμός από την κατρακύλα του, μεταφέροντας το κόστος, σε ζωές, σε οικονομικοκοινωνικές υποδομές και σε θυσίες ανοικοδόμησης, στις πλάτες των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, στην εργαζόμενη ανθρωπότητα. Στην ανθρωπότητα όμως ενισχύθηκε η διαχρονική ιδέα για τον αποκατάσταση της σχέσης μεταξύ οικονομίας και κοινωνίας, με την έννοια ότι η κοινωνία είναι το κυρίαρχο στοιχείο και όχι η οικονομία, που σημαίνει ότι η κοινωνική επιχειρηματικότητα, σε αντίθεση με την ιδιωτική επιχειρηματικότητα, μπορεί να αποφεύγει τις σπατάλες και τις κρίσεις, γιατί η κοινωνία έχει συμφέρον να δημιουργεί με ορθολογισμό, φειδώ και σύνεση χρήσιμο και ειρηνικό πλούτο στα πλαίσια σχέσεων εργασίας που ενώνουν τους ανθρώπους και αριστοποιούν του πόρους. Μόνο που αυτή η ιδέα δεν έγινε ακόμα δύναμη ικανή για την μία και μοναδική, μεγάλη και βαθιά συστημική/κοινωνική αλλαγή που θα καταργήσει τον βίαιο κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας και θα αποκαταστήσει την ενότητα της εργασίας, δηλαδή την ενότητα της οικονομίας και της κοινωνίας.
Β10. ‘Οι αγορές’. Το Φετίχ του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου
Μόλις ο καπιταλισμός ξαναστάθηκε στα πόδια του, με την θυσία των κοινωνιών στον αγώνα κατά του φασιστικοναζιστικού άξονα, αλλά και της καπιταλιστικής ανοικοδόμησης, η επίθεση του κεφαλαίου με την σημαία της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας και του πολιτικού νεοφιλελευθερισμού ενάντια στις κοινωνίες έγινε σφοδρότερη και με σχέδιο που περιλαμβάνει τους παρακάτω βασικούς στόχους:
· Απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων με την οποία διόγκωσε την ανεργία, γενίκευσε την επισφάλεια της εργασίας και την κοινωνική ανασφάλεια παραλύοντας κάθε πιθανή κοινωνική αντίδραση.
· Ιδιωτικοποίηση των πάντων, ουσιαστικά πρόκειται για βίαιη απαλλοτρίωση, κάθε κρατικής οικονομικής και κοινωνικής δομής και δραστηριότητας για να βγάλει από τη μέση ανταγωνιστές και να μεγιστοποιήσει τα ιδιωτικά κέρδη.
· Απορρόφηση όλων των μικρομεσαίων οικονομικών και εμπορικών δομών από τα ελάχιστα, παγκόσμιας εμβέλειας, οικονομικά συγκροτήματα, γεγονός που δεν θα ενισχύσει οικονομικά μόνο τα μονοπώλια, αλλά θα αποδυναμώσει ακόμα περισσότερο την αστική δημοκρατία που διαμαρτύρεται για την καταστροφή της τάξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και την ισοπέδωση των κοινωνιών, ανοίγοντας τον δρόμο για ακόμα αυταρχικότερες μορφές διακυβέρνησης.
· Διάλυση του κράτους ως έστω συμβολικού ρυθμιστή της οικονομίας και εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης και μετατροπή του σε ‘νυχτοφύλακα του κεφαλαίου’.
· Καταστροφή, με οικονομικά και στρατιωτικά μέσα, όλων των χωρών που αρνούνται την υποταγή τους στο σχέδιο του σκληρού πυρήνα του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου που αποσκοπεί στην ηγεμόνευση του αμερικανισμού.
Έτσι γεννήθηκε ο οικονομικός νεοκλασικισμός με πολιτική έκφρασή του τον νεοφιλελευθερισμό, με κύριους θεωρητικούς εκφραστές του τον Friedrich August Hayek, (1899-1992) και τον Milton Friedman, (1912-2006), που αρνούνται την ύπαρξη και τον ρόλο των κοινωνικών οντοτήτων, γιατί κατ’ αυτούς υπάρχουν μόνο ‘άτομα και συμφέροντα’ που ως ‘αγορές’ και παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο οφείλουν να ισοπεδώσουν θεσμούς, οικονομίες, κοινωνίες και πολιτισμούς για μια χωρίς όρια και περιορισμούς καταδυνάστευση των εργαζόμενων και του πλανήτη. Κι όλα αυτά στο όνομα της οικονομικής μεγέθυνσης, υποτίθεται για να μεγαλώσει η ‘πίτα’ που τάχα θα εξαλείψει τις οικονομικοκοινωνικές ανισότητες και την παγκόσμια φτώχεια και πείνα. Το αποτέλεσμα είναι σε όλους μας γνωστό, ως πολτοποίηση των κοινωνιών και της ανθρωπότητας σε μια σχέση όπου το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού δρα εναντίον του 99%, αφού το 1% ελέγχει την παγκόσμια οικονομία κατά συνέπεια και τον παγκόσμιο πλούτο, ενώ το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού προσπαθεί σε συνθήκες απόλυτου εξουσιαστικού φόβου και ανασφάλειας να επιβιώσει στις παρυφές του καπιταλισμού.
Αποδείχνεται, λοιπόν, ότι η νεοκλασική οικονομική θεωρία έχει πολύ μικρότερη σχέση με την επιστήμη και περισσότερη με την αποικιοκρατική και ιμπεριαλιστική ιδεολογία λεηλασία της ανθρωπότητας και του πλανήτη[38], γιατί ως κράμα μεταφυσικής φονταμενταλιστικής θρησκείας και εξουσιαστικής ιδεολογίας θεοποιεί/φετιχοποιεί το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο με την μορφή των τάχα αόρατων και παντοδύναμων αγορών που αποσκοπούν σε μια Νέα Παγκόσμια Τάξη που θε υπογράψει, υποτίθεται, το τέλος της ιστορίας με την διαιώνιση του καπιταλισμού.
Ο σύγχρονος πατριάρχης του αμερικανοσιωνισμού, της ιδεολογίας του ‘περιούσιου λαού του θεού’ και του παγκόσμιου καπιταλισμού, ο Βαρόνος Jacob Rothschild, ο αποκαλούμενος και ‘Βασιλιάς του Ισραήλ του 21ου αιώνα’, φέρεται, εκπροσωπώντας όλους τους μεγαλοκαπιταλιστές, να έχει δηλώσει ότι ‘We do God’s own work’ (‘εκτελούμε το έργο του θεού’), που σημαίνει ότι ο ‘θεός τους’ και όχι το κεφάλαιο ευθύνεται για την τρέχουσα καπιταλιστική βαρβαρότητα και τον καινούργιο μεσαίωνα που χειμάζει τον πλανήτη. Άλλωστε και ο νομισματικός πόλεμος του δολαρίου, δηλαδή του αμερικανισμού, ενάντια σε όλα τα άλλα νομίσματα, δηλαδή σε όλες τις άλλες οικονομίες και κοινωνίες με όπλο το ‘in god we trust’ διεξάγεται. Πρόεδροι των ΕΠΑ υποστηρίζουν ότι συνομιλούν με το ‘θεό’ και με την άδειά του μακελεύουν την ανθρωπότητα και τον πλανήτη, χωρίς ωστόσο οι υποτιθέμενοι ‘κατά κόσμον εκπρόσωποί του’ να διαμαρτύρονται για τον απάνθρωπο σφαγιασμό των λαών. Αλλά και επώνυμοι ‘επίσκοποι και πατριάρχες της οικονομικής επιστήμης’ όπως και οι για βιοπορισμό καλλιεργούντες την οικονομική θεωρία σιωπούν παραδειγματικά, για τα τριάντα αργύρια της προδοσίας, όχι μόνο της επιστήμης και της συνείδησής τους, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας.
Σε τελική ανάλυση η φετιχοποίηση του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου και του σκληρού πυρήνα του, που λειτουργεί σήμερα ως παγκόσμια υπερκυβέρνηση με την αόριστη και αόρατη μορφή των ‘αγορών’, είναι το αποτέλεσμα της διαρκούς, άμεσης και έμμεσης ιδεολογικής χειραγώγησης του κοινωνικού συνόλου, μέσω των θεσμών και των φετίχ/μηχανισμών, με σκοπό την απόκρυψη του αλλοτριωτικού χαρακτήρα των οικονομικών δομών, των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Συνέπεια όλης αυτής της συνωμοσίας είναι να δημιουργείται μια μαζική ψευδαίσθηση που οδηγεί τα άτομα σε οπαδοποίηση και σε αγελαίες συμπεριφορές, στη θρησκοληψία, στη φετιχολατρία, στη μοιρολατρία, σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, στην υποταγή, και τις κοινωνίες σε μειωμένη αυτοπεποίθηση και παραίτηση από τον ιστορικό τους ρόλο ως υποκείμενα της ιστορίας. Αυτός είναι ο ενδιάμεσος στόχος τους, και για να φτάσουν στον τελικό σκοπό τους, που προφανώς είναι η πλήρης ρομποτοποίηση, μετανθρωποποίηση ή ‘υπερανθρωποποίηση’ του ανθρώπινου είδους, συσκοτίζουν τα πάντα και για να αντικαταστήσουν την αντικειμενική με μια εικονική-φετιχοποιημένη πραγματικότητα με ακαταλαβίστικα σύμβολα και θανατηφόρες θρησκοληψίες. Γι’ αυτό οι εξουσίες φετιχοποιούν τα πάντα, για να μην μείνει κανένα παράθυρο ανοιχτό που θα φωτίζει τα μυαλά των ανθρώπων. Σήμερα ο καπιταλισμός εφαρμόζει με την βοήθεια πολλών επίορκων ‘επιστημόνων’ την τεχνική του σπηλαίου του Πλάτωνα, για την ολιστική φετιχοποίηση του πραγματικού κόσμου στον εικονικό κόσμο των ψευδαισθήσεων. Έτσι φετιχοποιεί συστηματικά:
· Τη ζωή στη μορφή του θανάτου, ως πέρασμα στην υποτιθέμενη μεταθανάτια ζωή, για να αποκτήσει τάχα αιωνιότητα και αθανασία το φετίχ της, η δήθεν αθάνατη ψυχή και αυτό που πραγματικά αντιπροσωπεύει, η ‘ιερή’ ατομική ιδιοκτησία.
· Τη λογική και τον ορθολογισμό, ως παραλογισμό με τη μορφή του ταξικού νόμου που νομιμοποιεί την κοινωνική ανισότητα και αδικία και εκφράζει τα συμφέροντα της εξουσίας και της πλουτοκρατίας με τις ευλογίες της εξουσιαστικής θρησκείας και της ταξικής ιδεολογίας.
· Την κοινωνία και την κοινωνική ζωή, ως ποίμνιο και εκκλησίασμα του υποτιθέμενου Χριστού-θεού, του όποιου προφήτη και Μεσσία και ως αντικείμενο εξουσιασμού για να μην αποκτήσει η ίδια η κοινωνία την αναγκαία αυτοπεποίθηση για αυτοπροσδιορισμό και αυτοδιεύθυνση.
· Τις σχέσεις παραγωγής, ως σχέσεις αφέντη και δούλου, ως σχέσεις ‘θεού’ και πιστού, ποιμένα και προβάτου.
· Την κοινωνική ανισότητα, ως μεταθανάτια παραδείσια ‘ισότητα’.
· Τη γόνιμη, ενωτική, δημιουργική διαφορετικότητα και προσωπικότητα, ως άμορφο ποίμνιο απρόσωπων σκιών και ‘λευκών αγγέλων’.
· Την ενότητα κοινωνικής ισότητας και ελευθερίας, ως δυισμό που οδηγεί στον ακραίο τάχα ανταγωνισμό μεταξύ ισότητας και ελευθερίας και στην ακραία ανισότητα για να αποδώσει κέρδος η ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής.
· Τη συντροφικότητα, την αρμονική συμβίωση και τη συνεργασία, ως επαγγελματική ‘συναδελφικότητα’, ως ‘εταιρική συνείδηση’ σε συνθήκες εξαρτημένης εργασίας που οδηγεί στην υποκρισία, στον ατομισμό του αρρωστημένου Εγώ, στην αλληλοϋπονόμευση και στο διαγκωνισμό σε ατομικό επίπεδο, στον σωβινισμό και τον στείρο τοπικισμό, στις αλληλοσπαρασσόμενες εχθρικές συντεχνίες που κονιορτοποιούν τον κοινωνικό ιστό, στην υποβάθμιση του συλλογικού Εμείς ως το σύνολο των εντός κοινωνίας Εγώ, καθιστώντας την κοινωνία ανήμπορη να αντιμετωπίσει την αλλοτριωτική ιδιωτική και κρατική εργοδοσία και συνολικά την καπιταλιστική βαρβαρότητα.
· Τη στέρηση και την πείνα, ως αποχή, νηστεία, ‘ιερή πενία’ και εισιτήριο για τον υποτιθέμενο παράδεισο της αφθονίας και της ευδαιμονίας.
· Την αγάπη για τη ζωή και τη δημιουργία, ως εγκράτεια, αποχή και καλογερισμό και στην μέχρι θανάτου αφοσίωση στην Εκκλησία, στην εξουσία και στο φετίχ της, τον ‘θεό’.
· Την ελευθερία, ως θρησκευτικότητα, θεοπιστία, εθνικισμός και λατρεία στη φετιχοποιημένη εξουσία του κεφαλαίου σε κάποιον ατομικό ή ‘εθνικό’ ‘θεο’ με κάποια κορώνα που παραπέμπει στον καπιταλισμό, φετιχοποιημένο ως εθνικοσοσιαλισμό, αμερικανισμό, γερμανισμό[39], σταλινισμό, κινεζισμό[40], σιωνισμό[41], ισλαμισμό, και ηγεμονισμό, για να χάσει το νόημά της η ελευθερία ως ατομική και κοινωνική ανεξαρτησία και ως κοινωνικός αυτοπροσδιορισμός.
· Την ειρήνη, ως ‘ισορροπία του τρόμου’ και ως ιμπεριαλιστική ειρήνη μεταξύ στρατιωτικών συνασπισμών, με κατάληξη τον ανταγωνισμό των εξοπλισμών και τον πόλεμο για να ξεπερνάει τις κρίσεις του και για να ξαναγεννιέται κάθε φορά από τις στάχτες του ο καπιταλισμός.
· Τη Φύση, ως ατομική τους ιδιοκτησία και ως καταναλωτικό αγαθό με ημερομηνία λήξης, διαπράττοντας ύβριν, με αποτέλεσμα η διαταραχή της Φύσης να επιστρέφει ως κλιματική αλλαγή, ως ‘τρύπα του όζοντος’, ως θανατηφόρες πανδημίες, ως οικολογική καταστροφή και γενικά ως απειλή ενάντια στην ίδια τη ζωή.
· Την παιδεία την φετιχοποιούν μέσω της διαδικασίας που στραγγαλίζει την κριτική σκέψη κει ευνοεί την αποθήκευση αυστηρά στενά εξειδικευμένης γνώσης, υποβαθμίζοντάς την σε τυπική εκπαίδευση που παράγει και αναπαράγει κατά κανόνα ιδιωτεία και ημιμαθείς και ιδεολογικά φορτισμένους υποτακτικούς και δούλους της εξουσίας.
· Το διαχρονικό όραμα και τους μεγάλους κοινωνικούς αγώνες της ανθρωπότητας για κοινωνική ισότητα, ως ουτοπία και απειλή για την ανύπαρκτη ‘κοινωνική ειρήνη’, δηλαδή για την δικτατορία του κεφαλαίου, και με όλα αυτά φετιχοποιούν σε τελική ανάλυση:
· Την βίαιο-γενή υπόσταση, λειτουργία και εξουσία του κεφαλαίου πάνω στην κοινωνία-ανθρωπότητα, ως πανάγαθο αλλά και τιμωρό ‘πατέρα-θεό’, ως ταξική δικαιοσύνη της ανισότητας, ως κράτος φύλακα του κεφαλαίου και ως αντιπροσωπευτική αστική δημοκρατία, η λειτουργία της οποίας αποπροσανατολίζει, με όλα τα φολκλορικά τελετουργικά της, τον άνθρωπο και την κοινωνία του από την απάνθρωπη και καταστροφική φύση του κεφαλαίου, του πραγματικού δημιουργού της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Έτσι, γίνεται προφανές πως: «Το τι θα συμβεί στον πλανήτη Γη εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις ικανότητες του ανθρώπου ως δραματουργού και ως δημιουργικού καλλιτέχνη, κι αυτό με τη σειρά του εξαρτάται, σε όχι μικρό βαθμό, από το πώς αξιολογεί τον εαυτό του. Αυτό που προτίθεται να κάνει στη Γη, χρησιμοποιώντας το χώμα της, τους ορυκτούς πόρους της, το νερό της, τις ενεργειακές ροές της, εξαρτάται πολύ από τη γνώση της ιστορικής του φύσης που έχει και από το σχέδιό του για τους περαιτέρω αυτό-μετασχηματισμούς του. Ως κυρίαρχο βιολογικό είδος ο άνθρωπος τώρα έχει μια ιδιαίτερη ευθύνη προς τα συν-πλάσματά του και προς τον εαυτό του. Θα στρέψει τις συμπαντικές ενέργειες που έχει τώρα στη διάθεσή του σε ανώτερες επιδιώξεις ή πεισματικά και απρόσεκτα θα εξολοθρεύσει τη ζωή και θα θέσει πρόωρα τέρμα και στη δική του ύπαρξη; Αν σκεφτεί πως είναι ένα ασήμαντο σακί με χημικές ουσίες, ενδέχεται ανεύθυνα να περιστείλει όλες τις μορφές και δομές σε σκέτη σκόνη και χαλάσματα»[42].
Στις μέρες μας, ιδιαίτερα στον 21ο αιώνα, κορυφώνεται η αντίθεση ανάμεσα στις δυό βασικές κοσμοαντιλήψεις, αφενός στην αρχαιοελληνική υλιστική-φυσική φιλοσοφία και στις σύγχρονες ανθρωπιστικές επιστήμες που συμπυκνώνεται στον ανθρωποκεντρισμό της πρωταγόριας ρήσης, σύμφωνα με την οποία «μέτρο όλων των πραγμάτων, όσων υπάρχουν και όσων δεν υπάρχουν είναι ο άνθρωπος» και αφετέρου στην άλλη που ξεκινάει κύρια από την ιδεαλιστική φιλοσοφία η οποία καθώς συναντιέται με την εβραϊκή θεοκρατική αντίληψη του μοναδικού θεού και του ‘περιούσιου λαού’ του, ολοκληρώνεται ως νεοπλατωνισμός και ως κρατική θρησκεία του ρωμαιοχριστιανισμού, που αλλοιώνει την πραγματικότητα του κόσμου, της ζωής και του ανθρώπου για λογαριασμό της εξουσίας, του κέρδους και του πλούτου, αδιαφορώντας για τον άνθρωπο, τον πλανήτη και τον πολιτισμό του.
Η έκβαση αυτής της αντίθεσης, που, προς το παρόν ακόμα, εκφράζεται ως σύγκρουση μεταξύ του ενοποιημένου κεφαλαίου και των σκόρπιων δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, θα κρίνει αν η ανθρωπότητα θα κάνει το επόμενο βήμα προς την κοινωνική ισότητα, την οικουμενική ειρήνη και τον οικουμενικό ουμανιστικό πολιτισμό, ή αν το κεφάλαιο θα συμπαρασύρει ολόκληρη την ανθρωπότητα πίσω σ’ ένα καινούργιο μεσαίωνα, σε μια καινούργια φεουδαρχία ή ακόμα πιο πίσω σε μια τεχνοφασιστική, τάχα ‘υπερανθρωπιστική’[43], δουλεία που μεθοδικά μαγειρεύεται στα σκοτεινά εργαστήρια του αμερικανισμού με σκοπό τάχα την ‘αθανασία του ανθρώπου’, μέσω της μεταφοράς του ανθρώπινου νου σε ανθρωπόμορφες μηχανές, που προφανώς δεν θα είναι άνθρωποι, αλλά μηχανές-πολεμιστές-φύλακες της ‘αθανασίας’ του καπιταλισμού.
Γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή, γιατί το μπροστά ή πίσω βήμα της ιστορίας δεν είναι υπόθεση των άλλων, αλλά υπόθεση του καθενός μας ξεχωριστά και όλων μαζί, γιατί σήμερα η καμπάνα της παγκόσμιας φασιστικής τάξης πραγμάτων χτυπά για όλους μας ανεξαίρετα. Και ο αγώνας μας οφείλει να είναι καθολικός και να στρέφεται τόσο ενάντια στο κεφάλαιο, όσο και ενάντια στα πολλά και διάφορα ‘θεία σκιάχτρα’, φετίχ του κεφαλαίου που κατασκευάστηκαν για να διαμεσολαβούν ως δημιουργοί και προστάτες μεταξύ αφεντικών και δούλων, για να συσκοτίζουν την πραγματικότητα, να παραπλανούν κι έτσι να το προστατεύουν από τα θύματά του.
Β11. Φετιχοποιώντας την θρησκευτική πίστη
«Στους ιθαγενείς που μελετήσαμε δεν μπορέσαμε να βρούμε
ούτε ίχνος πίστης σ’ αυτό που εμείς ονομάζουμε θεότητα
και δεν βρήκαμε ούτε ίχνη θρησκευτικών τελετών»
Κάρολος Δαρβίνος
Το κεφάλαιο ως εξουσία πάνω στην οικονομία και στην κοινωνία ολοκληρώνει τον εαυτό του φετιχοποιώντας ότι και όσα εξυπηρετούν την επέκτασή του, την επικράτησή του και την διαιώνισή του. Σε αυτή του τη λειτουργία δεν φετιχοποιεί μόνο αντικειμενικά πράγματα και καταστάσεις για να τα αποσπάσει από τις κοινωνίες και την ανθρωπότητα, αλλά φετιχοποιεί και τα δικά του φετίχ προκειμένου να τα ανταλλάξει με ότι δεν του ανήκει και θα ήθελε να το αποκτήσει και να το θέσει στην υπηρεσία του.
Ο Νοτιοαφρικανός Επίσκοπος, Ντέσμοντ Τούτου, που τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 1984 για τον αγώνα του κατά του apartheid και της αποικιοκρατίας, περιγράφει με τον παραστατικότερο τρόπο τη φετιχοποίηση ολόκληρης της Αφρικής μέσω των ιεραποστόλων του ‘υπαρκτού ευρωπαϊκού χριστιανισμού’, τη μάσκα δηλαδή του ‘υπαρκτού ευρωπαϊκού καπιταλισμού’. «Όταν οι ιεραπόστολοι ήρθαν στην Αφρική, αυτοί κρατούσαν τη Βίβλο κι εμείς τη γη μας. Μας είπαν να προσευχηθούμε. Κλείσαμε τα μάτια και προσευχηθήκαμε. Όταν όμως ανοίξαμε τα μάτια μας, είδαμε ότι εμείς κρατούσαμε τη Βίβλο τους και αυτοί τη γη μας». Τόσο απλό είναι το ‘έργο του θεού’ για τους ιεραπόστολους, τους αποικιοκράτες, τους στρατοκράτες και τους ιμπεριαλιστές καπιταλιστές.
Σε άλλες περιπτώσεις η θρησκευτική πίστη των χριστιανών σταυροφόρων κατάστρεψε χώρες και πολιτισμούς διαπράττοντας γενοκτονίες λειτουργώντας ως μέσο μαζικής καταστροφής και λεηλασίας για λογαριασμό των καπιταλιστικών μητροπόλεων. Η θρησκευτική πίστη στο Ισλάμ[44] αποτελεί σήμερα την αιχμή του δόρατος του πολιτικού Ισλάμ που λειτουργεί ως ιδεολογία του ισλαμοκαπιταλισμού που κι’ αυτός ονειρεύεται, μέσω της τρομοκρατίας, του πετρελαίου και των πετροδολαρίων, τον εξισλαμισμό της Ευρώπης και τον πανισλαμισμό[45], την παγκόσμια ηγεμονία.
Β12. Φετιχοποιώντας τους πολιτικούς θεσμούς
Ο Antonio Gramsi επεκτείνει την θεωρία φετιχοποίησης ένα βήμα παραπέρα, αποδίδοντας ιδιότητες φετίχ ακόμα και σε θεσμούς, υποστηρίζοντας ότι, όταν τα άτομα που συγκροτούν έναν ‘συλλογικό οργανισμό’ τον αντιμετωπίζουν ως κάτι εξωτερικό προς αυτά, που λειτουργεί χωρίς τη συμμετοχή τους, τότε ο οργανισμός παύει να υπάρχει ουσιαστικά, ‘γίνεται ένα φάντασμα του μυαλού, ένα φετίχ’. Το παράδοξο είναι ότι αυτή η φετιχιστική σχέση των ατόμων με τις οργανώσεις δεν διαπιστώνεται μόνο σε καταναγκαστικούς οργανισμούς παραδοσιακού τύπου, όπως λ.χ. το κράτος, η αστυνομία ή η Εκκλησία, αλλά και σε οργανώσεις μη δημόσιες και εθελοντικές, όπως τα κόμματα και τα συνδικάτα. Δημιουργείται έτσι μια μηχανιστική αντίληψη, που εμφανίζει τους οργανισμούς ως υπερφυσική ‘φαντασμαγορική οντότητα’[46], με εξουσιαστικές ιδιότητες πάνω στους δημιουργούς τους, οι οποίες οδηγούν συχνά στον φόβο και στην υποταγή μπροστά στην εξουσία λ.χ. του κόμματος που παραλύει κάθε κριτική διάθεση και φιμώνει κάθε φωνή διαμαρτυρίας. Ακόμα και η έννοια της αυθεντίας αποτελεί ένα είδος φετίχ που οδηγεί στην προσωπολατρία λ.χ. του εκάστοτε κορυφαίου εκφραστή του όποιου θεσμού, η οποία υποβαθμίζει τα μέλη λ.χ. του κόμματος σε θρησκευτική ακολουθία, σε ‘ποίμνιο’ του εκάστοτε Αρχηγού, πρώτου Γραμματέα ή Προέδρου.
Στο καπιταλιστικό εποικοδόμημα υπάρχουν τεράστιοι και πολυδάπανοι μηχανισμοί που κατασκευάζουν ‘είδωλα’, φετίχ, πρότυπα για τη νεολαία, για την γυναίκα και τον άνδρα, με τα οποία προσανατολίζουν τεράστια ανθρώπινα πλήθη προς συγκεκριμένες θρησκευτικές, πολιτικές και άλλες σημαντικές επιλογές ζωής. Από κοντά και ο κόσμος των επιχειρήσεων και του θεάματος που δημιουργούν συνεχώς κερδοφόρες τεχνητές ανάγκες, μόδες και επιθυμητά καταναλωτικά πρότυπα μέσω της διαφήμισης και της μίμησης μέσω του life style και του American way of life που δημιουργούν παθογένειες και εξαρτήσεις και τελικά πλήρη αλλοτρίωση.
Καταλήγοντας, διαπιστώνουμε ότι τα φετίχ και ο φετιχισμός σε συνθήκες ταξικών κοινωνιών και ιδιαίτερα σε συνθήκες απόλυτης κυριαρχίας της καπιταλιστικής οικονομίας πάνω στην κοινωνία, δεν είναι μια εσωτερική διεργασία στα μυαλά των εργαζόμενων, όπως ήταν στην περίπτωση των πρωτόγονων ανθρώπων ή όπως κάποιοι θέλουν να τον παρουσιάσουν σήμερα, αλλά εξωτερικό ‘πνευματικό εμφύτευμα’ που λειτουργεί βάσει στοχοπρογράμματος. Είναι ένα είδος πνευματικού ευνουχισμού, με εργαλείο τη θεοποιημένη κυρίαρχη ιδεολογία, με τα δικά της φετίχ, η οποία αποκρύπτει, κάτω από την αχλή της αστικής δημοκρατίας, τις ταξικές σχέσεις κυριαρχίας και εκμετάλλευσης, εμφανίζοντάς τες, με τη βοήθεια της ‘ψυχοχειρουργικής’ λοβοτομής και του ‘πειραγμένου’ συστήματος εκπαίδευσης και δικαιοσύνης, ως σχέσεις ελευθερίας, αποτελεσματικότητας, ισοπολιτείας και κοινωνικής προόδου.
Γ. ‘Να λύσουμε τα μάγια’
Όπως παλιότερα στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο, έτσι και σήμερα σε εξαρτημένες αποικίες και καθυστερημένες κοινωνίες ή γκετοποιημένα τμήματα μεγαλουπόλεων για κάθε ατομική αποτυχία ή κακοτυχία έπρεπε να φταίει κάποιος άλλος και συνήθως έφταιγαν ‘τα μάγια’, με τις κούκλες και τις καρφίτσες, με αποτέλεσμα να κάνουν χρυσές δουλείες αγύρτισσες και απατεώνες που ήταν ‘ειδικοί’ στο να λύνουν τα ‘μάγια.’ Εδώ και δυό -τρεις αιώνες ο καπιταλισμός δεν δουλεύει καλά, για κάποιους βέβαια δουλεύει πολύ καλά, και για άλλους δουλεύει αλλά σε λάθος κατεύθυνση και σε βάρος των εργαζόμενων, των κοινωνιών, της Φύσης και του πολιτισμού. Όταν οι κοινωνίες, που ‘κι’ όμως υπάρχουν’, διαμαρτύρονται, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, για συγκεκριμένα συμπτώματα και αποτελέσματα της οικονομίας που τις αφορούν άμεσα, οι απαντήσεις που παίρνουν από τους ειδικούς οικονομολόγους και τους αρμόδιους πολιτικούς παραπέμπουν στα ‘μάγια’ του μαγικού καπιταλισμού, για τα οποία προσφέρονται άπειρες λύσεις, όσοι και οι ‘ειδικοί οικονομολόγοι’ της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας που διευθύνουν τα υπουργεία οικονομικών ως υπουργοί, υφυπουργοί, Γραμματείς και σύμβουλοι που καλοπληρώνονται αλλά τα μάγια του καπιταλισμού δεν ξέρουν να τα λύσουν. Τώρα, θα μου πει κανείς, εδώ κοτζάμ ‘αριστερός πρωθυπουργός’ ρωτήθηκε από πρώην πλανητάρχη, ενώπιον ολόκληρης της ανθρωπότητας, να του αναφέρει τρεις τομείς της οικονομίας της χώρας του για να απελευθερώσει από το λυχνάρι του Αλαντίν και να του στείλει τζίνια/επενδυτές, κι’ αυτός δεν βρήκε κανέναν τομέα της οικονομίας της δύσμοιρης Ελλάδας, να του αναφέρει, παρά μόνο να του περιγράψει με περηφάνια και την αντίστοιχη κίνηση, ότι στην χώρα του ‘οι μπίζνες γίνονται κάτω από το τραπέζι’[47] με αποτέλεσμα να κουφαθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα, κι’ εσύ περιμένεις από Bostonian’s να λύσουν τα μάγια του καπιταλισμού, όταν η πολιτική θεωρία που διδάχτηκαν ήταν ακριβώς πως να κάνουν και όχι πως να λύνουν τα μάγια του κεφαλαίου. Κι’ όμως τα ‘μάγια του κεφαλαίου’ υπάρχουν, όπως υπάρχει και η λύση τους
Με όσα προηγήθηκαν γίνεται φανερό πως, χωρίς το εφεύρημα της ‘αθάνατης ψυχής’ και της ‘μεταθανάτιας ζωής’, που τάχα ακυρώνει τον θάνατο και εξασφαλίζει αιώνια ζωή, καμιά έννοια ‘θεού’ δεν θα μπορούσε να σταθεί, ούτε θρησκείες θα υπήρχαν και συνεπώς οι εξουσίες, χωρίς τον φόβο του ‘θεού’ θα ήταν, ως κοσμική υπόθεση, ανίσχυρες να επιβληθούν στις κοινωνίες, πράγμα που θα επέτρεπε στις κοινωνίες να αυτοδιευθύνονται και να εξελίσσονται ειρηνικά και πολιτισμένα στην μορφή της άμεσης δημοκρατίας με περιεχόμενο την αταξική κοινωνία[48].
Η ‘κούκλα με τις καρφίτσες’ που μαγεύει τις κοινωνίες και την ανθρωπότητα δεν είναι άλλη από την ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής η οποία ως μήτρα του ‘κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας’ καταδικάζει την αποφασιστική πλειονότητα των κοινωνιών στην φτώχεια και στην πείνα και ως κινητήρας του ‘διεθνή καταμερισμού της εργασίας’ καταδικάζει την μεγάλη πλειονότητα των χωρών σε μαρασμό, συμπληρωματικότητα, εξάρτηση και καθυστέρηση[49]
Με τη φετιχοποίηση, από τον οικονομικό φιλελευθερισμό, της εξουσίας του κεφαλαίου ως ‘θεού’, ταυτίζεται χωροχρονικά η χριστιανική, σκέτη πια και χωρίς το ρωμαϊκό πρόσημο, θρησκεία με τον καπιταλισμό, πράγμα που πυροδοτεί γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς, και οικονομικούς-ιμπεριαλιστικούς πολέμους που κρύβονται πίσω από θρησκείες και προβληματίζουν τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού σε βαθμό που συνειδητοποιείται όλο και περισσότερο η ανάγκη για αποθρησκειοποίηση και αποκαπιταλιστικοποίηση των κοινωνιών και της εργαζόμενης ανθρωπότητας συνολικά. Πράγμα που ο σκληρός πυρήνας του κεφαλαίου, εκφραζόμενος ως ηγεμονικός αμερικανισμός προσπαθεί να το ξεπεράσει με την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου για να δυναμώσει την δύναμη κρούσης του ενοποιημένου κεφαλαίου ενάντια στην Εργασία, στις τοπικές κοινωνίες και στην εργαζόμενη ανθρωπότητα που αγωνίζονται για την κοινωνική ισότητα, την κοινωνική αυτοδιεύθυνση και την άμεση, δηλαδή, για την αταξική δημοκρατία[50]. ‘Όμως, φαίνεται, ότι ο εποικισμός των κεφαλιών πολλών ανθρώπων είτε από προοδευτικά εξισωτικά οράματα και από πατριωτικά αισθήματα, είτε ακόμα και από εθνικιστικά ιδεολογήματα και θρησκευτικούς φονταμενταλισμούς, εμποδίζει τα σχέδια του σκληρού πυρήνα του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου, για την κατασκευή μιας νέας, αντίστοιχης στην Pax Romana, παγκόσμιας θρησκείας, που θα υποτάσσει τα συμφέροντα όλων των σκοταδιστικών και εξουσιαστικών ιερατείων, στην Pax Americana, σε ένα νέο και μοναδικό κέντρο του κόσμου, σε μια Νέα Ρώμη του 21ου αιώνα.
Η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου υπό την ηγεμονία του αμερικανισμού φαίνεται τελικά να μην είναι και τόσο εύκολη υπόθεση, παρά την βοήθεια του ΟΗΕ, του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, του ΔΝΤ, του ΝΑΤΟ, των χιλίων αμερικανικών βάσεων στον πλανήτη, της Λέσχης Μπίλτερμπεργκ, της Τριλατελάρε, των μυστικών υπηρεσιών, των ‘πρόθυμων ηλιθίων’ συμμάχων, της Ευρωπαϊκής Ένωσης μη εξαιρουμένης, και των ‘αριστερών διαχειριστών’ του κεφαλαίου Ιδιαίτερες δυσκολίες αντιμετωπίζουν τα σχέδια για τη παγκόσμια ηγεμονία του αμερικανισμού από την στιγμή που έκαναν την εμφάνισή τους στο προσκήνιο, με αξιώσεις παγκόσμιου ηγεμόνα, η Ρωσία και η Κίνα, ως έκφραση της προϊούσας οικονομικής ισχύος της Ασίας σε βέρος της φθίνουσας Δύσης. Βέβαια μπορεί η Ρωσία και η Κίνα να δυσκολεύουν ή ακόμα και να ματαιώσουν τον παναμερικανισμό της Ουάσιγκτον, αλλά αυτό θα συμβεί υπέρ του καπιταλισμού και μάλιστα στην ακραία αυταρχική μορφή του, τον μιλιταριστικό κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό.
Η μόνη ελπίδα, που απομένει, για την ανθρωπότητα είναι οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, δηλαδή η εργαζόμενη ανθρωπότητα η ίδια, ως το Κοινό των Ανθρώπων[51], να μετακινηθεί γρήγορα και αποφασιστικά από την θέση του αντικειμένου του κεφαλαίου στην θέση του υποκειμένου της ιστορίας και να ματαιώσει άμεσα, Χθες, τα σχέδια της παγκοσμιοποίησης και όλων των ηγεμονισμών, ανοίγοντας τον δρόμο για έναν καλύτερο κόσμο και για τον πολιτισμό της κοινωνικής ισότητας[52], κάνοντας μόνο μια κίνηση. Το 99% της ανθρωπότητας να ακυρώσει τον νόμο του Σόλωνα με όλες τις αναθεωρήσεις και συμπληρώσεις του που έλαβαν χώρα μέχρι σήμερα, που σημαίνει να καταργήσει την ατομική ιδιοκτησία του 1% πάνω στα μέσα παραγωγής. Μια πράξη που μπορεί να γίνει χωρίς ‘να ανοίξει μύτη’, αν η οικονομική επιστήμη, ως ‘ιατρική της κοινωνίας’, συμπεριφερθεί ως κοινωνική επιστήμη και όχι ως φαρμακοτρίφτης του κεφαλαίου. Απέναντι σ’ αυτό το παιχνίδι της εξουσίας του κεφαλαίου η οικονομική επιστήμη μπορεί να αφοπλίσει ηθικά, κοινωνικά, πολιτικά, οργανωτικά και επιχειρησιακά το κεφάλαιο και να δείξει στις δυνάμεις της Εργασίας, της επιστήμης και του Πολιτισμού, στην ανθρωπότητα ολόκληρη ότι έχει μόνο μια επιλογή επιβίωσης, να σχεδιάσει και να πραγματοποιήσει, με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής, την ειρηνική ευθανασία του καπιταλισμού σε όλες τις πιθανές εκδοχές του. Ένας καλύτερος κόσμος είναι σήμερα αναμφισβήτητα εφικτός, ‘αλλά για να είναι καλύτερος πρέπει να είναι και δικαιότερος’[53].
Δ. Να αποφετιχοποιήσουμε την Οικονομική Θεωρία
«Ως οικονομολόγοι, ας αποφασίσουμε ότι πέρασαν πια οι καιροί του επιστημονικού απομονωτισμού, των καθαρών και εξειδικευμένων οικονομικών επιστημόνων. Η πολυπλοκότητα που μας περιβάλλει, το μέγεθος και το πολυδιάστατο των προβλημάτων απαιτεί από εμάς ευρύτητα παιδείας και γνώσης που θα ξεπερνά τα στεγνά συνήθως στείρα και φτωχικά οικονομικά μας μοντέλα»
Γιώργος Χατζηκωνσταντίνου
Με αυτή την σύντομη ανάλυση της παράλληλης πορείας της οικονομικής θεωρίας με την ιδεαλιστική φιλοσοφία, την μεταφυσική και την θρησκεία, γίνεται κατανοητό ότι η λεγόμενη ‘οικονομική επιστήμη’ περιορίστηκε στον ρόλο της ιδεολογίας της υπεράσπισης της εκάστοτε εξουσίας. Όμως όπως κάθε επιστήμη, έτσι και η οικονομική επιστήμη, δεν είναι μια αφηρημένη και απρόσωπη έννοια, γιατί υπάρχει και δρα στον χώρο και στον χρόνο, αλλά στην μέχρι τώρα ιστορία για λογαριασμό των κατόχων των μέσων παραγωγής και σε βάρος της κοινωνίας/ανθρωπότητας και του πλανήτη. Κι’ αυτό επειδή το κυρίαρχο στοιχείο, από τον Σόλωνα και μετά, είναι η ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής, κι όσο αυτό θα παραμένει ως έχει, τόσο οι περισσότεροι επαγγελματίες επιστήμονες δεν θα υπηρετούν τον άνθρωπο, την επιστήμη, την κοινωνία και την ανθρωπότητα, όσα Νόμπελ και αν τους δοθούν.
Το κεφάλαιο που γνωρίζει καλύτερα από τις κοινωνίες τα συμφέροντά του, φροντίζει να αγοράζει από τους ‘επιστήμονες’ την επαναστατική αξία της Γνώσης και ιδιαίτερα της επιστημονικής γνώσης. Γι’ αυτό φροντίζει να διαγράφει από το πρόγραμμα οικονομικών σπουδών όλα όσα θα έστρεφαν λ. χ. το ενδιαφέρον της οικονομικής επιστήμης από την σφαίρα της με κάθε θυσία αύξησης παραγωγής, στην σφαίρα της κοινωνικής εξέλιξης που σημαίνει στην δίκαιη και ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες κατανομή του κοινωνικού πλούτου. Κι’ αυτό γιατί η επιστημονική οικονομική έρευνα θα αποκάλυπτε όλο και περισσότερο ότι η ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής αποτελεί την αιτία όλων των δεινών της ανθρωπότητας, οπότε ο καλύτερος κόσμος που όλοι ‘ευαγγελίζονται’ θα οδηγούσε την επιστημονική έρευνα στην απαίτηση για την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής, ως προϋπόθεση για την επανασύνδεση των κοινωνιών σε ένα ενιαίο Όλον, αλλά και στην αποκατάσταση της αρμονικής συνεργασίας και συνύπαρξης μεταξύ Ανθρώπου και Φύσης.
Είναι ακριβώς αυτή η πραγματικότητα που θέλει το κεφάλαιο να αποφύγει και γι’ αυτό αναγκάζει, ιδιαίτερα τις κοινωνικές επιστήμες να σφιχταγκαλιάζονται με την ιδεαλιστική φιλοσοφία και να κάνουν παρέα με την αλχημεία και τους λογής-λογής αγύρτες φετιχοποιούς και κομπογιαννίτες φετιχολάτρες.
Ε. Επίλογος
«Η οικονομική ανισότητα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη θρησκεία»
Ναπολέων Βοναπάρτης
Η οικονομική θεωρία, καταλήγοντας, ως οικονομική επιστήμη του 21ου αιώνα, οφείλει να διδάξει την ανθρωπότητα ότι όσο θα υπάρχει ατομική ιδιοκτησία, θα υπάρχουν θρησκείες, ‘θεοί’ και φαντάσματα, βία, νόμοι του ισχυρότερου, φυλακές και στρατοί, θα υπάρχει πόνος, φτώχεια και πείνα και πολλή ιδεολογία που θα τρέφεται με σκοταδισμό, φανατισμό και αίμα.
‘Η αθεΐα είναι ο θεωρητικός ουμανισμός που συνδέεται με τον εαυτό του μέσω του ξεπεράσματος της θρησκείας και η κοινοκτημοσύνη είναι ο πρακτικός ουμανισμός που συνδέεται με τον εαυτό του μέσα από το ξεπέρασμα της ατομικής ιδιοκτησίας. Μόνο όταν ξεπεράσουμε αυτή την διαμεσολάβηση, θα μπορέσει να υπάρξει θετικά και αυθεντικά ως προς τον εαυτό του ο θετικός ουμανισμός’[54].
Θετικός, δηλαδή αταξικός ουμανισμός του 21ου αιώνα, ο ουμανισμός του homo humanisticus universalis, δεν μπορεί παρά να σημαίνει τη λαχτάρα, την προσπάθεια και την ικανότητά μας, ως ανθρωπότητα, να σκουπίσουμε το δάκρυ από τα μάτια της Μάνας-Φύσης και να ξανακάνουμε το άδολο χαμόγελό της, το συναρπαστικό φαινόμενο της ζωής, τη ζωή μας την ίδια, έργο τέχνης, πηγή δημιουργικής οικουμενικής ευτυχίας, συνείδηση, νόημα και αιώνιο στολίδι αυτού του αναρχοατελεύτητου και μεγαλοπρεπούς Σύμπαντος.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΓΙΑ
Αλτουσέρ Λουί, Το πρόβλημα του ‘φετιχισμού’ στον Μαρξ, στο περιοδικό Θέσεις, τεύχος 66/1999.
Αυγουστίνος (Ιερός), Η Πολιτεία του Θεού, Αθήνα χ. χ., τόμος Α (Ι-ΧΙΙ) και τόμος Β (ΧΙΙΙ-ΧΧΙΙ).
Basso Lelio, Εισαγωγή στον συλλογικό τόμο: Πολιτιστικός Ιμπεριαλισμός, Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών, Αθήνα 1984.
Bostrom, Νick, The Future of Human Evolution, in Tandy, C. (Editor), Death and Anti-Death: Two Hundred Years After Kant, Fifty Years After Turing, Ria University Press: Palo Alto, California, 2004.
Γαλανάκης Δημήτριος Χ., «Τί θεός;»: Η περί θεού διδασκαλία στον Πλάτωνα και τους Στωικούς, Διατριβή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2018.
Γιαννουλάτος Αναστάσιος, Επίσκοπος Αλβανίας, Ισλάμ, Θρησκειολογική επισκόπηση, ΤΑ ΝΕΑ , Αθήνα 2020.
Eisenstein Charles, Sacred Economics, Evolved Editions 2011.
Elliade Mircea and Couliano Ioan P., Λεξικό των θρησκειών, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2016.
Hughes James J., The Politics of Transhumanism and the Techno‐millennial Imagination, 1626‐‐2030, in: Zygon, Journal of Religion and Science, November 2012.
Δημούλης Δημήτρης και Μηλιός Γιάννης, Θεωρία της αξίας, ιδεολογία και ‘φετιχισμός’, στο περιοδικό Θέσεις, τεύχος 66/1999.
Keynes John Maynard, Η γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010.
Lambos Kostas D., Abhängigkeit und fortgeschrittene Unterentwicklung dargestellt am Beispiel der Landwirtschaft Griechenlands: Ein Beitrag zum Studium des (griechischen) Periphaeren Kapitalismus und der alternativen Entwicklungsstrategien, R. G. Fischer Verlag, Frankfurt am Main 1981
Λάμπος Κώστας, Εξάρτηση, προχωρημένη υπανάπτυξη και αγροτική οικονομία της Ελλάδας. Μια συμβολή στη μελέτη του (ελληνικού) περιφερειακού καπιταλισμού και των εναλλακτικών στρατηγικών ανάπτυξης, Αιχμή, Αθήνα 1983.
Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.
Λάμπος Κώστας, Κιναζισμός. Το ανώτατο στάδιο του πλιάτσικοκαπιταλισμού ή το πισωγύρισμα στο κατώτατο στάδιο του πολιτισμού; Πολίτες, τεύχος 21/Δεκέμβρης 2010.
Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της α ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον Ουμανισμό, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.
Λάμπος Κώστας, Νεογερμανισμός. Ο νέος εφιάλτης της Ευρώπης; Πολίτες, τεύχος 35/Φεβρουάριος 2012 και 36/Μάρτιος 2012.
Λάμπος Κώστας, Ποιος φοβάται το Υδρογόνο; Η επανάσταση του υδρογόνου, η ελεύθερη ενέργεια και η απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα ορυκτά καύσιμα και την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2013.
Λάμπος Κώστας, Θεός και κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2016.
Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας. Η ατομική ιδιοκτησία ως μήτρα βίας, εξουσίας, ανισότητας, εγκληματικότητας, σκοταδισμού και ανηθικότητας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017, σελ. 119-200.
Λάμπος Κώστας, Αταξική Δημοκρατία και Ουμανισμός στον 21ο αιώνα, στο συλλογικό τόμο: Η Άμεση Δημοκρατία στον 21ο αιώνα, (Κώστας Λάμπος Επιμέλεια), ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 147-198.
Λάμπος Κώστας, Σκέψεις για μια οικονομία της ισότητας και της ελευθερίας, στο: Ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός. Να θεμελιώσουμε τον πολιτισμό της κοινωνικής ισότητας, (Κώστας Λάμπος Επιμέλεια), ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2020, σελ. 247-316.
Lampos Kostas, Social In/Equality and classless Humanism, Ontimebooks, υπό έκδοση.
Λαμπρέλης Δ. Ν., Nitzsche. Φιλόσοφος της πολλαπλότητας και της μάσκας, Διδακτορική Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 1986.
Lafargue Paul, Die Seele: Entstehung und Entwicklung eines Begriffs, Bernd Mueller Verlag, Zittau 2010.
Λαφάργκ Πωλ, Η καταγωγή της ιδέας της ψυχής, Γκοβόστης, Αθήνα χ.χ.,
Λαφάργκ Πωλ, Η θρησκεία του κεφαλαίου, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ, Αθήνα 2011.
Luther Martin, Διακήρυξη Διαμαρτυρίας των 95 Θέσεων.
Μάμφορντ, Λιούις, Η ουτοπία, οι δαίμονες της ψυχής και η προοπτική του ανθρώπου, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2011.
Marx Karl, Το Κεφάλαιο, τόμοι 3, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2002.
Marx Karl, Das Kapital, στο Marx Engels Werke, Dietz Verlag, Berlin 1972, Band 23, και Band 24 και 25, Berlin 1973.
Marx Karl, Early Writings, PENGUIN BOOKS, in association with New Left Review, 1992.
Morgan Lewis Henry, Η αρχαία κοινωνία, Εκδόσεις Αναγνωστίδη, χ. χ.,
Pietz, William, «The problem of the fetish, I», in: Anthropology and aesthetics, τόμος. 9, 1985.
Pietz, William, «The problem of the fetish, II. The origin of the fetish», in: Anthropology and aesthetics, τόμος. 13. 1987.
Πλάτων, Κρίτων, http://old.phs.uoa.gr/~ahatzis/plato_crito_tr.pdf.
Smith Adam, Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010.
Συλλογικό έργο, Κοινωνίες μοιράσματος, (Θανάσης Κουράβελος, Επιμέλεια), ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ, Αθήνα 2009.
Τι (δεν) είπε ο Τσίπρας στον Κλίντον Πηγή: Protagon.gr, https://www.protagon.gr/apopseis/editorial/ti-den-eipe-o-tsipras-ston-klinton-43199000000, και https://www.youtube.com/watch?v=pP3XY9FgjcM,
Χατζηκωνσταντίνου Γιώργος, Το οικονομικό σύστημα και η εξέλιξή του. ΚΡΙΤΙΚΗ, Αθήνα 2009.
Χατζηκωνσταντίνου Γιώργος, Μεταξύ εφικτού και ανέφικτου, στο συλλογικό έργο: Ένας Καλύτερος κόσμος είναι εφικτός. Να θεμελιώσουμε τον πολιτισμό της κοινωνικής ισότητας, (Κώστας Λάμπος Επιμέλεια), ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2020.
Weber Max, Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010.
[1] Αυτό το κείμενο αποτελεί συμμετοχή στον συλλογικό τόμο: Οικονομική Θεωρία. Αναζητώντας και διαπιστώνοντας, Τιμητικός τόμος για τον Ομότιμο Καθηγητή Γεώργιο Χατζηκωνσταντίνου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ, Θεσσαλονίκη 2021, σελ. 79-114.
[2] Οι Ίωνες φιλόσοφοι προσπάθησαν να κατανοήσουν τον κόσμο και την ζωή μελετώντας τους νόμους ύπαρξης και κίνησής τους χρησιμοποιώντας την Λογική, τα μαθηματικά, την φυσική, τη βιολογία, την αστρονομία και όχι τους μύθους και τους θρύλους, θεμελιώνοντας έτσι τον ανθρώπινο πολιτισμό.
[3] Για μια διεξοδική ανάλυση βλέπε: Pietz, William, The problem of the fetish, in: Anthropology and aesthetics, τόμος. 9, 1985 και Pietz, William, The problem of the fetish, II. The origin of the fetish, in: Anthropology and aesthetics, τόμος 13ος. 1987.
[4] Χαρακτηριστικά καθημερινά παραδείγματα θρησκευτικών φετίχ είναι τα σταυρουδάκια, οι εικόνες και τα διάφορα σύμβολα που κρεμάνε πολλοί ανασφαλείς, θρησκευόμενοι και προληπτικοί άνθρωποι στο λαιμό τους, τα κομποσκοίνια και διάφορα άλλα χαϊμαλιά, τα κοσμήματα και τα δερμογραφήματα (τατουάζ), όπως και τα εικονίσματα στα σπίτια και στα αυτοκίνητα, που δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι τάχα τους προφυλάσσουν από τα κακά πνεύματα, την κακοτυχία και από το ‘κακό μάτι’, ή νομίζουν ότι τους προσθέτουν γοητεία, ενώ αγνοούν ότι τους εκθέτουν ως καταναλωτές ανοησιών και πνευματικών σκουπιδιών.
[5] Σχετικά με τη θεωρία για τον φετιχισμό του εμπορεύματος και του κεφαλαίου, βλ. Marx Karl, Das Kapital, στο Marx Engels Werke, Dietz Verlag, Berlin 1972, Band 23, σελ. 49-98 και Band 25, Berlin 1973, σελ. 404-412.
[6] Γύρω από τη μαρξική θεωρία για τον ‘φετιχισμό του εμπορεύματος’ έχει αναπτυχθεί ένας διάλογος μεταξύ οπαδών, επικριτών και αντιπάλων της μαρξικής θεωρητικής διατύπωσης με αποτέλεσμα να γίνει το θέμα ακόμα πιο δυσνόητο. Βλ. ενδεικτικά: Δημούλης Δημήτρης και Μηλιός Γιάννης, Θεωρία της αξίας, ιδεολογία και ‘φετιχισμός’, στο περιοδικό Θέσεις, τεύχος 66/1999 και Αλτουσέρ Λουί, Το πρόβλημα του ‘φετιχισμού’ στον Μαρξ, στο περιοδικό Θέσεις, τεύχος 66/1999.
[7] Marx Karl, Το Κεφάλαιο, τόμοι 3, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2002, εδώ τόμος 1, σελίδα 84.
[8] Morgan Lewis Henry, Η αρχαία κοινωνία, Εκδόσεις Αναγνωστίδη, χ. χ., σελίδα 16 κ. επ.
[9] Ό. π.
[10] Για μια σε βάθος ανάλυση αυτής της προβληματικής Βλέπε: Χατζηκωνσταντίνου Γιώργος, Το οικονομικό σύστημα και η εξέλιξή του. ΚΡΙΤΙΚΗ, Αθήνα 2009.
[11] Βλέπε σχετικά: Συλλογικό έργο, Κοινωνίες μοιράσματος, (Θανάσης Κουράβελος, Επιμέλεια), ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ, Αθήνα 2009.
[12] Βλέπε αναλυτικά: Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας. Η ατομική ιδιοκτησία ως μήτρα βίας, εξουσίας, ανισότητας, εγκληματικότητας, σκοταδισμού και ανηθικότητας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017, σελ. 119-200.
[13] «Έκλεψα από τους θεούς κι έδωσα στους ανθρώπους μέσα σε κούφιο ξύλο το σπέρμα της φωτιάς, που είναι κάθε τέχνης διδάσκαλος για τους θνητούς και ζωής τρόπος», Προμηθέας Δεσμώτης, Αισχύλος.
[14]Ο Σωκράτης, όπως είναι γνωστό δεν άφησε κανένα έργο και συνεπώς ότι γνωρίζουμε γι’ αυτόν και για τις ιδέες του, το γνωρίζουμε κύρια από τα έργα του Πλάτωνα, πράγμα που επιτρέπει την αμφισβήτηση της πατρότητας της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας που αποδίδεται στον Σωκράτη, η οποία προφανώς ανήκει στον Πλάτωνα, αλλά ο ίδιος προτίμησε το ρόλο του ‘μαθητή’ του Σωκράτη. Άλλωστε ο Σωκράτης έφυγε από τη ζωή το 399, όταν ο Πλάτωνας ήταν μόλις 28 ετών και το μόνο έργο του που φαίνεται να είχε εκδοθεί την ίδια χρονιά ήταν η δική του εκδοχή της απολογίας του Σωκράτη. Στον Σωκράτη αναφέρεται και ο Αριστοτέλης, αλλά προφανώς όπως τον γνώρισε από τις διηγήσεις του δασκάλου του, του Πλάτωνα, γιατί ο Αριστοτέλης γεννήθηκε δέκα πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του Σωκράτη. Πάντως ο ‘Σωκράτης του Πλάτωνα’, ως υποτιθέμενος προφήτης του μονοθεϊσμού δεν καταδικάστηκε για τις θρησκευτικές του αντιλήψεις και για τις φιλοσοφικές του απόψεις, αφού στην Αθηναϊκή Δημοκρατία δεν υπήρχε ανεξάρτητη, ‘επικρατούσα’ και οργανωμένη κρατική θρησκεία, αλλά επειδή υποτίθεται, όπως παρουσιάζεται ‘ως αντικαθρέφτισμα του δημιουργού του’ στον Πλάτωνα, ότι ήταν σφοδρός πολέμιος της Δημοκρατίας και απολογητής της αριστοκρατίας και των ολιγαρχικών-τυραννικών καθεστώτων, όπως ήταν και ο Πλάτωνας. Κατά καιρούς μάλιστα πολλοί από τους αριστοκράτες και τυράννους σιτίζονταν στην περσική αυλή καταστρώνοντας σχέδια για τους ‘περσικούς πολέμους’ κατά της Ελλάδας ελπίζοντας έτσι να αναρριχηθούν στην εξουσία. Άλλωστε, οι Ελληνικές πόλεις/κράτη ποτέ δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν ενωμένες τους Πέρσες, γι’ αυτό και κατέρρευσαν. Όλα αυτά τα γεγονότα έμειναν γνωστά στην ιστορία ως Μηδικά, ‘εξ’ ου’ και ο όρος Μηδίσαντες.
[15] Πλάτων, Κρίτων, http://old.phs.uoa.gr/~ahatzis/plato_crito_tr.pdf.
[16] Έτσι αποκαλούνται οι φιλόσοφοι από τον 7ο μέχρι τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα (4ο αιώνα), στους οποίους, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγονται οι: Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης, Ξενοφάνης, Ηράκλειτος, Παρμενίδης, Ζήνων, Μέλισσος, Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας, Λεύκιππος, Δημόκριτος, Πρωταγόρας, Γοργίας, Πρόδικος, Ιππίας, Φερεκύδης και άλλοι, οι περισσότεροι από τους οποίους συνέβαλαν με τις διδασκαλίες τους και με την κριτική τους στα επιτεύγματα της Αθήνας του 5ου, του ‘χρυσού αιώνα’.
[17] Λαμπρέλης Δ. Ν., Nitzsche. Φιλόσοφος της πολλαπλότητας και της μάσκας, Διδακτορική Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 1986, σελ. IV και 12-49.
[18] Για την εξαφάνιση του έργου του Δημόκριτου πρωτοστατούσε ο ίδιος ο Πλάτωνας, ο οποίος συγκέντρωνε τα βιβλία του Δημόκριτου για να τα κάψει, αναφέρεται: Διογένης Λαέρτιος Φιλοσόφων βίοι ΙΧ 40 και 52,. Το ίδιο λένε και οι αρχαίοι ιστορικοί Φιλόστρατος, Βίοι Σοφιστών, I 10, 3 και ο Ησύχιος, Ονοματολόγος˙ Σέξτος Εμπειρικός, Προς μαθηματικούς, IX 55.
[19] «Πανταχοῦ γὰρ ὁ Πλάτων παρωιδεὶ τὰ Όρφέως», ομολογία του νεοπλατωνιστή Ολυμπιόδωρου, (495-570 νέας χρονολόγησης), για τον Πλάτωνα, αναφέρεται στο: Γαλανάκης Δημήτριος Χ., «Τί θεός;»: Η περί θεού διδασκαλία στον Πλάτωνα και τους Στωικούς, Διατριβή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2018, σελ. 50.
[20] Ορφικά ονομάστηκαν σκόρπιες, τόσο αναφορικά με τους πολλούς που τις διατύπωσαν όσο και διάσπαρτες στον χώρο και στον χρόνο ύμνοι, ιδέες και διδασκαλίες μιας μυστικιστικής θρησκευτικής τάσης που πρέσβευε την ύπαρξη ενός ‘θεού δημιουργού του κόσμου’ και την ‘αθανασία της ψυχής’ και αποδίδεται στον αμφισβητούμενης ιστορικότητας μυθικό Ορφέα προερχόμενο, κατά την παράδοση, από την μακρινή Θράκη. Εμφανίστηκε το 6ο αιώνα, την εποχή δηλαδή που εμφανίστηκε η πατριαρχία με την θέσπιση από τον Σόλωνα, (592-591),της ατομικής ιδιοκτησία πάνω στην γη και οργανώθηκε το κράτος ως ταξικός εξουσιαστικός θεσμός για την προστασία της τάξης των ιδιοκτητών. Διαδόθηκε κύρια στην Αττική και στις αποικίες της στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία, αλλά ξεπεράστηκε από την επικράτηση της ιδεαλιστικής πλατωνικής φιλοσοφίας-θεολογίας.
[21] Eisenstein Charles, Sacred Economics, Evolved Editions 2011.
[22] Lafargue Paul, Die Seele: Entstehung und Entwicklung eines Begriffs, Bernd Mueller Verlag, Zittau 2010, σελ. 33 και Λαφάργκ Πωλ, Η καταγωγή της ιδέας της ψυχής, Γκοβόστης, Αθήνα χ.χ., σ. 31-32.
[23] Με την οποία καταργήθηκαν, βέβαια, οι νόμοι του Δράκοντα και απελευθερώθηκαν προσωρινά οι χρεωμένοι στους τοκογλύφους δούλοι, με αντάλλαγμα όμως την παραχώρηση, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, στους αριστοκράτες-τοκογλύφους του δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στην κοινόκτητη γη, νόμο με τον οποίο διαιωνίζεται η δουλεία των εργαζόμενων ανθρώπων αλλάζοντας μορφές.
[24] Λαφάργκ Πωλ, Η θρησκεία του κεφαλαίου, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ, Αθήνα 2011, σελ. 46 κ. επ.
[25] Για μια σε βάθος ανάλυση του εξουσιαστικού φόβου, βλέπε: Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009, σελ. 21-217.
[26] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Θεός και κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2016, σελ. 141 κ. επ.
[27] Βλέπε , Ιερ. Αυγουστίνου, Η Πολιτεία του Θεού, (Μετάφραση Ανδρέα Δαλέζιου), Αθήνα χ. χ., τόμος Α (Ι-ΧΙΙ) και τόμος Β (ΧΙΙΙ-ΧΧΙΙ).
[28] Μεσαίωνας ονομάζεται η χρονική περίοδος της Ευρωπαϊκής ιστορίας, από τον 5ο μέχρι το 15ο αιώνα Ξεκίνησε με την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού Κράτους, το 476 και τελείωσε συμβατικά το 1492, με την ανακάλυψη της Αμερικής. Ο Μεσαίωνας είναι η μεσαία από τις τρεις παραδοσιακές διαιρέσεις της Δυτικής Ιστορίας: Αρχαία, Μεσαιωνική και Νεότερη.
[31] Για μια σε βάθος ανάλυση των περιπετειών και των συνεπειών της λουθηρανής επανάστασης, βλέπε: Weber Max, Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010, σελ., 39 κ. επ.
[32] Smith Adam, Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010, σελ. 314-315.
[34] «Η συμβολή των θρησκευτικών αποστολών στην αποικιοκρατία είναι γνωστή. Σχεδόν πάντα ακολούθησαν τους εμπόρους και προηγήθηκαν των στρατιωτικών, ώστε σε πολλά κράτη αυτή η σειρά των τριών ‘m’, mercanti (έμποροι), missionary (ιεραπόστολοι) και militari (στρατιωτικοί), θεωρήθηκε σαν μια ενιαία μέθοδος υποδούλωσης». Basso Lelio, Εισαγωγή στον συλλογικό τόμο: Πολιτιστικός Ιμπεριαλισμός, Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών, Αθήνα 1984, σελ. 28.
[35] Για μια διεξοδική ανάλυση του ενεργειακού προβλήματος, βλέπε: Λάμπος Κώστας, Ποιος φοβάται το Υδρογόνο; Η επανάσταση του υδρογόνου, η ελεύθερη ενέργεια και η απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα ορυκτά καύσιμα και την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 77-117.
[36] Οι λεγόμενοι ‘Ουτοπικοί Σοσιαλιστές’, με γνωστότερους τους Claude Henri de Saint-Simon (1760-1825), François Marie Charles Fourier, (1772-1837), Robert Owen (1771-1858) και Étienne Cabet, (1788-1856), είναι το πρώτοι που αντιπαράθεσαν απέναντι στον φιλελευθερισμό την ιδέα της κατάργησης του καπιταλισμού και διαμόρφωσαν το ρεύμα της σοσιαλιστικής σκέψης, αναπτύσσοντας μάλιστα προσωπικές και συλλογικές πρωτοβουλίες για την συγκρότηση άμεσων, αταξικών, ιδανικών κοινωνιών ως οριστική λύση του προβλήματος της μεγάλης φτώχειας , αλλά και των πολέμων που μάστιζαν την Ευρώπη και την Αμερική.
[37] Keynes John Maynard, Η γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010.
[38] Για μια σε βάθος ανάλυση του νέο-ιμπεριαλισμού τύπου παγκοσμιοποίησης, βλέπε: Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και…, σελ. 276 κ. επ.
[39] Λάμπος Κώστας, Νεογερμανισμός. Ο νέος εφιάλτης της Ευρώπης; Πολίτες, τεύχος 35/Φεβρουάριος 2012 και 36/Μάρτιος 2012.
[40] Λάμπος Κώστας, Κιναζισμός. Το ανώτατο στάδιο του πλιάτσικοκαπιταλισμού ή το πισωγύρισμα στο κατώτατο στάδιο του πολιτισμού; Πολίτες, τεύχος 21/Δεκέμβρης 2010.
[41] Ο σιωνισμός ως ιδεολογία του ‘περιούσιου λαού του θεού Γιαχβέ’ αποτελεί την πιο ακραία έκφραση του θεού-φετίχ, κατά συνέπεια και της ψυχής-φετίχ, σε σημείο που οδηγεί φανατικούς εκπροσώπους του να διαβαθμίζουν ακόμα και τη ‘θεία και αθάνατη ψυχή’ με κριτήρια ρατσιστικά, σεξουαλικά και φασιστικά, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του Εβραιο-Ισραηλινού πολιτικού και θρησκευτικού αξιωματούχου Eli Ben Dahan, που είναι μέλος του ακροδεξιού κόμματος ‘Habayit Hayehudi’, αναπληρωτής υπουργός θρησκευτικών υποθέσεων στην κυβέρνηση συνασπισμού του Μπενιαμίν Νετανιάχου και πρώην γενικός διευθυντής του Ανώτατου Ραβινικού Δικαστηρίου του Ισραήλ. Ο Eli Ben Dahan φέρεται να έχει δηλώσει ότι “Gay Jews have ´higher souls´ than gentiles” (οι ομοφυλόφιλοι Εβραίοι έχουν «ανώτερες ψυχές» από τους «εθνικούς», τους μη-Εβραίους ή γκοΐμ). Ο Dahan, που τον Αύγουστο του 2013, δήλωνε ότι «Palestinians are animals who do not deserve to live» (οι Παλαιστίνιοι είναι ζώα που δεν αξίζουν να ζουν), έκανε τα παραπάνω σχόλια σε μια συνέντευξη στην ισραηλινή εφημερίδα Maariv, αναφέρεται στην Εφημερίδα Haaretz 29.12.2013, http://www.paraxeno.com/2606/%CE%BF%CE%B9-gay-%CE
[42] Μάμφορντ, Λιούις, Η ουτοπία, οι δαίμονες της ψυχής και η προοπτική του ανθρώπου, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2011, σελίδα 96-97.
[43] Bostrom, Νick, The Future of Human Evolution, (Το Μέλλον της Ανθρώπινης Εξέλιξης), in Tandy, C. (Editor), Death and Anti-Death: Two Hundred Years After Kant, Fifty Years After Turing, (Διακόσια χρόνια μετά τον Καντ και πενήντα μετά τον Τιούρινγκ), Ria University Press: Palo Alto, California, 2004, σελ. 339-371, βλέπε επίσης: Hughes James J., The Politics of Transhumanism and the Techno‐millennial Imagination, 1626‐‐2030, in: Zygon, Journal of Religion and Science, November 2012, σελ. 339-371.
[44] Η λέξη ισλάμ προέρχεται από το άσλαμα που σημαίνει υποτάσσομαι στον θεό και η ενεργητική μετοχή του μουσλίμ σημαίνει υποταγμένος στο θεό, Elliade Mircea and Couliano Ioan P., Λεξικό των θρησκειών, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2016.
[45] Γιαννουλάτος Αναστάσιος, Επίσκοπος Αλβανίας, Ισλάμ, Θρησκειολογική επισκόπηση, ΤΑ ΝΕΑ , Αθήνα 2020, τόμος 1ος, σελ. 382 κ. επ.
[47] Κλίντον: Να έρθουν οι επενδυτές στην Ελλάδα; Τσίπρας: «Ναι, τώρα υπάρχει νομισματική σταθερότητα αφού αποφύγαμε την παγίδα των συντηρητικών κύκλων της Ευρώπης. Αυτή τη στιγμή δεν έχουν να φοβηθούν κάτι, δεν πρέπει να ανησυχούν. Πρέπει, βέβαια, να κάνουμε μεταρρυθμίσεις και να πατάξουμε τη διαφθορά που συχνά σε υποχρεώνει να δώσεις λεφτά κάτω από το τραπέζι (21.21) Έχουμε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που θα δημιουργήσει φιλικό και ασφαλές επιχειρηματικό περιβάλλον». Τι (δεν) είπε ο Τσίπρας στον Κλίντον Πηγή: Protagon.gr, https://www.protagon.gr/apopseis/editorial/ti-den-eipe-o-tsipras-ston-klinton-43199000000, και https://www.youtube.com/watch?v=pP3XY9FgjcM,
[48] Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της α ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον Ουμανισμό, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.
[49] Βλέπε σχετικά, Lambos Kostas D., Abhängigkeit und fortgeschrittene Unterentwicklung dargestellt am Beispiel der Landwirtschaft Griechenlands: Ein Beitrag zum Studium des (griechischen) Periphaeren Kapitalismus und der alternativen Entwicklungsstrategien, R. G. Fischer Verlag, Frankfurt am Main 1981, σελ. 7-95 και Λάμπος Κώστας, Εξάρτηση, προχωρημένη υπανάπτυξη και αγροτική οικονομία της Ελλάδας. Μια συμβολή στη μελέτη του (ελληνικού) περιφερειακού καπιταλισμού και των εναλλακτικών στρατηγικών ανάπτυξης, Αιχμή, Αθήνα 1983, σελ. 19-96.
[50] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Αταξική Δημοκρατία και Ουμανισμός στον 21ο αιώνα, στο συλλογικό τόμο: Η Άμεση Δημοκρατία στον 21ο αιώνα, (Κώστας Λάμπος Επιμέλεια), ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 147-198.
[51] Βλέπε σχετική ανάλυση στο: Lampos Kostas, Social in-Equality and classless Humanism, Ontimebooks, υπό έκδοση.
[52] Λάμπος Κώστας, Σκέψεις για μια οικονομία της ισότητας και της ελευθερίας, στο: Ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός. Να θεμελιώσουμε τον πολιτισμό της κοινωνικής ισότητας, (Κώστας Λάμπος Επιμέλεια), ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2020, σελ. 247-316.
[53] Χατζηκωνσταντίνου Γιώργος, Μεταξύ εφικτού και ανέφικτου, στο συλλογικό έργο, Ένας Καλύτερος κόσμος είναι εφικτός. Να θεμελιώσουμε τον πολιτισμό της κοινωνικής ισότητας, (Κώστας Λάμπος Επιμέλεια), ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2020, σελ. 27-42, εδώ σελ. 39.
[54] Marx Karl, Early Writings, PENGUIN BOOKS, in association with New Left Review, 1992, σελ. 395.