Προσκύνημα στην Βοϊτσά, στην Γη[ των Προγόνων μου
Η Βοϊτσά της ορεινής Ναυπακτίας ήταν στο παιδικό μυαλό μου, μέσα από τις λιγοστές διηγήσεις του πατέρα μου και τις πολλές και γεμάτες νοσταλγία διηγήσεις της γιαγιάς μου, της Ανδρεούλας , κάτι σαν την γη της επαγγελίας και σαν το κέντρο του κόσμου.
Και οι δυό γονείς μου, ο Μήτσος Λάμπος του Επαμεινώνδα και της Ανδρεούλας και η μάνα μου, η Ευφροσύνη Κάντζου του
Δημητρίου και της Αγγελικής, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Βοϊτσά μέχρι την
εφηβεία τους, ώσπου οι οικογένειές τους, γύρω στο 1930, μετανάστευσαν
μαζί στις πλαγιές του Αράκυνθου, στην περιοχή Αη-Δημήτρης της Κοινότητας
Γαβαλούς της Επαρχίας Μεσολογγίου.
Ο παππούς μου ο Επαμεινώνδας Λάμπος μακρινός δισέγγονος του Γενάρχη του βοϊτσαϊτικου Λαμπαίικου, του Θανάση Λάμπου, και γιος του Στεφανή Λάμπου πολέμησε στους δυό Βαλκανικούς Πολέμους και στη συνέχεια στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, με κατάληξη να αφήσει, το 1922, τα κόκαλά του στην Ιωνία πολεμώντας για την καταστροφική ‘μεγάλη ιδέα’ των ‘προστατών’ της ελληνικής ολιγαρχίας.
Η γιαγιά μου, η Ανδρεούλα το γένος Δανιά από πατέρα και Τριάντη από μάνα, έμεινε στα 34ρά της χήρα μεγάλωσε τα τρία παιδιά της κι’ εμένα που έμεινα το 1940 ορφανός από μάνα, όταν ήμουν έξι μόλις μηνών, ενώ ο πατέρας μου έλειπε γιατί πολεμούσε στο μέτωπο εναντίον του Ιταλικού φασισμού και στη συνέχεια στην αντίσταση εναντίον του γερμανικού ναζισμού.
Εγώ μεγάλωνα με έντονη την επιθυμία να επισκεφτώ αυτόν τον μαγικό κόσμο, την μικρή σε έκταση αετοφωλιά, αλλά μεγάλη στην καρδιά των προγόνων μου πατρίδα, την Βοϊτσά. Έφηβος επισκέφτηκα για πρώτη φορά, με τον πατέρα μου, την Βοϊτσά που τώρα είχε μετονομαστεί σε Ελατόβρυση. Την ξαναεπισκεφτήκαμε μαζί και αργότερα λίγο πριν μεταναστεύσω για εργασία και σπουδές στην Γερμανία. Όταν ο γιός μου ήταν έφηβος επισκεφτήκαμε την Ελατόβρυση και συγκεντρώσαμε τις πρώτες πληροφορίες για το Λαμπαίικο και για το Καντζαίικο, οι οποίες αποτέλεσαν τον πυρήνα της σχετικής γενεαλογικής έρευνάς μου για την προέλευση και την ιστορία του ονόματος Λάμπος, η οποία, με οδηγό την Οδύσσεια και την Ιλιάδα του Ομήρου και πολλές άλλες πηγές, κατάληξε στην ιστορική διαπίστωση ότι αυτό προέρχεται από την ηρωική και πολύπαθη Τροία και βρίσκεται διασπαρμένο σε όλον τον πλανήτη, ακόμα και ως αστερισμός στο διάστημα.
Την Τροία επισκεφτήκαμε, εγώ και η Στέλλα με κάμποσους φίλους από Θεσσαλονίκη και Αλεξανδρούπολη, το 2010, την θαυμάσαμε και την κλάψαμε, επειδή εθνικιστικές σκοπιμότητες την θάβουν ακόμα στην μυθολογία, παρά το γεγονός πως η σκαπάνη του Σλήμμαν απόδειξε πως η γνωστή Τροία, «τού», κατά τον Όμηρο, «Λάμπου των πολεμάρχων πρώτον» και «γιο του Βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα», υπήρξε ιστορικά και όχι μόνο μια φορά, αλλά τουλάχιστον εφτά φορές ξαναχτίστηκε πάνω στα ερείπια που άφηναν οι εκάστοτε κατακτητές καταστροφείς της.
Στις 8 του τρέχοντος μήνα, Αύγουστος 2023, δρασκελίζοντας προς τα 85 μου, επισκέφτηκα και πάλι την Ελατόβρυση με την συντρόφισσά μου την Στέλλα, τον γιο μας τον Δημήτρη και τα εγγόνια μας την Δανάη-Υπατία (8) και το Θησέα-Επίκουρο (5). Ξεπεζέψαμε, γύρω στις δύο το μεσημέρι, στην Πλατεία, όπου και συναντήσαμε, περίπου είκοσι (20) συγχωριανούς μας που δροσίζονταν και κουβέντιαζαν στο παραδοσιακό φιλόξενο μαγαζάκι, δίπλα από τον μεγάλο πλάτανο. Μεταξύ των οποίων και οι γνωστοί μου από παλιά και ξεχωριστοί Βοϊτσαϊτες, όπως ο τριτεξάδελφός μου Δημήτρης Λάμπος του Σωτήρη με την σύζυγό του και τα εγγόνια του την Σοφία και τον Δημητράκη, ο Θανάσης Μυλωνάς με την σύζυγό του και ο γνωστός λογοτέχνης Φώτης Αναγνόπουλος. Έλειπαν πολλοί από την παρέα μας, αλλά ξεχώριζε με την απουσία του ο παλιός φίλος και συμμαθητής μου και γνωστός για το έντονο ενδιαφέρον του για την Βοϊτσά, Κώστας Μοσχανδρέου, που κάθε φορά που μιλάμε στο τηλέφωνο, γιατί τα τελευταία χρόνια δεν βλεπόμαστε πιά λόγω γεραμάτων, μου διηγείται και από ένα ξεχωριστό κεφάλαιο από τη ζωή και την ιστορία του χωριού μας. Συστηθήκαμε και χαιρετηθήκαμε με όλους τους παρόντες, κεραστήκαμε από τους φιλόξενους συχωριανούς μας, όπως το θέλει η παράδοση, και άνοιξε καλόκαρδα η κουβέντα, θυμηθήκαμε πολλά, ανταλλάξαμε πληροφορίες και εμπλουτίσαμε τις μνήμες μας. Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε το πλούσιο σε εκθέματα λαογραφικό μουσείο του χωριού, το οποίο εντυπωσίασε ιδιαίτερα τα εγγόνια μου. Βγάλαμε φωτογραφίες και αφήσαμε:
· μερικά οικογενειακά μας ντοκουμέντα για τη βιβλιοθήκη του
· τρία αντίτυπα, δυό της τρίτης έκδοσης του 2017 και ένα της πρόσφατης 4ης έκδοσης του 2022, από τη σχετική γενεαλογική έρευνά μου, μαζί με
· μερικά βιβλία του γιού μου του Δημήτρη καθώς και μερικά δικά μου,
ως ελάχιστη τιμητική προσφορά στον τόπο των ριζών μας, στην ιστορία του χωριού μας και στους ανθρώπους του, που το τίμησαν και το τιμούν, όπου κι’ αν βρίσκονται σε όλον τον πλανήτη, με την πρόοδο και την προσφορά τους στα γράμματα, στις επιστήμες και στον πολιτισμό μας, αλλά πάνω από όλα τιμούν την Βοϊτσά/Ελατόβρυσή μας.
Επισκεφθήκαμε και τις δυό πεζούλες όπου βρίσκονταν το πατρικό του πατέρα μου, αλλά η αναγκαστική εγκατάλειψή τους τις έχει μεταβάλει σε δάσος γεμάτο αρκουδόβατα που με τα αγκάθια τους κρύβουν επιμελώς μνήμες, αγωνίες, αγώνες και οράματα που γεννήθηκαν σ’ αυτή τη μικρή γωνιά από τις προγονικές γενιές μου, που εμπνέουν τις τωρινές και πάντα θα εμπνέουν όσες ακολουθήσουν, όπου κι’ αν βρίσκονται.
Βοϊτσά, Γη των προγόνων μου. Υποκλίνομαι και Σε προσκυνώ
Με ευγνωμοσύνη
Κώστας Δ. Λάμπος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου