Τρίτη 20 Ιουνίου 2017

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: Μύθοι και πραγματικότητα



Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας:

Μύθοι και πραγματικότητα

(Συμβολή στο δημόσιο διάλογο για το ενεργειακό ζήτημα)



Γράφει ο Κώστας Λάμπος




«Το πεπρωμένο δεν είναι θέμα τύχης. Είναι θέμα επιλογής.

Δεν είναι κάτι που θα έρθει από μόνο του.

Είναι κάτι που θα το δημιουργήσουμε εμείς οι ίδιοι».

William Jennings Bryan[1]



«Μπορεί να ανήκετε σ’ εκείνους τους ανθρώπους που νομίζουν ότι

η ενέργεια του υδρογόνου είναι μια φαντασίωση κάποιων μελλοντολόγων ή κάποιων άλλων συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να την θεωρείτε ως μια πολλά υποσχόμενη μελλοντική τεχνολογία που, αν κάποτε εφαρμοστεί, αυτό θα γίνει στο μακρινό μέλλον. Εάν όντως σκέφτεστε μ’ αυτόν τον τρόπο, ξανασκεφτείτε το σοβαρά […] Φανταστείτε έναν κόσμο στον οποίο […] (η ανθρωπότητα) κέρδισε την ελευθερία της από το πετρέλαιο[…] Μπορούμε να χτίσουμε αυτόν τον κόσμο μέσα σε δέκα χρόνια

με την υπάρχουσα τεχνολογία […] Φανταστείτε έναν κόσμο στον οποίο η (ανθρωπότητα) αποφάσισε να ξεπεράσει την ενεργειακή και την κλιματική

κρίση που απειλεί την […] (ύπαρξή) της. Μπορούμε να χτίσουμε αυτόν

τον κόσμο σήμερα με συνειδητές επιλογές και πολιτική βούληση».

Jerry Brown, Rinaldo Brutoco και James Cusumano [2]



«Όπως έχει αποδειχτεί, η βλάβη στους μετωπιαίους λοβούς του εγκεφάλου συνεπάγεται τη διάβρωση της επινοητικότητας, το μειωμένο ενδιαφέρον

για το μέλλον, τον ελαττωμένο αυτοέλεγχο, την αναισθησία και την

εμμονική προσκόλληση σε ατελέσφορα μονοπάτια»

Γιώργος Παξινός[3]

*

Το είδος και η ποσότητα των πηγών ενέργειας που κάθε φορά μπορούσαν και μπορούν να αξιοποιούν οι άνθρωποι καθόριζαν και καθορίζουν ακόμα την ποιότητα και την επάρκεια-ανεπάρκεια των μορφών ενέργειας που χρησιμοποιούν και σε συνδυασμό με το είδος και τον τρόπο κοινωνίας και επικοινωνίας των ανθρώπων καθόριζαν την εξέλιξη των επιμέρους κοινωνιών και διαμόρφωναν πάντα και συνεχίζουν να διαμορφώνουν το αποτύπωμα του ανθρώπινου πολιτισμού. Αυτή η διαδικασία βρίσκεται σήμερα σε κρίσιμη φάση. Η ανθρωπότητα πασχίζει και προσδοκά εκατομμύρια χρόνια να τερματίσει κάποτε τον σκληρό αγώνα για την επιβίωση σε συνθήκες κοινωνικής ανισότητας και να δημιουργήσει τους όρους για ένα κόσμο της κοινωνικής ισότητας και της ευημερίας, για μια ειρηνική, αρμονική και ευτυχισμένη ζωή.



Για τον σκοπό αυτόν η ανθρωπότητα χρειάζεται άφθονη, φθηνή και καθαρή ενέργεια[4], για να μπορεί να παράγει άφθονα και φθηνά αγαθά ειρήνης για την καθολική ευημερία χωρίς να επιβαρύνει το περιβάλλον. Τα περιορισμένα, άνισα κατανεμημένα, υπό κερδοσκοπική και συγκεντρωτική διαχείριση ορυκτά καύσιμα δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτήν την ανάγκη της ανθρωπότητας. Αντίθετα, το υφιστάμενο συγκεντρωτικό ενεργειακό σύστημα που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα αποτελεί την υπαρξιακή  βάση του συγκεντρωτικού, απάνθρωπου και καταστροφικού κεφαλαιοκρατικού συστήματος που καταδυναστεύει την ανθρωπότητα και τη Φύση.

Η ανθρωπότητα έχει μόνο μια δυνατότητα να απελευθερωθεί από τον καπιταλισμό και αυτή είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες μπορούν, στο πλαίσιο ενός ορθολογικού σχεδιασμού συνδυασμένης αξιοποίησής τους, να προσφέρουν, στις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, άφθονες, φτηνές και καθαρές εναλλακτικές μορφές ενέργειας και με αυτό την ευκαιρία να ευημερήσουν και να ζήσουν ειρηνικά, σε καθαρό περιβάλλον και σε συνθήκες ενός ειρηνικού οικουμενικού Ουμανισμού.

Το πανταχού παρόν υδρογόνο, ως βάση της ‘οικονομίας του υδρογόνου’[5], και η ανάλογα με τις ανάγκες του ατομικού ή συλλογικού ιδιοπαραγωγού παραγόμενη, άφθονη, φτηνή, ασφαλής και καθαρή υδρογονοενέργεια[6], μπορεί να αναζωογονήσει παραγωγικά κάθε νοικοκυριό, χωριό και περιοχή σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη και να προσφέρει υψηλούς βαθμούς ενεργειακής ανεξαρτησίας, παραγωγικής αυτενέργειας, οικονομικής αυτονομίας, κοινωνικού αυτοπροσδιορισμού, πολιτιστικής άνθησης, εθνικής αυτοπεποίθησης και αρμονικής συμβίωσης ανθρώπων, λαών, εθνών και ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα που ταυτίζεται με τα ορυκτά καύσιμα εμποδίζει, με τον έλεγχο της έρευνας και των επενδύσεων, την ανάπτυξη ενός νέου ενεργειακού συστήματος που θα στηρίζεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, χωρίς ωστόσο να καταφέρνει να σταματήσει τη δυναμική των πραγμάτων που ωθεί τις εξελίξεις στην υπέρβαση αναποτελεσματικών συστημάτων. Γι’ αυτό, ο σκληρός πυρήνας του καπιταλιστικού συστήματος που ελέγχει τις πηγές και τα δίκτυα διανομής της ενέργειας από τα κερδοφόρα, αλλά καταστροφικά ορυκτά καύσιμα, οργανώνει τον αντιπερισπασμό του:

         Εμποδίζει την μετάβαση στο αποκεντρωμένο σε ατομική, τοπική και αμεσοδημοκρατική βάση υδογονοενεργειακό σύστημα με αλχημείες, ανακρίβειες, συκοφαντίες και μύθους[7] περί της δήθεν οικονομικά ασύμφορης αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κάνοντας σύγκριση του σημερινού συνολικού πραγματικού κόστους της ενέργειας από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας με το φανερό μόνο κόστος της ενέργειας από τις Μη-Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας το οποίο αποτελεί μικρό κλάσμα του συνολικού και υποπολλαπλάσιο του κρυφού κόστους[8] της για την κοινωνία-ανθρωπότητα,

         Παραπλανά τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού με την μερική, αποσπασματική, επιλεκτική και συμπληρωματική αξιοποίηση εκείνων των μορφών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που χρειάζονται πολλά κεφάλαια, είναι σχετικά χαμηλής αποδοτικότητας σε ενέργεια, είναι άνισα κατανεμημένα, ασυνεχώς διαθέσιμα, χρειάζονται δαπανηρά συγκεντρωτικά δίκτυα μεταφοράς και ως συγκεντρωτικά ελέγχονται ευκολότερα,

         Κερδοσκοπεί με προγράμματα δήθεν εξοικονόμησης ενέργειας (ΕΞΕΝ), μείωσης[9], αλλά ταυτόχρονα και αγοραπωλησίας των δικαιωμάτων ρύπων διοξειδίου του άνθρακα[10] (CO2), τα οποία κανείς δεν τα πιστεύει και κανείς δεν τα εφαρμόζει[11] γιατί η κυρίαρχη αξία στον καπιταλισμό δεν είναι ο άνθρωπος, ούτε το περιβάλλον, αλλά το με κάθε θυσία μεγαλύτερο κέρδος στο συντομότερο χρονικό διάστημα.

         Εξαπατά με δήθεν προγράμματα αντιρύπανσης, που στήνει με τη στράτευση ‘περιβαλλοντολόγων’ και περιβαλλοντολογούντων, ένα είδος ειδικών επαγγελματιών της ψευδαίσθησης πως μπορεί τάχα να υπάρξει ‘καθαρός’ καπιταλισμός και που η ‘δουλειά τους είναι να ‘πιέζουν’ τις κυβερνήσεις για να ‘πιέσουν’ το κεφάλαιο να αγοράσει από τον εαυτό του αντιρρυπαντική τεχνολογία για τη μείωση των ρύπων που παράγει το ίδιο, με αποτέλεσμα ο ‘βρωμοκαπιταλισμός’ να κερδίζει από δυο μεριές, ρυπαίνοντας και ‘αντιρρυπαίνοντας’[12].

         Αποκοιμίζει, αποβλακώνει, οπαδοποιεί και φανατίζει τον σκόπιμα και συστηματικά κατασκευασμένο ευάλωτο και απληροφόρητο άνθρωπο με σκοταδιστικούς μύθους, εξουσιαστικές ιδεολογίες και χουλιγκανικές συμπεριφορές και νοοτροπίες μέχρι να μπορεί ακόμα να σκοτωθεί και να σκοτώσει τον ‘άπιστο’, τον ‘εχθρό’ και τον ‘αντίπαλο’ με σκοπό να εκτονώνεται η ατομική και η κοινωνική οργή για να προστατεύει τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία[13] που έχουν παράνομα και βίαια καταστήσει τα μέσα παραγωγής και με αυτό και τα αγαθά παραγωγής, ακόμα και τα ελεύθερα και κοινά αγαθά, ατομική τους ιδιοκτησία[14] με αποτέλεσμα το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού να ελέγχει την παγκόσμια οικονομία και το 99%, ως μοιρολάτρες, εθελόδουλα ‘ποίμνια’ και καταστροφικές ‘αγέλες’ να φυτοζωούν στις παρυφές της οικονομίας, αγνοώντας ότι αυτοί είναι οι δημιουργοί του παγκόσμιου πλούτου και του ανθρώπινου πολιτισμού και ότι θα μπορούσαν να είναι οι αρχιτέκτονες ενός καλύτερου κόσμου[15].

         Αποκρύβει με κάθε τρόπο ότι η ανθρωπότητα και ο πλανήτης Γη κινδυνεύουν και μάλιστα άμεσα από τον ίδιο τον χαοτικό, σπάταλο, απάνθρωπο και καταστροφικό καπιταλισμό, αλλά το ερώτημα είναι γιατί ο άνθρωπος, δηλαδή ο καθένας από εμάς, οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, οι κοινωνίες μας και η ανθρωπότητα συνολικά παρατηρούν στην πλειονότητά τους αμήχανα την καταστροφή που έρχεται, παρ’ ότι όλοι γνωρίζουμε ότι ενώ, για πολλές ακόμα χιλιάδες χρόνια, δεν υπάρχει Planet Earth B, παρά τα παραμύθια που αραδιάζουν κάποιοι για ζωή και τουρισμό στο διάστημα, ενώ υπάρχει Plan B και αυτό έχει να κάνει με την αντικατάσταση του καπιταλισμού από ένα οικονομικό σύστημα των κοινών αγαθών που θα εκφράζεται ως άμεση δημοκρατία με περιεχόμενο την κοινωνική ισότητα, την παγκόσμια ειρήνη και τον οικουμενικό ουμανιστικό πολιτισμό. Την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα την δίνουν οι νευροεπιστήμες που διαπιστώνουν ότι: «όπως έχει αποδειχτεί, η βλάβη στους μετωπιαίους λοβούς του εγκεφάλου συνεπάγεται τη διάβρωση της επινοητικότητας, το μειωμένο ενδιαφέρον για το μέλλον, τον ελαττωμένο αυτοέλεγχο, την αναισθησία και την εμμονική προσκόλληση σε ατελέσφορα μονοπάτια»[16]. Οι ανθρωπολογικές και οι κοινωνικές επιστήμες γνωρίζουν από αιώνες τώρα ότι αυτές τις βλάβες στον εγκέφαλό μας τις προκαλούν τα σκοταδιστικά και τα εξουσιαστικά ιερατεία. Για να βρούμε πώς και γιατί προκαλούνται αυτές οι βλάβες στον εγκέφαλό μας και συνεπώς πώς θα τις θεραπεύσουμε για να σωθούμε και να σώσουμε τον πλανήτη Γη, θα πρέπει να αναθεωρήσουμε συνολικά ολόκληρο το σύστημα σκέψης, πράγμα που οδηγεί στην ολική και ολιστική αναθεώρηση του εκπαιδευτικού συστήματος, του συστήματος της ενημέρωσης-πληροφόρησης και τελικά να προβούμε στην κατάργηση του ίδιου του καπιταλισμού και των αρχών και αξιών που το στηρίζουν και με τις οποίες σκόπιμα προκαλούνται οι βλάβες στον εγκέφαλό μας για να χάνουμε τις ανθρώπινες και κοινωνικές ευαισθησίες μας, να γινόμαστε κερδοφόρα ζωντανά μηχανήματα, πνευματικά τυφλοί και κωφάλαλοι, αναίσθητοι, αντικοινωνικοί, εμμονικοί, μοιρολάτρες, εθελόδουλοι και αυτοκαταστροφικοί.

Με άλλα λόγια, ο καπιταλισμός προσπαθεί να ακυρώσει την κοινωνική μας φύση και την ανθρώπινη υπόστασή μας για να εμποδίσει την κοινωνική μας απελευθέρωση με το να επιβραδύνει την εναλλακτική ενεργειακή προοπτική της κοινωνίας-ανθρωπότητας, με το να στήνει, διά των παρένθετων ‘νομοθετών’, των αποστατών ‘επιστημόνων’ και των πολιτικών υπαλλήλων του, ερήμην και σε βάρος της κοινωνίας, τους όρους του παιχνιδιού της παραγωγής υδρογόνου και υδρογονοενέργειας. Με τον έλεγχο της πολιτικής-εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας σκαρώνει νόμους και παρανόμους, περιορισμούς και αυθαίρετες κατοχυρώσεις δικαιωμάτων κλεμμένων ευρεσιτεχνιών και άνομων προνομίων που θα μετατρέπουν σε αντικείμενο ιδιοκτησίας ένα ανεξάντλητο και ελεύθερο αγαθό, όπως το νερό και το υδρογόνο, τον απελευθερωτή της ανθρωπότητας από το βασίλειο της ανάγκης και από τη δυναστική εξουσία των σφετεριστών του φυσικού και κοινωνικού πλούτου.

Σήμερα, όμως, οι μορφωτικά και συνειδησιακά προχωρημένες δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, δηλαδή η κοινωνία η ίδια, μετακινούνται σταδιακά από τον ρόλο του παθητικού δέκτη-καταναλωτή καλοσυσκευασμένης προπαγάνδας και κομπάρσου της κεντρικής εξουσίας του κεφαλαίου στον ρόλο του πρωταγωνιστή στον τόπο τους, και αλλού δειλά, αλλού με αποφασιστικότητα διεκδικούν μέσα από νέες μορφές κινημάτων ό,τι και όσα της ανήκουν. Ας ακούσουμε μια από τις χιλιάδες φωνές που γίνονται εφιάλτες για τις τοπικές μαφίες και την κεντρική εξουσία: «Επιτέλους αρχίζουν να ανοίγουν τα πράγματα και να φαίνονται προθέσεις: άλλοι λένε ότι θέλουν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) χωρίς να το εννοούν, άλλοι λένε ότι θέλουν κανόνες αλλά είτε δεν το εννοούν είτε δεν ξέρουν πώς να τους φτιάξουν, άλλοι λένε ότι αγαπάνε τον τόπο ενώ αγαπάνε την τσέπη τους που γεμίζει υποβαθμίζοντας αυτόν τον τόπο… Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι εκείνες που, όντας μικρής κλίμακας, διάσπαρτες και προσαρμοσμένες στο φυσικό-πολιτισμικό περιβάλλον, εμπλέκουν τον κάθε κάτοικο και την τοπική κοινωνία στη μείωση της υπερκατανάλωσης, δίνοντας άμεσα οφέλη και επαληθεύοντας τον χαρακτηρισμό ‘ανανεώσιμη πηγή’. Το καλώδιο διασύνδεσης, αντίθετα, οδηγεί στην πλήρη κάλυψη του νησιού (της Κρήτης) από αιολικούς, φωτοβολταϊκούς, ηλιοθερμικούς σταθμούς ακόμη και εάν, στην αρχή σαν δούρειος ίππος, βαφτιστεί ‘επένδυση λαϊκής βάσης’… Οι δήμαρχοι… είναι καλοί άνθρωποι, αγαπάνε τον τόπο αλλά… δεν ξέρουν και δεν θέλουν να μάθουν το πώς μπορείς να παράγεις τοπική ανάπτυξη και να είσαι κυρίαρχος και αδέσμευτος από την κεντρική εξουσία… Υπήρξαν δήμαρχοι που με μέθοδο, σχεδιασμό, μελέτες, προτάσεις απορροφούσαν ελληνικά και ευρωπαϊκά κονδύλια, ενώ οι περισσότεροι έβαζαν μέσο βουλευτή για μια πλακόστρωση… και είχαν σαν μόνιμο και μοναδικό αίτημα την παράδοση έτοιμων πόρων από την Αθήνα σε αυτούς, με επακόλουθο και φυσικό αντάλλαγμα την εξάρτησή τους για την επανεκλογή τους… Θα ωφελούσε πιο πολύ την κοινωνία μας η ανάπτυξη ενός μη επιδοτούμενου μοντέλου, ιδιαίτερα αυτήν τη χρονική στιγμή που προσπαθούμε να επουλώσουμε τις πληγές που μας άφησε ένα άλλο, και η αφύπνιση της κοινωνίας προς τον ποιοτικό παραγωγικό πρωτογενή τομέα και την αυτάρκεια, ωθώντας τους δημάρχους με κατάρτιση και δομές προς την περιφερειακή διακυβέρνηση (για να διευκολυνθεί και το έργο της περιφέρειας), έτσι ώστε επιτέλους να λειτουργούν οι δήμοι ως ο κύριος αναπτυξιακός φορέας της υπαίθρου και ως συνδετικός κρίκος των παραγωγών με την κοινωνία των πόλεων… Το σωστό θα ήταν αυτήν τη στιγμή η κοινωνία μας να μη δέχεται εξωτερικούς ερεθισμούς, ώστε να φτιάξει με ηρεμία και με κανόνες συμμετοχικής δημοκρατίας όλα τα εργαλεία που θα της επιτρέψουν να λειτουργεί αυτοδύναμα, ομαδικά και παραγωγικά»[17].

Συνειδητοποιείται σταδιακά σε όλο και ευρύτερη κλίμακα ότι ενεργειακή ανεξαρτησία των χρηστών δεν μπορεί να εξασφαλιστεί από την ξεχωριστή αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), γιατί καμιά από αυτές δεν μπορεί από μόνη της να εκτοπίσει το υφιστάμενο συγκεντρωτικό ενεργειακό και εξουσιαστικό σύστημα. Αντίθετα, όλες μαζί, και σε συνδυασμό με κέντρο το υδρογόνο, μπορούν να δώσουν στον άνθρωπο, στην κοινωνία και στην ανθρωπότητα απόλυτη ενεργειακή ανεξαρτησία, οικονομική αυτοδιαχείριση και τοπική αυτονομία με μεγάλο βαθμό αυτάρκειας, κοινωνική αυτοδιεύθυνση, εθνική ανεξαρτησία, αλληλέγγυα οικουμενική συνεργασία και ειρήνη.

Η ηλιακή ενέργεια με τη σύγχρονη τεχνολογία δεν είναι διαθέσιμη σε κάθε γωνιά του πλανήτη και, όπου είναι, δεν είναι διαθέσιμη όλο το 24ωρο, αλλά και όπου είναι διαθέσιμη για το μισό 24ωρο συχνά δεν είναι διαθέσιμη χωρίς διακοπές, πράγμα που δημιουργεί προβλήματα στη διαρκή παραγωγή και ροή ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά και όπου είναι διαθέσιμη το μισό 24ωρο δεν είναι της ίδιας έντασης εξ αιτίας της διαφοροποίησης της γωνίας των ακτίνων του ήλιου, λόγω της περιστροφής της Γης. Επιπλέον, η εκτεταμένη παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας με τη σημερινή τεχνολογία προκαλεί τη δημιουργία σημαντικών τοξικών αποβλήτων αρσενικού και καδμίου[18], πράγμα που σημαίνει ότι οι χώρες οι οποίες θα επιλεγούν για την παραγωγή και την προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος από την ηλιακή ενέργεια θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα μόλυνσης του περιβάλλοντος. Τέλος, η αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας με τη μέθοδο των φωτοβολταϊκών απαιτεί τεράστιες επενδύσεις σε εξοπλισμό και σε εκτάσεις για την εγκατάσταση των ηλιοσυσσωρευτών καθώς επίσης και για τα μεγάλα και υψηλού κόστους δίκτυα μεταφοράς της ηλεκτρικής ενέργειας.

Όλα αυτά δείχνουν πως, από μια μόνο ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, δεν είναι εφικτή η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου και αυτόνομου ενεργειακού συστήματος, που θα μπορούσε να αντικαταστήσει το υφιστάμενο σύστημα των ορυκτών καυσίμων. Αλλά αν και όταν η τεχνολογία εξελιχθεί και ολοκληρωθεί προς την κατεύθυνση της συλλογής της ηλιακής ενέργειας στο διάστημα, πάνω από τα σύννεφα, και της μετατροπής της σε διαστημικούς σταθμούς σε ηλεκτρική ενέργεια που θα αποστέλλεται ασύρματα και με ασφάλεια σε γήινους σταθμούς, θα έχει ενδεχομένως λυθεί μόνο το πρόβλημα της ασυνεχούς παραγωγής, όχι όμως και αυτό του υψηλού κόστους παραγωγής και διανομής και της συγκεντρωτικής-εξουσιαστικής διαχείρισής της. Αντίθετα, η εξάρτηση των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας θα αυξηθεί, γιατί ένα τέτοιο ενεργειακό σύστημα ξεπερνάει τις δυνατότητες ακόμα και των πιο ισχυρών οικονομιών του πλανήτη και προφανώς θα καταλήξει να είναι επιχείρηση κάποιου ή κάποιων επιχειρηματικών ομίλων που θα εξουσιάζουν με τον έλεγχο του ήλιου, αντί με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, με αυτόν τον τρόπο ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Ίδια περίπου είναι τα χαρακτηριστικά ακανόνιστης λόγω αστάθειας απόδοσης (άπνοια, ανυδρία, ασύμμετρη κατανομή κ.λπ.) και συνεπώς και τα προβλήματα της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας με βάση τον άνεμο, τη γεωθερμία και το νερό ως κινητήρια δύναμη.

Η στροφή μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων της Γερμανίας προς την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο και τον άνεμο καλλιεργεί νέες ψευδαισθήσεις για ‘νέα Ελντοράντο’ κερδοφόρων επενδύσεων στη Βόρεια Αφρική και στη Νότια Ευρώπη. Αυτή η στρατηγική του γερμανικού κεφάλαιου είναι κοντόθωρη και γι’ αυτό είναι καταδικασμένη να αποτύχει, γιατί εμποδίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση να χαράξει μια μακροπρόθεσμη ενεργειακή στρατηγική στηριγμένη στο υδρογόνο, με την οποία θα μπορούσε η Ευρώπη να ξαναμπεί στην πρωτοπορία των παγκόσμιων προοδευτικών εξελίξεων και να οδηγήσει την ανθρωπότητα για μια ακόμα φορά σε μια Νέα Ελευθερία του Ανθρώπου και του Πολιτισμού του. Η Γερμανία θα χάσει και αυτόν τον, οικονομικό αυτήν τη φορά, πόλεμο που διεξάγεται μεταξύ των επίδοξων ηγεμόνων του πλανήτη, αφήνοντας πάλι πίσω της ερείπια στη Βόρεια Αφρική και στη Νότια Ευρώπη, αλλά και μια βαριά τραυματισμένη Ευρωπαϊκή Ένωση που θα την οδηγήσει σε συνθηκολόγηση και υποταγή στους νέους ηγεμόνες-κατακτητές της.

Τα τελευταία χρόνια έγινε πολύς λόγος και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από βιοκαύσιμα (τη βιοαιθανόλη ή το βιοαέριο), που παράγονται από βιομάζα μέσω της υδρολυτικής επεξεργασίας της και θα καίγονται σε μηχανές εσωτερικής καύσης. Αυτή η μέθοδος προϋποθέτει την εντατική καλλιέργεια τεράστιων εκτάσεων καλλιεργήσιμης αγροτικής γης με ειδικές ποικιλίες ετήσιων καλλιεργειών[19], πράγμα που ουσιαστικά εκτοπίζει την καλλιέργεια αγαθών διατροφής με αποτέλεσμα την περαιτέρω όξυνση του παγκόσμιου διατροφικού προβλήματος, χωρίς ωστόσο να επιτευχθεί φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια και να αποφευχθεί η ενεργειακή εξάρτηση από τα παγκόσμια ενεργειακά μονοπώλια.

«Αν καλλιεργήσουμε το 15% των πεδιάδων της Βόρειας Ελλάδας, Θεσσαλία, Μακεδονία, Θράκη, μπορούμε», όπως μας πληροφορεί ο καθηγητής Χημείας στο πανεπιστήμιο της Πάτρας, Θανάσης Κουτίνας, «να παράγουμε βιοκαύσιμο το οποίο θα καλύπτει περίπου το 35% των αναγκών της χώρας για τα μεταφορικά μέσα»[20].

Συνεχίζοντας τον συλλογισμό του, βλέπουμε ότι για να καλύψει η Ελλάδα τα καύσιμα που χρειάζεται μόνο για τα μεταφορικά μέσα, θα έπρεπε να καλλιεργεί με τα λεγόμενα ‘ενεργειακά φυτά’ το 50% των εύφορων πεδιάδων της κεντρικής και βόρειας Ελλάδας. Για να εξασφαλίσει η Ελλάδα ηλεκτρική ενέργεια από βιομάζα και για τις υπόλοιπες παραγωγικές και κοινωνικές δραστηριότητες θα έπρεπε να καλλιεργεί με ‘ενεργειακά φυτά’ και το υπόλοιπο 50% των πεδιάδων, και επειδή προφανώς δεν θα αρκούσαν, θα ήταν αναγκασμένη να καλλιεργήσει και την υπόλοιπη καλλιεργήσιμη γη της με ‘ενεργειακά φυτά’, πράγμα που θα την οδηγούσε στην απόλυτη διατροφική εξάρτησή της από τις χώρες του διατροφικού ιμπεριαλισμού, με τελική συνέπεια την απόλυτη υποταγή της. «Αν αποδειχτούμε τόσο ανόητοι ώστε να προτιμήσουμε ένα κόσμο χωρίς τροφή προκειμένου να οδηγούμε όσο θέλουμε τα αυτοκίνητά μας, τότε θα χρειαζόμασταν το έδαφος αρκετών πλανητών σαν τη Γη για να καλλιεργούμε φυτά για βιοκαύσιμα»[21], αλλά ένας ανθρώπινος κόσμος χωρίς τρόφιμα δεν είναι νοητός ούτε για τους ανόητους. Είναι προφανές πως αυτές οι λύσεις δεν είναι παρά ένα έγκλημα σε βάρος της κοινωνίας-ανθρωπότητας και μάλιστα ειδεχθές, γιατί η Φύση προσφέρει λύσεις ελεύθερης ενέργειας με βάση το υδρογόνο, χωρίς να χρειαστεί να πεινάσει ή να υποταχτεί διατροφικά η κοινωνία, αντίθετα μάλιστα θα μπορεί να έχει άφθονη τροφή για όλους χάρη στη φθηνή, άφθονη και καθαρή ηλεκτρική ενέργεια από το υδρογόνο.

Με δεδομένο μάλιστα ότι σε συνθήκες ευρείας παραγωγής υδρογονοενέργειας σε επίπεδο καταναλωτών και τοπικών κοινωνιών το σχετικό τεχνολογικό πακέτο θα ακολουθήσει αντίστοιχη πορεία με άλλες σχετικές τεχνικές εφευρέσεις, όπως  .λ. χ. ο ηλεκτρισμός, θα είναι αποσβέσιμο σε μικρή σχετικά χρονική περίοδο και συνεπώς η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια θα τείνει να είναι ελαχίστου έως μηδενικού κόστους, είναι περίεργο γιατί σιωπούν τα πολιτικά κόμματα, οι σχετικοί επιστημονικοί φορείς καθώς επίσης και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ιδιαίτερα των νησιωτικών κοινωνιών που τόση ανάγκη έχουν για την ενεργειακή αυτάρκειά τους και για την ήπια και αυτοελεγχόμενη ανάπτυξή τους.

Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι ο συνδυασμός των εναλλακτικών πηγών ενέργειας για την παραγωγή υδρογόνου και στη συνέχεια για την παραγωγή άφθονης, φθηνής και καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο το υδρογόνο, αφού είναι επιστημονικά αποδειγμένο πως η κατά μάζα πυκνότητας ενέργεια του υδρογόνου είναι περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερη από αυτή του μεθανίου και τρεις φορές περίπου μεγαλύτερη από αυτή που δίνει η βενζίνη. Επομένως το υδρογόνο έχει μεγάλη υπεροχή έναντι των άλλων καυσίμων, όχι μόνο ως προς το πολύ χαμηλότερο κόστος απόκτησής του, αλλά και ως προς την κατά μονάδα πυκνότητας ενεργειακή του απόδοση.

Το συμπέρασμα, και πάλι, είναι πως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όταν αντιμετωπίζονται ξεχωριστά και ανεξάρτητα η μια από την άλλη, δεν μπορούν να αναδειχτούν σε ολοκληρωμένο, ανεξάρτητο και αποκεντρωμένο ενεργειακό σύστημα, που να μπορεί να αντικαταστήσει το υφιστάμενο συγκεντρωτικό, ακριβό και ρυπογόνο ενεργειακό σύστημα των ορυκτών καυσίμων. Αυτή η αδυναμία των ΑΠΕ να αποτελέσουν η καθεμιά ξεχωριστά και χωρίς το υδρογόνο ένα ολοκληρωμένο ενεργειακό σύστημα τις υποβαθμίζει σε δευτερεύουσα και συμπληρωματική προς τα ορυκτά καύσιμα πηγή ενέργειας, η οποία μπορεί να γίνει αντικείμενο επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, αφού δεν απειλεί και δεν μπορεί να αμφισβητήσει το υφιστάμενο ενεργειακό σύστημα.

Αντίθετα, η πολλαπλότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που μπορεί σε συνθήκες καπιταλισμού να λειτουργούν ανταγωνιστικά μεταξύ τους και συμπληρωματικά προς τα ορυκτά καύσιμα, δίνει στην κοινωνία τη δυνατότητα να τις συνδυάσει με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνουν συμπληρωματικές η μια στην άλλη, για να δημιουργηθεί η βάση για το νέο ενεργειακό σύστημα υδρογόνου που θα επαναφέρει την οικονομία υπό τον άμεσο έλεγχο της αυτεξούσιας-αυτοδιευθυνόμενης τοπικής κοινωνίας, προϋπόθεση ικανή και αναγκαία για την ευημερία ολόκληρης της ανθρωπότητας και για την αποκατάσταση της αρμονικής σχέσης της κοινωνίας με τη Φύση. Με αυτήν την έννοια, το μέλλον των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ως ένα ολοκληρωμένο ενεργειακό σύστημα υδρογόνου, είναι ταυτισμένο με το μέλλον της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της.

Η τεχνολογία του υδρογόνου, ως η αιχμή των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων μπορεί, με τη βούληση των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, να ανατρέψει τις καθυστερημένες παραγωγικές σχέσεις και να ανοίξει τον δρόμο για ένα καλύτερο μέλλον, για έναν καλύτερο κόσμο. «Οι άνθρωποι μέσα στο προτσές της παραγωγής και αναπαραγωγής παράγουν και τις εργασιακές σχέσεις τους, όπως παράγουν και τα υλικά αγαθά και, ανεξάρτητα από το αν έχουν συνείδηση αυτού του πράγματος ή όχι, παράγουν και την οικονομική βάση αντίστοιχων πολιτικών, νομικών και κρατικών θεσμών, καθώς επίσης και των αντίστοιχων μορφών συνείδησης»[22]. Με τη σταδιακή συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει στην ανθρωπότητα η ελεύθερη υδρογονοενέργεια αναδείχνεται σταδιακά και η αντίστοιχη στο σύγχρονο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων κοινωνική συνείδηση, που θα οδηγήσει τις τοπικές κοινωνίες και συνολικά την ανθρωπότητα στην αντικατάσταση των καθυστερημένων και παρακμασμένων καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων από τις σχέσεις της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης με τη μορφή της Άμεσης Δημοκρατίας και περιεχόμενο την Αταξική Κοινωνία, στο πλαίσιο ενός Οικουμενικού Ουμανιστικού Πολιτισμού[23].

Για όλους τους παραπάνω, και για χίλιους ακόμα, λόγους γίνεται κατανοητό ότι επιμονή κάποιων καλοπροαίρετων, αλλά ελλιπώς ενημερωμένων ‘περιβαλλοντολόγων ακτιβιστών’ να προπαγανδίζουν συγκεντρωτικά ηλιακά ή/και αιολικά ενεργειακά συστήματα, υποβαθμίζει τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας από ελεύθερα, κοινά κοινωνικά αγαθά σε κερδοσκοπικές για το γερμανικό κεφάλαιο επενδυτικές ευκαιρίες και βοηθά τους εισαγωγείς και ατζέντηδές του να κάνουν χρυσές δουλειές. Είναι όμως ανάγκη να κατανοήσουμε όλοι ότι μόνο η υδρογονοενέργεια μπορεί να προσφέρει ενεργειακή ανεξαρτησία σε επίπεδο καταναλωτή, τοπικής, περιφερειακής και εθνικής κοινωνίας, πράγμα που σημαίνει ότι απελευθερώνει τις τοπικές κοινωνίες από τα συγκεντρωτικά-εκμεταλλευτικά ενεργειακά και εξουσιαστικά συστήματα και τις καθιστά ικανές, με την ιδιοπαραγωγή άφθονης, φθηνής και καθαρής ενέργειας, να συγκροτηθούν στη βάση της κοινοκτημοσύνης, της οικονομίας των κοινών αγαθών, της άμεσης δημοκρατίας και της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης. Διαφορετικά με ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, με συγκεντρωτικά ενεργειακά, οικονομικά και κοινωνικά εξουσιαστικά συστήματα, με τόσο κραυγαλέες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες σε συνθήκες καπιταλιστικής βαρβαρότητας δεν μπορεί να μιλάμε σοβαρά για προστασία του περιβάλλοντος, για δημοκρατία και μάλιστα για άμεση δημοκρατία και για ειρήνη, εκτός αν είμαστε αφελείς ή κατά κάποιο τρόπο, σιτιζόμενοι στο πρυτανείο της εξουσίας των λίγων πάνω στους πολλούς, ‘χρήσιμοι ηλίθιοι’.

_________________








[1] Ο William Jennings Bryan (1860-1925), ήταν Αμερικανός πολιτικός.

[2] Συγγραφείς του: Freedom From Mid-East Oil, Edition of World Business Academy, 2007

[3] Ο Γιώργος Παξινός, είναι κορυφαίος Έλληνας νευροεπιστήμονας. Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ της Αυστραλίας, που έγινε παγκόσμια γνωστός από το έργο του της χαρτογράφησης του ανθρώπινου εγκεφάλου.

[4] Για μια διεξοδική και σε βάθος ανάλυση του ενεργειακού προβλήματος, βλέπε: Λάμπος Κώστας. Ποιος φοβάται το Υδρογόνο;. η επανάσταση του Υδρογόνου, η ελεύθερη ενέργεια και η απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα ορυκτά καύσιμα και την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2013.

[5] Βλέπε: Jeremy Rifkin, Η Οικονομία του Υδρογόνου. Η δημιουργία του παγκόσμιου ενεργειακού ιστού και η ανακατανομή της εξουσίας στη Γη, ΛΙΒΑΝΗΣ, Αθήνα 2003.

[6] Το υδρογόνο είναι το ελαφρύτερο χημικό στοιχείο και αποτελεί το 75% της συνολικής μάζας του Σύμπαντος.

[7] Λάμπος Κώστας. Ποιος φοβάται το Υδρογόνο; όπου παραπάνω…, σελ. 126-141.

[8] «Το κόστος των τεχνολογιών Α.Π.Ε μειώνεται ραγδαία με την επέκταση της χρήσης τους και συνεπώς με τη μαζική παραγωγή τους. Ορισμένες τεχνολογίες είναι ήδη ανταγωνιστικές και προβλέπεται ότι το ίδιο θα συμβεί σύντομα και με πολλές από τις υπόλοιπες». Βλ. Βουτυράκης Μανόλης, Τα ενεργειακά προβλήματα, στο: http://www.ecocrete.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=2500&Itemid=0

[9] Είναι γνωστή η τακτική των μεγάλων ρυπαντών του πλανήτη να συνάπτουν τάχα συμφωνίες περιορισμού της ρύπανσης του πλανήτη περιορίζοντας την έκλυση διοξείδιο του άνθρακα, αλά στην πραγματικότητα συνεχίζουν να ρυπαίνουν με μεγαλύτερη ένταση, ή και να υπαναχωρούν ακόμα κα να αποχωρούν από τις συμφωνίες, βλέπε την πρόσφατη Συμφωνία του Παρισιού, με τις οποίες παραπλανούν την ανθρωπότητα και καταστρέφουν την Βιόσφαιρα, για να μεγαλώσουν τα κέρδη και τις κοινωνικές ανισότητες.

[10] Βλ. Εισήγηση της Μόνιμης Επιτροπής Ενέργειας του ΤΕΕ με θέμα: Εξοικονόμηση και διαχείριση ενέργειας, για την προσυνεδριακή εκδήλωση που έγινε στην Κέρκυρα, με θέμα: Εξοικονόμηση και διαχείριση ενέργειας, στις 3.07.2009.

[11] «Μέχρι σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί στην Ελλάδα ολοκληρωμένο Εθνικό Πρόγραμμα Εξοικονόμησης Ενέργειας, αν και έχει επισημανθεί από τη δεκαετία του 1980 η αναγκαιότητα τέτοιου προγράμματος». Εισήγηση της Μόνιμης Επιτροπής Ενέργειας του Τ.Ε.Ε. με θέμα, Εξοικονόμηση και διαχείριση ενέργειας…, ό. π.

[12] Λάμπος Κώστας, Οικολογία και καπιταλισμός. Μια προσέγγιση της συστημικής διάστασης του οικολογικού προβλήματος, http://ecoleft.blogspot.gr/2010/02/blog-post_08.html

[13] Βλέπε, Κώστας Λάμπος, Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας. ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2016, 2η έκδοση.

[14] Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας. Η ατομική ιδιοκτησία ως μήτρα βίας, εξουσίας, ανισότητας, εγκληματικότητας, σκοταδισμού και ανηθικότητας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017.

[15] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.

[16] Παξινός Γιώργος, ‘κατ’ εικόνα’, ΛΙΒΑΝΗΣ, Αθήνα 2015, σελ. 319.

[17] Ψαρράς Δημήτρης, Καλώδιο ή ΑΠΕ; Η άγνοια είναι επιλογή http://www.miakriti.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=670:280112-01&catid=27:energeia&Itemid=517

[18] Μάργαρης Νίκος Ι., Το Ενεργειακό πρόβλημα, Ελευθεροτυπία, 28/9/94.

[19] «Η βιομάζα είναι το ξύλο, τα αγροτικά απορρίμματα, τα δημητριακά όπως είναι το καλαμπόκι, το σιτάρι, το σόργο, τα τεύτλα», Κουτίνας Θανάσης, Εναλλακτικά καύσιμα, http://www.ekke.gr/estia/Cooper/Pandoiko_Patra_98/Koutinas.pdf

[20] Ό.π.

[21] Lovelock James, Η εκδίκηση της Γαίας, Λιβάνης, Αθήνα 2007 σελ. 124-125.

[22] Βλ. Eichhorn W., Bauer A. και Koch G, Η διαλεκτική των παραγωγικών σχέσεων και των παραγωγικών δυνάμεων, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ.


[23] Αναλυτικά, βλέπε, Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον Ουμανισμό, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

Η Ιστορία ως Ιδεολογία



Η Ιστορία ως Ιδεολογία
(Το παράδειγμα της ιστορίας οικονομικών θεωριών)

Γράφει ο Κώστας Λάμπος


«Όλος ο πνευματικός και ηθικός βίος των ανθρώπων

δεν είναι παρά η αντανάκλαση των οικονομικών

φαινομένων στον ανθρώπινο εγκέφαλο»

Ζαν Ζωρές

Υπάρχουν δυό βασικές κοσμοθεωρητικές προσεγγίσεις του κόσμου και της πραγματικότητας, της κίνησης και της εξέλιξής της, συνεπώς και της ιστορίας. Η φυσική-υλιστική αντίληψη με θεμελιωτές τους Ίωνες Φιλοσόφους που θεωρούν ότι ο κόσμος είναι αυθύπαρκτος, αποτελείται από ύλη και ενέργεια και υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει χωρίς να χρειάζεται δημιουργό και η ιδεαλιστική αντίληψη με θεμελιωτή τον Πλάτωνα που θεωρεί τον κόσμο αντικατοπτρισμό και δημιούργημα κάποιας υποτιθέμενης ‘αρχέτυπης Ιδέας’ ενός πάνσοφου και παντοδύναμου δημιουργού’, του λεγόμενου ‘θεού’, όπως τον αποκάλεσαν οι δημιουργοί του, τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία στην προσπάθειά τους να τον βάλουν ως φετίχ δικό τους, ως παρένθετη ιδέα και ως εκτονωτή εντάσεων   μεταξύ αυτών και της χειμαζόμενης κοινωνίας[1].

Υπάρχει, επίσης, μεγάλη διαφορά μεταξύ της αντικειμενικής-πραγματικής ιστορίας και της ιστοριογραφίας. Και πολύ περισσότερο, υπάρχει διαφορά, μεταξύ ιστορίας και χρονολογικής συμβαντολογίας και γεγονοτολογίας. Μεταξύ τού τι είναι η ιστορία, τού ποιος δημιουργεί και τού ποιος γράφει την ιστορία, με δεδομένο ότι η ιστοριογραφία δεν γράφει, αλλά καταγράφει όσα και ότι αυτή θεωρεί πηγές και στοιχεία ιστορίας. Σε σχέση με αυτό το ερώτημα τίθεται το επόμενο που αναφέρεται στον ποιον βλάπτει και στο ποιον ωφελεί η υποκειμενική και σκόπιμα ‘πειραγμένη’ ιστορία και ποιος ο ρόλος της ιστοριογραφίας η οποία εξαρτάται από την επιστημονική επάρκεια, την αντικειμενικότητα και την αξιοπιστία του συγγραφέα της.
Ο Τζωρτζ Όργουελ, στο κλασικό και προφητικό μυθιστόρημά του «1984» αποφαίνεται ότι την ιστορία την δημιουργούν οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, ως εργαζόμενες κοινωνίες, αλλά τη γράφουν, την ξαναγράφουν, την διαγράφουν, την παραγράφουν, την παραχαράσσουν και την διασκευάζουν όπως τους συμφέρει με τη βοήθεια των ιστοριογράφων οι εκάστοτε νικητές και φυσικά σε βάρος των ηττημένων δημιουργών της[2].
Ο καταλανός συγγραφέας Ζάουμε Καμπρέ διερωτάται αν η ιστορία γράφεται όπως πρέπει, ή μήπως οι νικητές είναι εκείνοι οι οποίοι τη γράφουν όπως τους συμφέρει; Διερωτάται επίσης αν είναι δυνατόν η ιστορία να καταγραφεί από τους φτωχούς του κόσμου τούτου ή είναι ο πλούτος που μεταφέρει τα γεγονότα όπως ακριβώς τον εξυπηρετούν[3];
Τέλος, όλοι μας γνωρίζουμε στην καθημερινότητά μας, δηλαδή στην ιστορία σε πραγματικό χρόνο, ότι αυτό που για κάποιους είναι γενοκτονία και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού, για άλλους αποτελεί ‘ηρωική πράξη υπέρ της πατρίδας’, και στη χειρότερη περίπτωση αποτελεί ‘παράπλευρες απώλειες ενός συνωστισμού’, όπως επίσης γνωρίζουμε ότι η ‘πατρίδα’ φέρεται ως ιδιωτική, στοργική μητέρα των νικητών-εξουσιαστών και ως κακή μητρυιά των ηττημένων εξουσιαζόμενων.
Αν συμφωνούμε ότι πράγματι συμβαίνουν τα παραπάνω τότε οφείλουμε να δεχτούμε ότι από την ιστορία έχει αφαιρεθεί η αλήθεια, οπότε δεν μιλάμε για ιστορία, αλλά για μυθιστορήματα με πρωταγωνιστές και κομπάρσους, με αρχηγούς και οπαδούς, με θεούς και δαίμονες, με ‘ποιμένες’ και ‘ποίμνια’, με καλούς και κακούς, κλέφτες κι αστυνόμους, με θύτες και θύματα, πράγμα που σημαίνει ότι η ιστορία δεν αποτελεί, όπως ισχυρίζονται μερικοί ιστοριογράφοι, την μνήμη της ανθρωπότητας, αλλά την εξουσιαστική ιδεολογία[4] των εκάστοτε κυρίαρχων τάξεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι μονοθεϊστικές θρησκείες με πρώτη και καλύτερη την χριστιανική που θεωρούν δημιουργό της ανθρώπινης ιστορίας «την βούληση του θεού», μετεξέλιξη της οποίας είναι οι νεωτερικές αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες δημιουργοί της ιστορίας είναι ‘οι μεγάλες ηγετικές προσωπικότητες και οι ήρωες’, πράγμα που παραπέμπει στο συμπέρασμα ότι η ιστορία των επιμέρους κοινωνιών και της ανθρωπότητας συνολικά δεν είναι δικό τους δημιούργημα, αλλά αποτελεί το ιδεολογικό αφήγημα των εκάστοτε εξουσιών.
Άλλοι πάλι, κατά κύριο λόγο ιστοριογράφοι, αναζητούν την ύπαρξη σταθερών ιστορικών νόμων, κάτι αντίστοιχο με τους φυσικούς νόμους και τους νόμους της εξέλιξης της ζωής, πράγμα που παραπέμπει στην αντίληψη ότι η ιστορία των κοινωνιών και της ανθρωπότητας συνολικά δεν είναι το αποτέλεσμα των σχέσεων των ανθρώπων μεταξύ τους καθώς και των σχέσεων των ανθρώπων με τα μέσα παραγωγής και τον τρόπο κατανομής των παραγόμενων αναγκαίων αγαθών, αλλά μια αλυσίδα εξωγενώς προκαθορισμένων διαδοχικών γεγονότων. Είναι προφανές ότι αυτή η αιτιοκρατική αντίληψη απενοχοποιεί εκείνους που ελέγχουν τα μέσα παραγωγής και τον τρόπο κατανομής του κοινωνικού πλούτου και αφαιρεί από τους ανθρώπους, τις κοινωνίες και τα έθνη το δικό τους θετικό ή αρνητικό ρόλο τους στη νομοτελειακή διαμόρφωση της ιστορίας[5]. Κι όμως είναι αυτά τα γεγονότα που διαμορφώνουν τις ανθρώπινες συμπεριφορές ανάλογες με τη σχέση τους με τα μέσα παραγωγής, σχέσεις ιδιοκτησίας, και της θέσης τους στην παραγωγή και κατανομή της.
Το γεγονός ότι οι δυνάμεις παραγωγής βελτιώνονται και συνεχώς εξελίσσονται, μαζί και τα μέσα παραγωγής, σε βαθμό και ρυθμό που κάποια στιγμή εμποδίζεται η παραπέρα εξέλιξή τους από τις καθυστερημένες καθεστωτικές σχέσεις παραγωγής, που στην κυριολεξία πρόκειται για τις σχέσεις ιδιοκτησίας, οδηγεί τις επιμέρους κοινωνίες σε αλλαγή συσχετισμού των δυνάμεων με σκοπό την λύση της αντίθεσης με αλλαγή των σχέσεων της κοινωνίας με τα μέσα παραγωγής, για το ξεμπλοκάρισμα της διαδικασίας της συνολικής εξέλιξης, δηλαδή της ιστορίας, προς την διαχρονική στρατηγική των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού προς την κοινωνική ισότητα και τον οικουμενικό Ουμανισμό. Αυτό δείχνει τελικά ότι η κινητήρια δύναμη της ιστορίας είναι οι διαρκώς ογκούμενες υλικές και πνευματικές ανάγκες των ανθρώπων και των κοινωνιών τους που παίρνουν μορφή απελευθερωτικής συνείδησης και κοινωνικού αγώνα ενάντια σε ότι στέκεται εμπόδιο στην εξέλιξη και την ικανοποίησή τους. Με αυτή την έννοια η ιστορία γίνεται κατανοητή «ως αδιαίρετος ιστός στον οποίο αλληλοσυνδέονται όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες»[6]. Κατά συνέπεια η ιστορία των κοινωνιών και της ανθρωπότητας συνολικά προσδιορίζεται πρωταρχικά από τους οικονομικούς θεσμούς (σχέσεις ιδιοκτησίας), τις οικονομικές δομές (κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας) και τις οικονομικές λειτουργίες (κατανομή του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου). Με άλλα λόγια «οι πολιτισμοί είναι ζωντανοί οργανισμοί και η ιστορία είναι η βιογραφία αυτών των οργανισμών»[7]. Το γεγονός μάλιστα ότι ο διεθνής αποικιοκρατικός και ιμπεριαλιστικός καταμερισμός της εργασίας με κορυφαία έκφρασή του την νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση στην τρέχουσα μορφή του αμερικανισμού[8] διατάσει, με τη μέθοδο της βίας του ισχυρότερου, τους εθνικούς οργανισμούς σε διαπλεκόμενη ιεραρχική πυραμίδα στην οποία ο κορυφαίος εκμεταλλεύεται όλες τις υποκείμενες βαθμίδες μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ιστορία του ενός οργανισμού μπορεί να είναι μέρος της ιστορίας τόσο των υπερκείμενων, όσο και των υποκείμενων χωρών.
*
 Όσον αφορά στην ιστορία των οικονομικών θεωριών ή της οικονομικής σκέψης αυτή νοείται «ως δυνατότης εγγυτέρας προς την αλήθειαν διερευνήσεως των όρων και των συνθηκών  διαμορφώσεως των διαφόρων οικονομικών φαινομένων»[9]. Αυτή διακρίνεται στην προκλασική, την κλασική και την σύγχρονη, ως μέρος μιας ενιαίας ιστορικής διαδικασίας[10], η μελέτη της οποίας δείχνει «πώς ορισμένες τάξεις προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τους οικονομικούς νόμους προς το συμφέρον τους […] σαν μια ορισμένη μορφή κοινωνικής ιδεολογίας, έκφραση των συμφερόντων ορισμένων τάξεων και κομμάτων που παλεύουν για την εδραίωση της κυριαρχίας τους»[11].
Με αυτήν την έννοια η ιστορία γενικά και η ιστορία οικονομικών θεωριών, ή οικονομικής σκέψης, ειδικότερα εκφυλλίζεται σε μέσο χειραγώγησης των κοινωνιών, των δυνάμεων της Εργασίας της Επιστήμης και του Πολιτισμού, σε εργαλείο άσκησης εξουσίας, το οποίο η πραγματική επιστήμη της ιστορίας οφείλει να ακυρώσει, πράγμα που μπορεί να συμβεί με την εγκατάλειψη της επιδερμικής θεώρησης και της επιλεκτικής καταγραφής θεωριών ή/και γεγονότων και την υιοθέτηση της μεθόδου κατάδυσης της έρευνας και της ανάλυσης στην ρίζα, στις πραγματικές αιτίες και τις ουσιαστικές αλληλοσυσχετίσεις των οικονομικών φαινομένων και των κοινωνικών γεγονότων. Η χρονολογική παράθεση των πολλών συχνά αντιφατικών και αντικρουόμενων θεωρητικών διατυπώσεων από τον α ή β οικονομολόγο για το ένα ή το άλλο ζήτημα της παραγωγής και της διακίνησης αγαθών δεν ερμηνεύει το ζήτημα της τόσο άνισης κατανομής του συνολικού προϊόντος της οικονομίας, του λεγόμενου Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος και συνεπώς δεν μας αποκαλύπτει το γιατί τόσες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, τόση ανεργία, τόση φτώχεια των πολλών και τόσος αμύθητος πλούτος για τους λίγους.
Το να αποδίδει κανείς, λ. χ., την κοινωνική ανισότητα στην ευφυΐα, στο επιχειρηματικό πνεύμα ή στην εργατικότητα του ενός, στην έλλειψη επιχειρηματικού πνεύματος, στην οκνηρία και στην περιορισμένη ευφυΐα του άλλου, αποτελεί μια εύκολη, αλλά καθόλου σωστή και σίγουρα όχι αθώα ερμηνεία του φαινομένου. «Η διαφορά των φυσικών κλίσεων μεταξύ των διαφόρων ανθρώπων είναι στην πραγματικότητα πολύ μικρότερη από όσο υποθέτουμε. Και οι κατά πολύ διαφορετικές ευφυΐες, που φαίνεται να διακρίνουν τους ανθρώπους διαφορετικών επαγγελμάτων, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν αποτελούν την αιτία, αλλά μάλλον το αποτέλεσμα του καταμερισμού της εργασίας»[12]. Προφανές είναι ότι ο Άνταμ Σμιθ δεν εννοεί μόνο τον τεχνικό, αλλά και τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, που έχει να κάνει με το ποιος ελέγχει τον τρόπο παραγωγής και κατανομής του κοινωνικού πλούτου δια του ελέγχου των μέσων παραγωγής, ο οποίος έλεγχος γίνεται με το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής.
Μπορεί ο νομοθέτης Σόλωνας (640-558 παλιάς χρονολόγησης) να θέσπισε με τους περίφημους νόμους του (592-591 της παλιάς χρονολόγησης), για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, την ατομική ιδιοκτησία[13] πάνω στη γη με στόχο την ‘δίκαιη ανισότητα’, αλλά οι εξελίξεις τον διέψευσαν γιατί εξαιτίας ακριβώς της ατομικής ιδιοκτησίας και κύρια της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στη γη, στους δούλους και στα άλλα μέσα παραγωγής καταλύθηκε βίαια από την Τυραννία η Άμεση Αθηναϊκή Δημοκρατία. Έτσι δρομολογήθηκε η εκτροπή των εξελίξεων από την εκατομμυριόχρονη παράδοση των εξισωτικών κοινωνιών της αναλογικής ως προς τις ανάγκες ισοκατανομής στις κοινωνίες του αλληλοεξοντωτικού ανταγωνισμού και της καταστροφής μέχρι που καταλήξαμε σε ακραίες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες που ξεστρατίζουν τον ανθρώπινο πολιτισμό προς την καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Μπορεί ο Πλάτωνας, σε αντίθεση με τον Αριστοτέλη που ήταν θιασώτης της ατομικής ιδιοκτησίας, έχοντας μελετήσει την ήδη πλούσια εμπειρία από την εφαρμογή της ατομικής ιδιοκτησίας, και παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ήταν αριστοκράτης, μεγαλογαιοκτήμονας και μεγαλοδουλοκτήτης και παρά τις διάφορες ιδεαλιστικές θεωρητικές αντιφάσεις του, να προσδοκά ότι στην ‘Ιδανική Πολιτεία’ του, μια άλλη κοινωνία και έναν άλλο πολιτισμό, όπου καταστάσεις και έννοιες, όπως «δικό μου και δικό σου», που «διασπούν την πόλη και την κάνουν πολλές αντί μια», δεν θα είναι νοητές, αφού «όλοι οι πολίτες μαζί, που δεν θα έχουν ούτε ιδιαίτερες κατοικίες, ούτε ιδιόκτητα χωράφια, ούτε κανένα ιδιαίτερο κτήμα […] δεν θα έχουν μέρος στο ίδιο το πράγμα που όλοι θα το λένε δικό μου, αλλά θα ανήκει σε όλους και το συμφέρον του ενός δεν θα είναι διαφορετικό από το συμφέρον του άλλου […], οπότε θα πάνε στο καλό και οι δίκες και οι καταγγελίες μεταξύ τους, αφού τίποτα κανείς δεν θα έχει ιδιαίτερο παρά το σώμα του και όλα τα άλλα κοινά και που αποτέλεσμα θα είναι να λείψουν αναμεταξύ τους οι διχόνοιες, όσες τουλάχιστον προέρχονται από κτηματικές διαφορές»[14]. Όμως η βίαιη επιβολή της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στη γη και σε ανθρώπους είχε ως φυσικό επακόλουθο την διατάραξη της ισοκατανομής και την επιβολή της οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας, γεγονός που ξεστράτισε τον ανθρώπινο πολιτισμό και από πολιτισμό κοινωνικού αυτοπροσδιορισμού τον υποβάθμισε σε εξουσιαστική βαρβαρότητα των ατομικών ιδιοκτητών σε βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας[15].
Μπορεί ο Άνταμ Σμιθ (1723-1790) να απέδωσε την λειτουργία της οικονομίας στο απροσδιόριστο ‘αόρατο χέρι’ και στην υποτίθεται αυτορυθμιζόμενη αγορά αποσπώντας την παραγωγή και την κατανομή του πλούτου από την κοινωνία την οποία ανέθεσε στους επιχειρηματίες καπιταλιστές εφιστώντας βέβαια στην εργαζόμενη κοινωνία την προσοχή της γιατί «το συμφέρον των επιχειρηματιών, σε οποιοδήποτε κλάδο του εμπορίου ή της μανιφακτούρας, είναι πάντα υπό ορισμένες απόψεις διαφορετικό και μάλιστα αντίθετο από αυτό της χώρας. Το συμφέρον τους, (αυτής της ‘ύποπτης κοινωνικής τάξης’, όπως τους αποκαλεί) είναι πάντα η διεύρυνση της αγοράς και ο περιορισμός του ανταγωνισμού.[…] Η πρόταση κάθε νέου νόμου ή ρύθμισης του εμπορίου που προέρχεται από αυτήν την τάξη θα πρέπει πάντα να ακούγεται με επιφύλαξη και δεν θα πρέπει να υιοθετείται. […] Οι προτάσεις αυτές προέρχονται από μια τάξη ανθρώπων, των οποίων τα συμφέροντα δεν ταυτίζονται ποτέ με αυτά της χώρας, που έχουν γενικά συμφέρον να εξαπατούν, ακόμα και να καταπιέζουν τη χώρα και οι οποίοι, για τον λόγο αυτόν, σε πολλές περιπτώσεις και την εξαπάτησαν, αλλά και την καταπίεσαν»[16]. Αλλά οι εργαζόμενες κοινωνίες αγνόησαν τη συμβουλή του και αφέθηκαν στους επιχειρηματίες που λεηλάτησαν τον πλανήτη και τη ζωή τους. Βέβαια τόσο ο Άνταμ Σμιθ, όσο και οι περισσότεροι από τους επιγόνους του απολογητές του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής παραλείπουν, με τη βοήθεια πάντα του σκοταδιστικού ιερατείου, να αναζητήσουν τη βαθύτερη αιτία της τέτοιας συμπεριφοράς αυτής της ‘ύποπτης τάξης’, που δεν είναι άλλη από το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής, το αποκαλούμενο ιερό δικαίωμα, δικαίωμα των δικαιωμάτων πάνω από το οποίο δεν υπάρχει άλλο δικαίωμα, ούτε ακόμα και αυτό το δικαίωμα στην ελευθερία και στην ίδια τη ζωή.
Μπορεί ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, (1772-1823), να κάλεσε τους οικονομολόγους, τους πολιτικούς και τους επιχειρηματίες να στρέψουν την προσοχή τους στο ζήτημα της δικαιότερης κατανομής του κοινωνικού πλούτου, ως της βασικότερης κινητήριας δύναμης της οικονομικής και κοινωνικής προόδου[17], αλλά η βουλιμική ιδιοσυστασία της ατομικής ιδιοκτησίας να καταβροχθίζει ανταγωνιστικές και μη ατομικές ιδιοκτησίες και να απομυζά μέχρι εξαθλίωσης τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, τύφλωσε όλους τους αρμόδιους για μια δικαιότερη κοινωνική κατανομή και απελευθέρωσε την απληστία της ακραίας συσσώρευσης και συγκεντροποίησης του πλούτου με αποτέλεσμα την σημερινή ακραία ανισοκατανομή που χωρίζει την ανθρωπότητα στο 1% που ελέγχει την παγκόσμια οικονομία και στο 99% που φυτοζωεί στις παρυφές της.
Μπορεί ο Τόμας Μάλθους (1766-1834) να υποτίμησε τις δυνατότητες του πλανήτη, των επιστημών και της τεχνολογίας να θρέψουν όλον κι ακόμα περισσότερον από τον τότε πληθυσμό του πλανήτη και να διατύπωσε την παράλογη και αντεπιστημονική θεωρία ‘περί υπερπληθυσμού’, σύμφωνα με την οποία πρέπει να αποδεκατιστεί ο πλεονάζων πληθυσμός, αποσιωπώντας τις ευθύνες του καπιταλισμού για την τεχνητή έλλειψη βασικών αγαθών και για την ανισοκατανομή του πλούτου, αλλά ο πλανήτης και οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού τον διέψευσαν γιατί από τότε ο πληθυσμός οκταπλασιάστηκε. Και παρά το γεγονός ότι ο πλανήτης, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ μπορεί, φυσικά υπό διαφορετικές συνθήκες παραγωγής και κατανομής των αγαθών να θρέψει πολλαπλάσιο του σημερινού πληθυσμού[18], οι σύγχρονοι νεομαλθουσιανοί ‘αρχάγγελοι’ του καπιταλισμού απεργάζονται σχέδια περιορισμού του σημερινού παγκόσμιου πληθυσμού από τα 7,5 περίπου δισεκατομμύρια στα 100 με 300 εκατομμύρια ανθρώπους[19].
Μπορεί ο Κάρολος Μαρξ (1818-1883) να κατάγγειλε την ατομική ιδιοκτησία και τον καπιταλισμό που εδράζεται πάνω σ’ αυτήν ως την κύρια αιτία των κοινωνικών ανισοτήτων και να πρότεινε την απελευθέρωση της Εργασίας από το Κεφάλαιο και από τον εαυτό της, αλλά οι ‘προφήτες του’ ταύτισαν τον σοσιαλισμό με τον κρατισμό, στήνοντας, αντί της Συμβουλιακής Δημοκρατίας του προλεταριάτου, την ‘δικτατορία του προλεταριάτου’ με κατάληξη την δικτατορία επί του προλεταριάτου και ολόκληρης της κοινωνίας, η οποία κατέρρευσε ως ‘υπαρκτός σοσιαλισμός’ και στην ουσία ως κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός, προσφέροντας το φιλί της ζωής στον υπαρκτό καπιταλισμό, ο οποίος ανασυγκροτήθηκε και οργάνωσε την επίθεσή του ενάντια στην ανθρωπότητα με την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου και συμπρωταγωνιστές τη Σοβιετική Ένωση του Γκορμπατσώφ και των επιγόνων του και στη συνέχεια το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας.
Μπορεί ο Τζων Μέυναρντ Κέυνς[20] να έσωσε τον καταρρέοντα καπιταλισμό από τους καπιταλιστές, όπως δηλώνει ο κεϋνσιανός Γιόζεφ Στίγκλιτς και από τις συνέπειες της κρίσης του 1929-1932 με την πολιτική για την απελευθέρωση της κυκλοφορίας του χρήματος μέσω της μείωσης των επιτοκίων και την πολιτική των κρατικών επενδύσεων και των δημοσίων έργων, αλλά οι νεοκλασικοί μαθητές του νεκρανάστησαν τον μονεταρισμό και μαζί με τους νεοφιλελεύθερους πολιτικούς διαχειριστές του καπιταλισμού άνοιξαν ‘το κουτί της Πανδώρας’ φορτώνοντας την ανθρωπότητα με όλα τα δεινά της βίαιης νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου με σκοπό τη διαιώνιση της κυριαρχίας τους ακόμα κι αν αυτό θα σήμαινε ‘το τέλος της Εργασίας’[21], ‘το τέλος της ιστορίας’[22], δηλαδή, το τέλος του ανθρώπινου πολιτισμού.
Μπορεί οι αναρχοφασίστες νεοκλασικοί οικονομολόγοι της Αυστριακής Σχολής Οικονομικής Σκέψης με τον Φρίντριχ Χάγιεκ (1899-1992)[23], καθώς και της Σχολής του Σικάγου με τον Μίλτον Φρίντμαν (1912-2006)[24] να κατάργησαν στο μυαλό τους την θεσμισμένη κοινωνία[25] και το Εμείς για χάρη ‘του Μοναδικού (Εγώ) και της ιδιοκτησίας του’[26], οδηγώντας την ανθρωπότητα στην σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα, όπου το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει τα μέσα παραγωγής, ελέγχει την παγκόσμια οικονομία, επιβάλλει κραυγαλέες ανισότητες, σπαταλά τους υλικούς πόρους και τους φυσικούς όρους και καταστρέφει τη Βιόσφαιρα[27]. Κι όλα αυτά για να εξουσιάζει το υπόλοιπο 99%. Στους κόλπους, όμως, αυτών των λεηλατημένων κοινωνιών εμφανίζονται όλο και περισσότερες συλλογικότητες που οραματίζονται και δημιουργούν εναλλακτικούς θεσμούς για ένα καινούργιο μοντέλο κοινωνίας στη βάση της κοινοκτημοσύνης, της κοινωνικής ισότητας με μέτρο την ισονομία, την αλληλεγγύη, τις ίσες ευκαιρίες, την αναλογικότητα των αναγκών, της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης και της άμεσης δημοκρατίας[28].
Το συμπέρασμα που προκύπτει από αυτή τη σύντομη ανάλυση είναι ότι οι διάφορες οικονομικές θεωρίες, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ξεκινούν με παραδοχές ότι τα μέσα παραγωγής αποτελούν ατομική ιδιοκτησία των λίγων και η οικονομία λειτουργεί με σκοπό την μεγιστοποίηση του κέρδους των κατόχων τους, πράγμα που επιτυγχάνεται με τον καταστροφικό ανταγωνισμό, ο οποίος, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς, ποτέ δεν υπήρξε ελεύθερος, γιατί ελευθερία δεν μπορεί να υπάρξει όπου υπάρχει οικονομική και κοινωνική ανισότητα, βία, πόλεμος, αποικιοκρατία, ιμπεριαλισμός και το δίκιο του ισχυρότερου. Κάτω από αυτές τις συνθήκες οι οικονομικές θεωρίες δεν αντιμετωπίζουν τη λειτουργία της οικονομίας για λογαριασμό της εκάστοτε κοινωνίας, αλλά προσπαθούν να υπαγορεύσουν οικονομικές πολιτικές που θα εκλογικεύουν τον σπάταλο και χαοτικό χαρακτήρα του καπιταλισμού, θα θεραπεύουν τις παθογένειες του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής με σκοπό τη μεγιστοποίηση του κέρδους των κεφαλαιοκρατών, πράγμα που ελαχιστοποιεί την κοινωνική ευημερία, μεγιστοποιεί την ανθρώπινη δυστυχία και περιορίζει δραματικά τους ορίζοντες του μέλλοντος της ανθρωπότητας.
Ο καθένας μας ατομικά, οι τοπικές κοινωνίες, οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, η εργαζόμενη ανθρωπότητα οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι η κύρια και βασική αιτία όλων των δεινών είναι η ατομική ιδιοκτησία και συνεπώς όσο θα υπάρχει ατομική ιδιοκτησία γενικά και ιδιαίτερα ατομική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής η κατάστασή μας δεν πρόκειται να αλλάξει και η ιστοριογραφία θα παράγει συνεχώς συστημική ιδεολογία. Ζούμε λοιπόν την περίοδο της προϊστορίας μας. Η πραγματική ιστορία της ανθρωπότητας θα αρχίσει να γράφεται όταν καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία και το νοσηρό παράγωγό της που είναι ο καπιταλισμός. Όταν η οικονομία θα υποταχθεί στις επιλογές και στις ανάγκες της αυτοθεσμιζόμενης και αυτοδιευθυνόμενης κοινωνίας, όταν τα πάντα θα είναι κοινά στη λογική του ‘μέτρον άριστον’ και του ‘πάντων πραγμάτων μέτρον άνθρωπος’.
Όμως αυτή η προοπτική απειλείται από τον καπιταλιστικό Μεσαίωνα που φέρνει η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Το μέλλον δεν υπάρχει μέχρι να το δημιουργήσουμε και για να είναι δικό μας, δηλαδή των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, οφείλουν αυτές να αναλάβουν τις ιστορικές ευθύνες τους ως το αποκλειστικό υποκείμενο της ιστορίας.
Η καμπάνα, για να θυμηθούμε τον Ernest Hemingway, δεν χτυπάει μόνο για τους άλλους. Χτυπάει και για εμάς.


[1] Βλέπε σχετικά, Λάμπος Κώστας, Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2015 και 2η έκδοση 2016.
[2] «Μπορείς να νοιώσεις πως το παρελθόν σβήστηκε; Αν κάποτε διατηρείται είναι σε πράγματα χωρίς λέξεις, σαν το γυαλί εκεί πάνω. Δεν ξέρουμε τίποτα για την Επανάσταση και την εποχή πριν από αυτή. Κάθε φάκελος έχει καταστραφεί, ή έχει αλλάξει, κάθε βιβλίο έχει ξαναγραφτεί [στην καινούργια γλώσσα που είχε φτιαχτεί όχι για να πλατύνει, αλλά για να στενέψει τα όρια της σκέψης] και κάθε πίνακας έχει ξαναζωγραφιστεί, κάθε άγαλμα και κάθε δρόμος, κάθε κτίριο έχουν πάρει νέα ονόματα, κάθε ημερομηνία έχει αλλοιωθεί. Και αυτό συνεχίζεται μέρα τη μέρα, λεπτό το λεπτό. Η ιστορία σταμάτησε. Τίποτα δεν υπάρχει εκτός από το ατέλειωτο παρόν, όπου το κόμμα έχει πάντα δίκιο. Ξέρω βέβαια ότι το παρελθόν έχει τροποποιηθεί…», Όργουελ Τζώρτζ, «1984», ΔΙΕΘΝΗ ΒΙΒΛΙΑ, Αθήνα 1970, σελ. 152-153 και 292.
[3] Καμπρέ Ζάουμε, Οι φωνές του ποταμού Παμάνο, Εκδόσεις «Πάπυρος», Αθήνα 2008.
[4] «Η έννοια της ιδεολογίας συνδέεται στενά με την εγελιανή ‘ψευδή συνείδηση’ που εμποδίζει τον άνθρωπο να αποκτήσει συνείδηση του εαυτού του και των όρων της ύπαρξής του […] Η πολιτική οικονομία και η οικονομική σκέψη γενικά σχεδόν αναπόφευκτα καθορίζονται ιδεολογικά. […] Το σχήμα και η προβολή του μοντέλου θα επηρεαστούν από το όραμα του κατασκευαστή του για την οικονομική διαδικασία και από τις ιστορικές-κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνουν και περιορίζουν την πνευματική του εικόνα της κοινωνικής πραγματικότητας», Ντόμπ Μόρις, Θεωρίες της αξίας και της διανομής. Από τον Άνταμ Σμιθ μέχρι σήμερα. Ιδεολογία και οικονομική θεωρία, GUTENBERG, Αθήνα 1976, 3η έκδοση, σελ. 19.
[5] «Φορείς των ιστορικών γεγονότων είναι οι άνθρωποι. Η ιστορία είναι των ανθρώπων, ως ατόμων, συνόλων, κοινωνιών, ως κοινωνικών διαρθρώσεων, ως έθνη και κοινωνικές τάξεις. Ο ιστορικός δεν αρκεί να διαπιστώνει πράξεις των ατόμων ή των κοινωνικών συνόλων, αλλά πρέπει να κατανοήσει τις πράξεις αυτές και να συλλάβει τα ελατήρια και τους σκοπούς αυτών των πράξεων…», Σίδερις Α. Α., Περί την φιλοσοφίαν της ιστορίας, Spengler, Toynbee, στο: Αρχείον Οικονομιών και Κοινωνικών Επιστημών, εκδιδόμενο υπό Δημητρίου Εμμ. Καλιτσουνάκη, Τόμος 46ος, Τεύχος Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 1966, σελ. 406-407, υποσημείωση 23.
[6] Hobsbawm Eric, In defence of Ηistory, The Guardian, 15 January 2005.
[7] Spengler Oswald, Der Untergang des Abendlandes. Umrisse der Morphologie der Weltgeschichte (Η παρακμή της Δύσης. Περιγραφή της μορφολογίας της παγκόσμιας ιστορίας), München 1922, τόμος πρώτος, σελ. 143 κ. επ., Αναφέρεται στο: Αρχείον Οικονομιών και Κοινωνικών Επιστημών…, ό. π. σελ. 434.
[8] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009, σελ. 94 κ. επ.
[9] Χουμανίδης Λ. Θ., Μαθήματα Ιστορίας Οικονομικών Θεωριών, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 1968, σελ. 5.
[10] Screpanti Ernesto, Zamagni Stefano, Ιστορία της Οικονομικής Σκέψης, Εκδόσεις ΤΥΠΩΘΗΤΩ, Αθήνα  2004. Βλέπε επίσης Rima Ingrid Helene,Ιστορία της Οικονομικής Ανάλυσης, GUTENBERG, Αθήνα 1983. Καθώς επίσης, Tuma Elias H., Ευρωπαϊκή Οικονομική Ιστορία. Από τον 10ο αιώνα ως σήμερα, GUTENBERG, Αθήνα 1978, τόμοι 2.
[11] Στολιάρωφ Ντ. Ντ. Από την ιστορία των οικονομικών θεωριών. Αριστοτέλης. Εκδόσεις Χ. Κοσμαδάκη, Αθήνα 1967, σελ. 12.
[12] Σμιθ Άνταμ, Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των Εθνών, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010, σελ. 43.
[13] Βλέπε αναλυτικά, Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017, σελ. 140 κ. επ.
[14] Πλάτων, Πολιτεία, τόμος 1, Οδυσσέας Χατζόπουλος, Αθήνα 1992 σελ. 371-377.
[15] Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής…, ό. π., σελ. 88 κ. επ.
[16] Σμιθ Άνταμ, Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του…, ό. π., σελ. 314-315 και 427.
[17] Ricardo David, Grundsätze der Volkswirtschaft und der Besteuerung, Jena Verlag von Gustav Fischer, 1923.
[18] Ακόμα και ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ διαπιστώνει, με τα δεδομένα του 1974, ότι «με ορθολογικότερη αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων του πλανήτη θα μπορούσαν να διατραφούν είκοσι φορές περισσότεροι άνθρωποι απ’ όσους διατρέφονται σήμερα…», Kurt Waldheim, Bericht über die Weltbevölkerung und die Ernährungsfrage (Έκθεση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για τον παγκόσμιο πληθυσμό και το επισιτιστικό πρόβλημα), στο Forum Vereinte Nationen, Zeitschrift für Internationale Entwicklung, Heft 3, September 1974.
[19] «Για να έχουμε όλοι υψηλή ποιότητα ζωής, θα πρέπει να υπάρχουν λιγότεροι άνθρωποι’», Paul R. Ehrlich, Anne H. Ehrlich, John P. Holdren, ECOSCIENCE: Population, Resources, Environment, στο: https://archive.org/details/EcosciencePopulationResourcesEnvironment. «Ένας συνολικός πληθυσμός 250 με 300.000.000 ανθρώπους, δηλαδή, με μία κατά 95% πτώση από τα σημερινά επίπεδα, θα ήταν ιδανικός», Τεντ Τέρνερ, στο: http://www.geopolitics.com.gr/2014/04/people-no-problems.html. «Οι τρεις κύριοι στόχοι μου θα ήταν να μειωθεί ο ανθρώπινος πληθυσμός σε περίπου 100 εκατομμύρια παγκοσμίως, να καταστραφεί η βιομηχανική υποδομή και να δούμε την άγρια φύση, με όλα τα είδη, να επιστρέφουν σε όλο τον πλανήτη», Dave Foreman, στο: http://www.youtube.com/watch?v=xoKQPIh70P0. «Οι αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης του πληθυσμού σε όλα τα οικοσυστήματα του πλανήτη μας γίνεται όλο και πιο συγκλονιστικά εμφανής», David Rockefeller, στο: http://www.geopolitics.com.gr/2014/04/people-no-problems.html.
[20] Keynes John Maynard, Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης, του Τόκου και του Χρήματος, ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα 2010.
[21] Rifkin Jeremy, Το τέλος της Εργασίας, ΛΙΒΑΝΗΣ, Αθήνα 1996.
[22] Fukuyama Francis, Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος, ΛΙΒΑΝΗΣ, Αθήνα 1992.
[23] Ενδεικτικά βλέπε, Hayek Friedrich August, Monetary Nationalism and International Stability, 1937, και Hayek Friedrich August , Individualism and Economic Order, 1948.
[24] Friedman Milton, Capitalism and Freedom: Fortieth Anniversary Edition, University of Chicago Press, 2002. And Friedman Milton, Free to Choose: A Personal Statement, Harcourt, 1980.
[25] Hayek Friedrich, The Constitution of Liberty, University Chicago Press, 1960.
[26] Stirner Max, Ο Μοναδικός και η Ιδιοκτησία του, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΥΡΑΘΕΝ, Αθήνα 2005.
[27] Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.
[28] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον Ουμανισμό, ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.

η πιο πρόσφατη

  Ευρωπαϊκές εκλογές. Με το βλέμμα προς το Κοινό των Λαών της Ευρώπης (Ποτέ πια φασισμός, ποτέ πια πόλεμος)   Γράφει ο Κώστας Λάμπος...