Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ανισότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ανισότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Άτομο, ατομική ιδιοκτησία και ο μύθος περί ελευθερίας και ασφάλειας



Άτομο, ατομική ιδιοκτησία και ο μύθος περί ελευθερίας και ασφάλειας[1]



Γράφει ο Κώστας Λάμπος
 

Το γεγονός της ατομικής ιδιοκτησίας σε παγώνει για πάντα
στο «Εγώ» και σε διώχνει για πάντα από το «Εμείς».
Τζον Στάινμπεκ[2]

Αν είμαι ό,τι έχω και αν ό,τι έχω έχει χαθεί,
τότε ποιος είμαι;
Έριχ Φρομ[3]

Η ιδιοκτησία σκλαβώνει. Ανήκεις
σε ό,τι σου ανήκει.
Νίκος Δήμου[4]

Με τον όρο ατομική θεωρία στη Φυσική, οι θεμελιωτές της Λεύκιππος και Δημόκριτος, στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν τη λειτουργία της Φύσης και του κόσμου, υποστήριξαν πως η ύλη, άρα και ο κόσμος, συγκροτείται από άπειρο πλήθος στοιχειωδών αδιάσπαστων, άτμητων σωματιδίων. Έκτοτε αυτή η θεωρία επιβεβαιώνεται απόλυτα, εμπλουτίζεται συνεχώς και συμπληρώνεται από τη σύγχρονη επιστήμη. Ας κρατήσουμε μόνο δύο έννοιες, ότι ο κόσμος αποτελείται από άτομα και ότι τα άτομα δεν επιδέχονται περαιτέρω τομή και αλλοίωση της οντότητάς τους, διευκρινίζοντας ότι η «σχάση, η διάσπαση του ατόμου» δεν είναι τομή σε μικρότερα άτομα, αλλά βίαιη μετατροπή της ύλης σε ενέργεια.
Ο Αριστοτέλης, όπως είναι γνωστό, υποστήριζε ότι «το Όλον είναι πρότερο από τα μέρη», που σημαίνει ότι το τετράποδο ζώον έγινε δίποδο και σκεπτόμενος άνθρωπος μέσα στην αγέλη, στη συλλογικότητα που συσσώρευε εμπειρίες γενεών, Γνώση και φαντασία, με τις οποίες εξελίχθηκε σταδιακά σε ομάδα-κοινότητα, σε κοινωνία και δεν συνέβη το αντίστροφο, δηλαδή ότι το ζώον έγινε από μόνο του άνθρωπος και στη συνέχεια αυτό συγκρότησε την κοινότητα. Οι συνήγοροι της ατομικής θεωρίας στην κοινωνία παραγνωρίζουν αυτή την πραγματικότητα και εντελώς αυθαίρετα υποστηρίζουν ότι το άτομο, δηλαδή ο άνθρωπος, προηγείται της κοινωνίας και συνεπώς είναι τάχα μοναδικός[5], ανεξάρτητος από τον κόσμο του, δηλαδή από την κοινωνία του, και ότι η απόκτηση ατομικής ιδιοκτησίας αποτελεί θεμελιακό, φυσικό και ιερό δικαίωμα του ατόμου, γιατί τάχα η ατομική ιδιοκτησία προσφέρει στον κάτοχό της ασφάλεια και ελευθερία. Με τέτοια παραμύθια συνεπικουρούμενα από την όποια θρησκευτική πανούκλα καταφέρνουν να αποκόπτουν το άτομο από την κοινωνία, από το Εμείς του, δηλαδή, από τον φυσικό του χώρο που του προσφέρει ασφάλεια και ελευθερία ως εγνωσμένη αναγκαιότητα και να μετατρέπουν κάποιους λίγους σε ασύδοτους λύκους και τους πολλούς σε σφαχτάρια πρόβατα.

Η πραγματικότητα όμως φαίνεται να είναι πολύ διαφορετική, γιατί το κοινωνικό, όπως και το φυσικό, άτομο οφείλει την ύπαρξή του στον κόσμο του, δηλαδή σε ένα πλήθος οργανωμένων ατόμων, σε κάποιο Εμείς, από το οποίο αντλούν το Εγώ τους. Η ολιστική κοινωνιολογική προσέγγιση «δεν θεωρεί κατά κανένα τρόπο ότι οι κοινωνικές ολότητες σύγκεινται από τα επιμέρους άτομα, αλλά αντίθετα κατανοεί το άτομο ως μέλος του κοινωνικού συνόλου. Δεν υπάρχουν απομονωμένα, συγκεντρωμένα στον εαυτό τους άτομα που συνέρχονται σε κοινωνία με σύμβαση την πραγμάτωση των ατομικών τους σκοπών, αλλά “συναρθρώνεται” το σύνολο του συλλογικού όντος και τα χωριστά άτομα αντλούν μόνο από αυτό την υπόστασή τους. […] Θεωρίες περί φυσικού δικαίου και “κοινωνικού συμβολαίου” αποτελούν παραδείγματα ατομιστικού τρόπου σκέψης»[6]. Και ενώ το «φυσικό άτομο» δεν διεκδικεί να αποκοπεί από τον κόσμο του και πολύ περισσότερο δεν διεκδικεί να αποσπάσει τμήμα του κόσμου του και να το καταστήσει «προσωπική» του ιδιοκτησία, οι θεωρητικοί του «κοινωνικού άτμητου ατόμου» αυθαιρετούν υποστηρίζοντας ότι το υποτιθέμενο άτομό τους, ο άνθρωπος, μπορεί να αποσπά από την κοινωνία του και να καθιστά ατομική του ιδιοκτησία όσα άλλα άτομα μαζί με όσο μεγαλύτερο τμήμα της Φύσης μπορεί, για να νιώσει ασφάλεια και ελευθερία. Το γεγονός ότι τα υπόλοιπα άτομα χάνουν με αυτόν τον τρόπο την ασφάλεια, την ελευθερία αλλά και την κοινωνική και ατομική τους υπόσταση φαίνεται να μην ενδιαφέρει τους κατασκευαστές αυτής της ψευτοθεωρίας.
Φαίνεται όμως ότι και τα άτομα που απέκτησαν με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο ατομική ιδιοκτησία δεν κατάφεραν να νιώσουν ασφαλή και ελεύθερα, όχι γιατί τα απειλούν οι χειραγωγημένοι δούλοι τους και οι στρατιές των παραιτημένων, μοιρολατρών ακτημόνων, αλλά γιατί η ατομική ιδιοκτησία τους απειλείται από άλλες ατομικές ιδιοκτησίες που λυσσασμένα θέλουν να μεγαλώσουν τρώγοντας τις άλλες για να αισθάνονται πιο ασφαλείς και περισσότερο ελεύθεροι οι κάτοχοί τους. Αυτός ο ανταγωνισμός μεταξύ ατομικών ιδιοκτησιών, δηλαδή μεταξύ κεφαλαίων, τελικά κάνει τους κατόχους τους περισσότερο ανασφαλείς και λιγότερο ελεύθερους, γιατί κάθε στιγμή βλέπουν κάποιον από τους ομοίους τους να τους απειλεί ή να πτωχεύει, να απαλλοτριώνεται από τους ανταγωνιστές του ή να οδηγείται στη φυλακή για χρέη, και για να επιβιώσουν γίνονται μοναχικότεροι, επιθετικότεροι και όλο και περισσότερο αντικοινωνικοί και δυστυχισμένοι, που σημαίνει ότι γίνονται υπηρέτες εγωιστικών ψευδαισθήσεων και πραγμάτων που τους ρημάζουν τη ζωή.
Χάνοντας τον συναισθηματικό, τον κοινωνικό, τον πνευματικό, τον ιστορικό συλλογικό πλούτο τού Εμείς, αναζητούν την ευτυχία, την ασφάλεια, την ελευθερία στον ιδιωτικό υλικό πλούτο τού Εγώ, που σε σύγκριση με αυτόν των ανταγωνιστών είναι πάντα λίγος και πρέπει να μεγαλώσει με κάθε τρόπο, ακόμα και με το έγκλημα και με τον πόλεμο. Η γκλαμουριά, η πολυτέλεια, η «χρυσόσκονη» και η προκλητική σπατάλη συμπληρώνονται από στρατιές καλοπληρωμένων σωματοφυλάκων, από την απομόνωση, την έκλυτη ζωή και την ευρύτατη χρήση ουσιών και οινοπνεύματος, για να νιώσουν λίγη ασφάλεια και να υποκαταστήσουν την ευτυχία που τους λείπει. Αδυνατούν ακόμα και να γελάσουν αυθόρμητα, γιατί οι φροντίδες της ατομικής ιδιοκτησίας τους τούς στέρησαν την ικανότητα να γελούν, να αγαπούν και να ερωτεύονται χωρίς να «νικούν», χωρίς να πλουτίζουν και χωρίς τη βοήθεια ουσιών.
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ασκώντας αυστηρή κριτική στη φιλοσοφία και στη λειτουργία της αστικής κοινωνίας, χαρακτήριζε μίζερα, νευρωτικά τα άτομα με επίμονη και σταθερή επιδίωξη απόκτησης ατομικής ιδιοκτησίας και υλικών πραγμάτων, και ο Έριχ Φρομ συμπληρώνει: «Το άτομο που ασχολείται αποκλειστικά με την κατοχή και απόκτηση υλικών πραγμάτων, είναι νευρωτικό. Από αυτό θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι και η ίδια η κοινωνία […] είναι μια κοινωνία άρρωστη».[7]
Η ατομική ιδιοκτησία επιβάλλει τελικά πάνω στο άτομο τις δικές της ιδιότητες, όπως τον ατομισμό, το νοσηρό εγωισμό, τον μέχρι θανάτου ανταγωνισμό, την απληστία, το μισανθρωπισμό, την ανηθικότητα, την αδικία και την παραβατικότητα, με κατάληξη το έγκλημα και τον πόλεμο, πράγματα που οι απολογητές του κεφαλαίου τα αποδίδουν σε βιολογικούς όρους, όπως την ανθρώπινη φύση, για να απαλλάξουν την ατομική ιδιοκτησία και τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής από την ευθύνη γι’ αυτή την εκτροπή του ατομικού ιδιοκτήτη, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για κοινωνικά φαινόμενα συνυφασμένα με τη φύση της ατομικής ιδιοκτησίας. «Η ιδέα της αδικίας και συνεπώς και της τιμωρίας του αδικούντος δεν εμφανίζονται με την πρώτην, την πρωτόγονον κοινωνίαν του ανθρώπου. Κατά την περίοδον ταύτην, με το να μην υπάρχη ούτε στα κινητά πράγματα ούτε στα ακίνητα ατομική ιδιοκτησία, δεν ήτο δυνατόν να γίνη αφαίρεσις ξένης ιδιοκτησίας, προσβολής της τιμής του άλλου και αφαίρεσις της ζωής του πλησίον. Αι τοιαύται πράξεις ή παραλείψεις αρχίζουν να εμφανίζωνται ως διατάραξις της κοινωνικής συμβιώσεως από της εποχής κατά την οποίαν διεσπάσθη η οργάνωσις του γένους και ήρχισε να επικρατεί ο νέος θεσμός της ατομικής ιδιοκτησίας. […] Όταν επήλθεν εντός των πρωτογόνων κοινωνικών οργανώσεων (γένους, φυλής, πατριάς) ανατροπή των όρων της κοινοβιακής ισότητος και εντεύθεν εδημιουργήθησαν αι κοινωνικαί ανισότητες, ο άνθρωπος, ως άτομον αναλόγως της θέσεώς του μέσα εις την κοινωνίαν, ήρχισε να ρέπη προς την αδικίαν. Δηλαδή ήρχισε να παραβαίνη τας μέχρι τούδε ισχυούσας κοινωνικάς εντολάς και να ιδιοποιήται ωρισμένα αντικείμενα ανήκοντα εις την πατριάν του ή εις άλλους. […] Παραλλήλως, δε, προς την περαιτέρω ανάπτυξιν και επέκτασιν του θεσμού της ατομικής ιδιοκτησίας, εγεννήθη και ισχυροποιήθη και το ατομικιστικόν αίσθημα: “τούτο είναι δικό μου”. Επειδή δε, δεν υπήρχεν αφθονία αγαθών, εκείνοι οι οποίοι δι’ οιονδήποτε λόγον δεν ηδύναντο να αποκτήσουν τοιαύτα, ήρχισαν, διά της αρπαγής ή της κλοπής, τα αγαθά τα οποία δεν ανήκον εις αυτούς να τα κάμνουν “δικά των”. […] Όταν δε αργότερον εις ωρισμένας περιφερείας το ιερατείον είχεν εξαιρετικήν εξουσίαν εις χείρας του, διά των υπό τύπον θεϊκής εντολής θεσπιζομένων ποινικού περιεχομένου θεσμών, πρωτίστως επροστάτευεν τα προνόμια και τα δικαιώματά του ως και τα προνόμια και δικαιώματα των ευγενών. Συνεπώς μετά τη διάλυσιν του γένους και της πατριάς, οι θεσμοί οι περιέχοντες ποινικάς κυρώσεις ως δικαιολογητικήν των βάσιν είχον το δίκαιον του ισχυρότερου».[8]
Είναι συνεπώς προφανές ότι η Φύση δεν δημιουργεί εγκληματίες. Τους εγκληματίες τούς γεννάει η ατομική ιδιοκτησία και το κεφάλαιο, ως κοινωνική σχέση εξουσίας των λίγων πάνω στους πολλούς. Το έγκλημα το γεννάει το φαύλο σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας και εξουσίας, της οικονομικής και της κοινωνικής ανισότητας, που μεταμορφώνει ανθρώπινα όντα, ως άλλη μυθική Κίρκη, σε μισάνθρωπους ηγεμόνες και σε διεστραμμένους εξουσιαστές, σε αργυρώνητους «σοφούς» συμβουλάτορες, σε δήμιους και σε χαφιέδες, σε φαύλους πιστούς, οπαδούς και υπηκόους, σε ζόμπι και μοιρολάτρες δούλους, φιγούρες του γκροτέσκου και του τραγικού, σκιές ανθρώπινες που δείχνουν στους υπόλοιπους που αντιστέκονται τι οφείλουν να μην κάνουν και τι πρέπει να κάνουν, για να μείνουν άνθρωποι, αυτοί και οι γενιές που έρχονται.
Αυτή η καπιταλιστική πραγματικότητα αναγκάζει τα υποκείμενα της ατομικής ιδιοκτησίας ν’ απομακρύνονται από την κοινωνία, να χάνουν σταδιακά την ανθρωπιά τους, να γίνονται περισσότερο ανασφαλή άτομα, σκληροί εκμεταλλευτές των συνανθρώπων τους που είναι αναγκασμένοι να εργάζονται σ’ αυτούς για να μεγαλώνει η ατομική ιδιοκτησία των αφεντικών τους. Γίνονται υπονομευτές των αντιπάλων τους, καθώς είναι αναγκασμένοι, για να σώσουν και να μεγαλώσουν την περιουσία τους και την εξουσία τους, να κάνουν εγκλήματα ατομικά και μαζικά, ακόμα και γενοκτονίες ολόκληρων λαών, στο όνομα κάποιας πατρίδας που την ταυτίζουν με τη δική τους περιουσία και εξουσία, με αποτέλεσμα να καταλήγουν εγκληματίες σε βάρος της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.
Όλα αυτά δείχνουν, τελικά, πως η ατομική ιδιοκτησία όχι μόνο δεν προστατεύει τους κατόχους της, αλλά αντίθετα τους εκθέτει σε πολλαπλούς κινδύνους, αλλοιώνει την ανθρώπινη ιδιότητά τους, υπονομεύει τα ατομικά Εγώ τους και τα αναγκάζει να καταφεύγουν σε τοξικές θεωρίες και ιδεολογίες και σε ένα ταξικό υποκείμενο με τη μορφή του καπιταλιστικού κράτους, που στρέφεται ενάντια στην εργαζόμενη κοινωνία, ενάντια στο γενεσιουργό Εμείς, καταστρέφοντας τη μήτρα που τους γέννησε ως ανθρώπους, τη Φύση και τον ανθρώπινο πολιτισμό. Το τραγικά διδακτικότερο όλων είναι ότι τα Εγώ που αγνοούν ή αρνούνται ότι προέρχονται από το Εμείς, τελικά αυτοκαταστρέφονται τα ίδια ως ανασφαλή και ανελεύθερα αποανθρωποποιημένα εργαλεία μιας λαθεμένης αντίληψης και ενός καταστροφικού εξουσιαστικού μηχανισμού που κομματιάζει, μεταφορικά και κυριολεκτικά, την οντολογική υπόσταση εκατομμυρίων ανθρώπων, των κατόχων ατομικής ιδιοκτησίας μη εξαιρουμένων, έναντι «μιας χούφτας δολαρίων» το κεφάλι.
Το γεγονός ότι η ιδεολογία περί ατομικής ιδιοκτησίας αδυνατεί να πείσει όλη την κοινωνία για την ορθότητα και χρησιμότητά της, ανάγκασε την κυρίαρχη τάξη να την καταστήσει κρατική θρησκεία με την έννοια της λεγόμενης «ελεύθερης αγοράς» που συγχρονίζεται με τη σκοταδιστική θρησκεία, σύμφωνα με την οποία ο «θεός» έδωσε ελευθερία στους ανθρώπους όχι να μοιράσουν για να ζήσουν όλοι, αλλά να «κατακυριεύσουν τη Γη», όσοι προλάβουν βέβαια, γιατί σύμφωνα μ’ αυτές τις αντιλήψεις, που εμφανίζονται ακόμα και ως αναρχικές, «το άτομο οφείλει να βάζει τον εαυτό του στο κέντρο των πραγμάτων και στη συνέχεια να κάνει κτήμα του όσο μεγαλύτερο μέρος του  κόσμου μπορεί».[9] Όσο για τους άλλους που δεν κατάφεραν να ανήκουν στην «Ένωση των Εγωιστών», «έχει ο θεός», και με την ευλογία του θα τους φροντίσει το κράτος των ιδιοκτητών. Ο σκοπός ήταν να αναγνωριστεί το κράτος ως αφέντης και όχι ως συνολική έκφραση της κοινωνίας, με αποτέλεσμα την υποταγή της εργαζόμενης κοινωνίας σε μια πολυκέφαλη εξουσία που είναι ταυτόχρονα κράτος, «θεός», κεφάλαιο, νόμοι, δικαστήρια, στρατός, αστυνομία και κοινοβούλια, πίσω από τα οποία κρύβεται η μόνη πραγματική εξουσία, αυτή της τάξης των μεγαλοϊδιοκτητών των μέσων παραγωγής, το απάνθρωπο και καταστροφικό μεγάλο κεφάλαιο.
Για να το πετύχει αυτό το κεφάλαιο, έπρεπε να αποσπάσει το άτομο από την κοινωνία και τεμαχίζοντάς το σε θνητό σώμα και σε δήθεν «αθάνατη ψυχή» να το «θεοποιήσει», καλλιεργώντας του την ψευδαίσθηση ότι το Εγώ είναι ανώτερο από το Εμείς και συνεπώς το άτομο μπορεί να υπάρξει εκτός, και να δρα εναντίον, της κοινωνίας. Έτσι, αποκαλύπτεται ότι τα παραμύθια, της αστικής ιδεολογίας, της θρησκείας και κάποιων γκουρού της λεγόμενης αναρχίας, περί ατομικής ελευθερίας εκτός κοινωνίας, που ευλογούν την ατομική ιδιοκτησία, τελικά δεν εξυπηρετούν το άτομο αλλά το κεφάλαιο και την εξουσία των λίγων πάνω στους πολλούς, που ως εκμεταλλευόμενοι και εξαρτημένοι από την εξουσία των λίγων χάνουν την ελευθερία τους και πολύ συχνά και τη ζωή τους, για να νιώθουν ασφάλεια τα αφεντικά τους.
Καταλήγοντας μπορούμε να συμπεράνουμε ότι τα άτομα που αναλώνουν τη ζωή τους στην απόσπαση, με την ωμή βία ή με τη βία των νόμων που τα ίδια θέσπισαν, από την κοινωνία υλικών και άυλων αξιών, για να τα συσσωρεύσουν ως ατομική τους ιδιοκτησία που ξεπερνάει τις πραγματικές τους ανάγκες, υπέταξαν τη ζωή τους σε νεκρά υλικά πράγματα που ξεπερνούν τους ιδιοκτήτες τους και ως ατομική ιδιοκτησία στέκονται εχθρικά απέναντι στην κοινωνία. Άτομα και κοινωνίες, όμως, που δεν κυριαρχούνται από τη δίψα για ζωή και από τη ζωή την ίδια, αλλά από τη μανία απόκτησης και συσσώρευσης ατομικής ιδιοκτησίας, πλούτου και ανθρώπινων νεκρών υλικών δημιουργημάτων, γίνονται αρνητές της ζωής και της κοινωνίας που αποσκοπούν στην καθολική ευτυχία, γιατί ποτέ και κανένα άτομο δεν μπόρεσε να είναι ευτυχισμένο όταν η δική του ευτυχία προέρχεται αλλά και απειλείται από τη δυστυχία των συνανθρώπων του.
Αυτή η γκρίζα πραγματικότητα υποδηλώνει τελικά ότι σ’ αυτήν την περίπτωση το σημαίνον δεν είναι το Εγώ, αλλά η ατομική ιδιοκτησία, η οποία συνθλίβει κυριολεκτικά, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, τους φορείς της. Οπότε προκύπτει το ερώτημα αν μπορεί, σε συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας να υπάρξει το Εγώ εκτός κοινωνίας, όταν μάλιστα αυτό δεν προσδιορίζεται από το Εμείς και το «γνώθι σ’ αυτόν», αλλά από σκοταδιστικούς μύθους και εξουσιαστικές ιδεολογίες. Όταν το Εγώ δεν ταυτίζεται με το συλλογικό Είναι, με το Εμείς, αλλά με την ιδιοκτησία, τότε «το Εγώ δεν είναι στην αρχή παρά η καθαρά αφηρημένη υποκειμενική ύπαρξη, η καθαρά κατηγορηματική ύπαρξη, η ύπαρξη που αν και διαφοροποιείται με τον εαυτό της δεν έχει σαν περιεχόμενο την αληθινή διαφορά, το προσδιορισμένο περιεχόμενο βρίσκεται έξω από τον εαυτό του και εδρεύει στο αντικείμενο».[10]
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να δούμε τι σημαίνει, για την κατά Χέγκελ[11]  φιλοσοφία του πνεύματος και του δικαίου, το να ταυτίζεται το Εγώ με το αντικείμενο, δηλαδή να ‘εδρεύει’ στην ατομική ιδιοκτησία και όχι στο συλλογικό υποκείμενο, στο Εμείς: «Με την εξάλειψη του αντικειμένου, το υποκείμενο εξαλείφει την ίδια του την ατέλεια. Αυτός ο διχασμός του εαυτού μέσα σε ένα Εγώ που βρίσκεται σε σχέση μ’ ένα εξωτερικό αντικείμενο δίνει μια αντικειμενική ύπαρξη στην υποκειμενική υπόσταση, το ίδιο που κάνει το αντικείμενο μια ύπαρξη υποκειμενική».[12] Με απλά λόγια, ο Χέγκελ μας λέει πως η ατομική ιδιοκτησία μάς διαφοροποιεί, δηλαδή μας αποσπά από το Εμείς, το συλλογικό εαυτό μας, τον οποίο και διχάζει υποτάσσοντάς τον ως αντικείμενο της ιδιοκτησίας που υποκειμενικοποιείται θεσμικά και γίνεται το σημαίνον και οι ατομικοί ιδιοκτήτες γίνονται απλά σημαινόμενα, γίνονται δούλοι του πλούτου τους, εχθροί των συνανθρώπων τους και εγκληματίες σε βάρος της κοινωνίας-ανθρωπότητας.
Καταλήγοντας διαπιστώνουμε πως η ατομική ιδιοκτησία παραμορφώνει τις οικονομικές δομές με αποτέλεσμα την υπερδιόγκωση των μη παραγωγικών τομέων, που αποσκοπούν στην υποστήριξη των ανισοτήτων και της εξουσίας του κεφαλαίου σε βάρος της κοινωνίας και την παραμέληση των παραγωγικών τομέων της οικονομίας που αποσκοπούν στην κάλυψη των βασικών αναγκών της κοινωνίας. Αυτή η αναντιστοιχία εκδηλώνεται με αλυσιδωτές οικονομικές κρίσεις σε μορφή σπιράλ που μεγεθύνουν τις ανισότητες, διευρύνουν την παγκόσμια πείνα και περιορίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις πολιτικές και κοινωνικές ελευθερίες σε αναλογία του 1% που κατέχει τα μέσα παραγωγής και ελέγχει την παγκόσμια οικονομία, προς το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού που φυτοζωεί ταπεινωμένο και καταπιεζόμενο.
Το συμπέρασμα που λογικά προκύπτει από αυτήν την ανάλυση είναι ότι η ατομική ιδιοκτησία καταστρέφει τις θεμελιακές ιδιότητες του ανθρώπου, ως κοινωνικό και ιστορικό υποκείμενο, το οδηγεί ενάντια στη συλλογικότητα, στο Εμείς, από την οποία προέρχεται και μ’ αυτόν τον τρόπο περιορίζει, τους βαθμούς ελευθερίας και ασφάλειας τόσο του ιδιοκτήτη της, όσο και των υπόλοιπων μελών της κοινωνίας. Από αυτόν τον φαύλο κύκλο, της αντικοινωνικής αποανθρωποποίησης εξαιτίας της ατομικής ιδιοκτησίας και της απάνθρωπης σκοταδιστικής-θρησκευτικής αγυρτείας[13], μπορεί να μας βγάλει μόνο μια ‘επιστροφή στο Εμείς’, στη μικρή, στη μεγάλη και στην πολύ μεγάλη κοινωνία και στην επανασυγκόλλησή της, με την οριστική και ριζική κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, της μόνης ικανής και αναγκαίας συνθήκης για να βγει η ανθρωπότητα από την καπιταλιστική βαρβαρότητα[14] και να μπει στην εποχή της πραγματικής ελευθερίας, της καθολικής ασφάλειας και του οικουμενικού ουμανιστικού πολιτισμού της άμεσης δημοκρατίας με περιεχόμενο την αταξική κοινωνία[15].
Κι όποιοι έχουν κάτι καλύτερο να προτείνουν ας μην το κρατάνε για τον εαυτό τους. Ας το καταθέσουν το στο δημόσιο διάλογο, ο οποίος δεν έβλαψε ποτέ και κανέναν, εκτός από εκείνους που μας θέλουν κωφούς, μουγκούς, τυφλούς και δούλους κάποιου θεού που μας μισεί και αφέντη που μας ταπεινώνει, μας εκμεταλλεύεται και τελικά, για να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του, μας σκοτώνει.



[1] Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017, σελ. 60-67.
[2] John Ernst Steinbeck (1902-1968). Αμερικανός συγγραφέας, τιμήθηκε το 1962 με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
[3] Erich Fromm (1900-1980). Γερμανός ουμανιστής κοινωνιολόγος και φιλόσοφος.
[4] Ο Νίκος Δήμου είναι Έλληνας συγγραφέας.
[5] «Εγώ ο εγωιστής, δεν έχω στην καρδιά μου την ευημερία αυτής της ‘ανθρώπινης κοινωνίας’. Δεν θυσιάζω τίποτα σ’ αυτήν, μόνο την χρησιμοποιώ, για να μπορώ όμως να την χρησιμοποιώ πλήρως, την μετατρέπω σε ιδιοκτησία μου και δημιούργημά μου, δηλαδή, την εκμηδενίζω και σχηματίζω στην θέση της την ένωση των εγωιστών», Stirner Max, Ο Μοναδικός και η Ιδιοκτησία του, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΥΡΑΘΕΝ, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 194.
[6] Freyer Hans, Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ., σελ. 173.
[7] Έριχ Φρομ, Να Έχεις ή να Είσαι;, Μπουκουμάνης, Αθήνα 1978, σελ. 111.
[8] Γιάννης Κορδάτος, Εισαγωγή εις την νομικήν επιστήμην, Μπουκουμάνης, Αθήνα 1977, σελ. 151.
[9] Max Stirner, The Ego and Its Own [Το Εγώ και το δικό του], Rebel Press, London 1993.
[10] Georg Hegel, Φιλοσοφία του πνεύματος, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ., σελ. 17.
[11] Georg Wilhelm Friedrich Hegel (1770-1831). Γερμανός φιλόσοφος.
[12] Στο ίδιο, σελ. 51.
[13] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017.
[14] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.
[15] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον ουμανισμό. ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

Η ‘Παγίδα του Σόλωνα’, η Σεισάχθεια και η γέννηση της ατομικής ιδιοκτησίας




Η ‘Παγίδα του Σόλωνα’, η Σεισάχθεια και η γέννηση της ατομικής ιδιοκτησίας[1]

Γράφει ο Κώστας Λάμπος


Το ανθρώπινο είδος κατάφερε, στην εκατομμυριόχρονη βασανιστική πορεία του, να επιβιώσει και να δημιουργήσει τον πολιτισμό του Εμείς, της αλληλεγγύης και της ισοκατανομής χάρη στην αντιμετώπιση της Φύσης και ιδιαίτερα του εδάφους ως ελεύθερο-κοινό αγαθό, ενώ από την σχετικά πρόσφατη βίαιη καθιέρωση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω σε ανθρώπους, στο έδαφος και στα μέσα παραγωγής οδηγήθηκε στον ‘πολιτισμό’ του νοσηρού Εγώ, του ανταγωνισμού μέχρι θανάτου του αντιπάλου και συνεπώς της κοινωνικής ανισότητας με αποκορύφωμα την καπιταλιστική βαρβαρότητα η οποία το απειλεί με νέες και χειρότερες μορφές δουλείας και με εξαφάνιση. 


*
Πρωτοπόρος αρχιτέκτονας της ιστορικής καμπής της ανθρωπότητας από την κοινοκτημοσύνη στον «πολιτισμό της ατομικής ιδιοκτησίας» θεωρείται, σύμφωνα με τον Πλούταρχο[2] και άλλες ιστορικές πηγές,[3] ο Θησέας,[4] ο οποίος απελευθέρωσε την Αθήνα, που ήταν «φόρου υποτελής» στην Κρήτη, γύρω στο 1000 π.χ., γεγονός που αποδόθηκε συμβολικά με το μύθο του Θησέα που σκότωσε τον Μινώταυρο.[5] Για την ενίσχυση της άμυνας και την αποτροπή κάποιας νέας υποδούλωσης, ο Θησέας κατάφερε να συνενώσει τα μικρά γένη και τις πολλές μικρές πόλεις της Αττικής «στας Αθήνας», σε μια ενιαία κοινωνία, η οποία στην πορεία μετεξελίχθηκε στην ενιαία Αθηναϊκή Δημοκρατική Πολιτεία. Αυτή η κίνηση ενοποίησης των γενών σε ενιαία κοινωνία ταξικής διαστρωμάτωσης εκφράστηκε ως κεντρική εξουσία που θεωρήθηκε αναγκαία για την ίδια την επιβίωση των γενών που κατοικούσαν στο λεκανοπέδιο της Αττικής και ήταν εκτεθειμένα σε διαρκείς εχθρικές επιθέσεις άλλων γενών από διάφορες κοντινές και μακρινές περιοχές. Η νέα δυναμική κοινωνική αναδιάταξη προκάλεσε τη σταδιακή διάλυση του συστήματος των γενών και είχε ως επακόλουθο τη σταδιακή υποχώρηση του εθιμικού δικαίου της κοινοκτημοσύνης και την αντικατάστασή του από νέους πολιτικούς νομικούς θεσμούς. Έτσι, οι σχέσεις ιδιοκτησίας πάνω στη γη μετεξελίσσονται από κοινοκτησία του γένους σε κρατική ιδιοκτησία στην αρχαία Σπάρτη και σε ένα είδος δημοτικής ιδιοκτησίας στην αρχαία Αθήνα. Όσο όμως η κεντρική εξουσία απομακρυνόταν από την κοινωνία, ως ξεχωριστό και επικυρίαρχο όργανο που νομοθετούσε και συγκροτούσε όργανα επιβολής και καταστολής, τόσο έκανε την εμφάνισή της η τάση για το βίαιο κομμάτιασμα της κοινόκτητης γης σε αμφισβητούμενες ατομικές ιδιοκτησίες.
Αυτή η διαδικασία ολοκληρώθηκε και έκλεισε με τη νομοθεσία του Σόλωνα που καθιέρωσε την de jure ατομική ιδιοκτησία κάπου στις αρχές του 6ου αιώνα της παλιάς χρονολογίας, όταν οι νέοι εξουσιαστές, οι αριστοκράτες-δουλοκτήτες, άρχισαν να κατατέμνουν την κοινή γη των υπό διάλυση γενών της Αττικής σε de facto ατομικές ιδιοκτησίες. Το γεγονός όμως ότι η κατάτμηση της γης σε ατομικές ιδιοκτησίες προκάλεσε μεγάλες κοινωνικές αναταραχές και αιματηρές συγκρούσεις, γιατί η κοινωνική πλειονότητα κατανοούσε ότι αυτή η εξέλιξη την περιθωριοποιούσε και την οδηγούσε στη σκλαβιά και στην εξαθλίωση, δείχνει ότι υπήρχε και άλλη εναλλακτική λύση, αυτή της από κοινού καλλιέργειας και χρήσης της γης, όμως αυτή η λύση προϋπέθετε κατάργηση των ήδη διαμορφωμένων κοινωνικών τάξεων. Ατυχώς, όμως, για την ανθρωπότητα, κι αυτό γιατί δεν νομοθετούσε πια η εργαζόμενη κοινωνία της αυτοδιεύθυνσης και της ισοκατανομής, αλλά η άρχουσα τάξη της ανισοκατανομής, μέλος της οποίας ήταν και ο Σόλωνας,[6] με τα μέχρι σήμερα γνωστά αποτελέσματα της νομοθεσίας του, μιας νομοθεσίας που μετέτρεψε το έδαφος σε αντικείμενο αγοραπωλησίας, αισχροκέρδειας και κερδοσκοπίας. Το γεγονός ότι η ιστορία γράφτηκε, όπως γράφτηκε, δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε να έχει, ή και ότι δεν μπορεί να, γραφτεί και διαφορετικά, γιατί η ιστορία δεν γράφεται καθ’ υπαγόρευση φυσικών νόμων, αλλά ως συνισταμένη κοινωνικών νόμων, όπως αυτοί διαμορφώνονται στα πεδία σύγκρουσης των κοινωνικών δυνάμεων, από τα οποία κάποιοι εξέρχονται ως νικητές και κάποιοι άλλοι ως ηττημένοι, γεγονός που μπορεί να οφείλεται και σε απρόβλεπτους, τυχαίους και τεχνικούς λόγους.
Γεγονός όμως είναι και παραμένει ότι για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία η ατομική ιδιοκτησία, επιβάλλεται με την «κοινωνική επανάσταση του Σόλωνα που εγκαινίασε επέμβαση στην ιδιοκτησία»[7] με την καθιέρωση του κληρονομικού δικαιώματος[8] στην αρχαία Αθήνα.[9] Πρόκειται για τη γνωστή ως Σεισάχθεια (592-591 π.χ.), η οποία στην πραγματικότητα λειτούργησε ως «Παγίδα του Σόλωνα», γιατί στην πράξη συντελέστηκε σε πολιτικό-εξουσιαστικό αυθαίρετο θεσμικό επίπεδο η καθιέρωση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στη γη, σε βάρος της κοινής γαιοκτησίας. Με τους Νόμους του Σόλωνα η αθηναϊκή αριστοκρατία καταργούσε το εθιμικό δίκαιο της κοινοκτημοσύνης, επικύρωνε, στα πλαίσια της Σεισάχθειας, την ατομική ιδιοκτησία[10] πάνω στη γη και αποκτούσε ένα σταθερό και μόνιμο οικονομικό υπόβαθρο της πολιτικής της εξουσίας. Η επιπόλαιη θεώρηση της σολώνειας νομοθεσίας στέκεται μονάχα στην υποτιθέμενη θετική πλευρά της και αναδείχνει μόνο το γεγονός πως κάποιοι δούλοι εξαιτίας χρεών απελευθερώθηκαν, αλλά αγνοεί πεισματικά τη σκοτεινή πλευρά της, ότι οι προσωρινά απελευθερωμένοι σκλάβοι ξανάγιναν πολύ γρήγορα σκλάβοι των νέων ιδιοκτητών και το γεγονός ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας θεσπίστηκαν νόμοι που καταργούσαν το κοινό συμφέρον χάριν του ιδιωτικού, πράγμα που έμελλε να αποτελέσει τη βάση για όλες τις επόμενες δουλείες που κόστισαν ωκεανούς αίματος και κοστίζουν, και ποιος ξέρει για πόσο ακόμα αν συνεχίσουμε να μη διδασκόμαστε από τη λογική της ιστορίας και του κοινού συμφέροντος.
Φως σ’ αυτή τη σκοτεινή πλευρά της σολώνειας νομοθεσίας ρίχνει με μια φωτεινή αχτίδα ο Ερνέστος Κούρτιος, γράφοντας: «Ο Σόλων αναλαβών τούτον τον αγώνα υπεστηρίχθη μεγάλως υπό δύο τινών, τούτον μεν υπό της προς αυτόν ευνοίας των συμπολιτών, ων τους νοημονεστέρους είχεν πείσει ότι μόνον δι’ εγκαίρων θυσιών θα ηδύναντο να σώσουν το εν τη πολιτεία αξίωμα αυτών, τούτο δε υπό των φυσικών χαρισμάτων του αττικού κλίματος και του εδάφους».[11] Αυτή η ευφυής διατύπωση δεν αφήνει περιθώρια για αφελείς ερμηνείες αναφορικά με το ποιους ευνόησε και ποιους τελικά ήθελε να ευνοήσει ο Σόλωνας με την περίφημη Σεισάχθειά του, την οποία επιζητούν ακόμα και σήμερα σύγχρονοι δούλοι και δουλόφρονες επαγγελματίες συνδικαλιστές, εξουσιαστικά κόμματα, βολεμένοι ακαδημαϊκοί και καλοπληρωμένοι κονδυλοφόροι, αντί να ζητήσουν την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και της ταξικής εξουσίας των εξ αυτής πλουτισάντων σε βάρος της εργαζόμενης κοινωνίας.
Έκτοτε, «όλες οι επαναστάσεις που έγιναν είναι επαναστάσεις για την υπεράσπιση ενός είδους ιδιοκτησίας ενάντια σε ένα άλλο είδος ιδιοκτησίας. Δεν μπορούν να υπερασπίσουν το ένα σύστημα χωρίς να παραβιάσουν το άλλο. […] Όλες οι πολιτικές λεγόμενες επαναστάσεις έγιναν για την προστασία ενός είδους ιδιοκτησίας που πραγματοποιήθηκε με την κατάσχεση (που λέγεται και κλοπή) ενός άλλου είδους ιδιοκτησίας. Και αυτό είναι τόσο αληθινό που επί 2.500 χρόνια η ατομική ιδιοκτησία μπόρεσε να διατηρηθεί μονάχα με την παραβίαση της κοινής ιδιοκτησίας».[12] Ο Σόλωνας φαίνεται να πίστευε ότι με τη συμψηφιστική κατάργηση των νόμων του Δράκοντα, που μετέτρεπαν ελεύθερους ανθρώπους σε δούλους λόγω χρεών, θα εξασφάλιζε σχέσεις κοινωνικής ειρήνης[13] στην Αθηναϊκή Δημοκρατία, στην οποία η ιδιότητα του πολίτη ταυτίστηκε πια με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη γης.[14] Η ιστορική εμπειρία δείχνει πως οι νόμοι του Σόλωνα, που επιδίωξαν «μια δίκαιη ανισότητα», εξασφάλισαν πράγματι κάποια πρόσκαιρη εσωτερική κοινωνική ειρήνη, που επέτρεψε την εμφάνιση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, με αποκορύφωμα τον χρυσό αιώνα του Περικλή.
Ένα οξύμωρο, άδικο και αντιφατικό στη σύλληψή του σχήμα που περιείχε στον πυρήνα του την ανισότητα ήταν επόμενο στην εφαρμογή του να οδηγήσει στην αύξηση της ανισότητας, σε βαθμό που να την καταστήσει ακραία άδικη ανισότητα σε βάρος της δικαιοσύνης και της κοινωνικής συνοχής. Αυτός είναι και ο λόγος που αυτό το σύστημα της λεγόμενης «δίκαιης ανισότητας» κράτησε μέχρις ότου οι νέοι «σολώνειοι» μεγαλογαιοκτήμονες να αποκτήσουν μεγάλο πλούτο, ατομική και ταξική εξουσιαστική συνείδηση, κοινωνική και στρατιωτική δύναμη, πράγμα που επανειλημμένα απείλησε την Αθηναϊκή Δημοκρατία, η οποία επιβίωσε χάρη στις τολμηρές δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη,[15] του Εφιάλτη[16] και του Περικλή[17] και απέδειξε ότι η αμεσοδημοκρατική Πολιτεία μπορεί να πλησιάσει και να δικαιώσει το διαχρονικό όραμα της ανθρωπότητας για κοινωνική ισότητα, ελευθερία και πολιτισμό. Όμως αυτό το όραμα σ’ εκείνες τις ανώριμες και αντιφατικές συνθήκες ξεπερνούσε, ως αναλαμπή και μήνυμα, την εποχή του, οπότε η τυραννία νίκησε τη Δημοκρατία και από τότε η εκάστοτε κυρίαρχη τάξη-μειονότητα των ατομικών ιδιοκτητών μετασχηματίζει τη μορφή της ατομικής ιδιοκτησίας και συνεπώς και της κοινωνίας, χωρίς να αλλάζει την ουσία της δουλείας της πλειονότητας των ανθρώπων.

Έτσι απλά, με τη στρατιωτική βία των όπλων αρχικά και την πολιτική βία των νόμων των εξουσιαστών στη συνέχεια, εμφανίστηκε η ατομική ιδιοκτησία σε βάρος της κοινής-κοινωνικής ιδιοκτησίας, κι αυτό όχι γιατί το επέβαλε η Φύση ή το προκάλεσε η ανθρώπινη φύση, όπως κάποιοι ισχυρίζονται, αλλά γιατί κάποιοι ελάχιστοι ήθελαν να είναι πιο ίσοι από τους άλλους. Αυτή η πραγματικότητα δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, γιατί είναι ιστορικά βεβαιωμένο το γεγονός ότι η μόνη μορφή «ιδιοκτησίας» μέχρι τη «Σεισάχθεια του Σόλωνα» (592 π.χ.) ήταν η συλλογική χρήση της γης, η οποία ανήκε στην κοινότητα και εκχωρούνταν για καλλιέργεια στο γένος ή στην πατριά, στη μεγάλη οικογένεια, και μάλιστα για ορισμένο χρόνο, με την πάροδο του οποίου η πατριά μετακινούνταν σε άλλο κομμάτι γης για να κατοικήσει και να καλλιεργήσει, τόσο για λόγους ίσης μεταχείρισης όσο και για να μη δημιουργηθεί μόνιμη σχέση μεταξύ συγκεκριμένων οικογενειών με συγκεκριμένα χωράφια. Μέχρι τότε, η γη δεν ήταν αντικείμενο αγοραπωλησίας, γιατί δεν ανήκε σε κανέναν ατομικά ή συλλογικά και η οικειοποίησή της επέτρεπε μόνο την καλλιέργεια ή τη χρήση της για τους κοινούς σκοπούς της κοινότητας που, ωστόσο, δεν ήταν δικαίωμα πώλησης.
Με τη «Σεισάχθεια», που καθιέρωσε το ατομικό δικαίωμα της απόλυτης ιδιωτικής εξουσίας πάνω σε τμήμα τής μέχρι τότε κοινόκτητης γης, καταλύεται με νόμο της εξουσίας, για πρώτη φορά στη μέχρι τότε ιστορία της ανθρωπότητας, η ενότητα της κοινωνίας με τη Φύση, ιδιαίτερα με το έδαφος, και αναγνωρίζεται η υπεροχή του ιδιωτικού έναντι του δημόσιου χώρου και συμφέροντος. Πρόκειται για την αλαζονεία της εξουσίας που εγγίζει τα όρια της ύβρεως του φθαρτού και θνητού δημιουργήματος της Φύσης ενάντια στην άφθαρτη και αθάνατη δημιουργό του. Η ιδιοκτησία και συνεπώς η αγοραπωλησία της γης ήταν αδιανόητη για ολόκληρη την προϊστορική και αρχαϊκή ανθρωπότητα, κι αυτό γιατί η γη, όπως ο αέρας, το νερό, ο ήλιος, η Φύση γενικά, ήταν ελεύθερα-κοινά αγαθά.
Η νομοθεσία του Σόλωνα ανέτρεψε την ασφάλεια που πρόσφερε στο κοινωνικό σύνολο η κοινοκτημοσύνη και άνοιξε το δρόμο του ανταγωνισμού για την απόκτηση πλούτου και εξουσίας που στηρίχτηκε στην ατομική ιδιωτικοποίηση της γης, η οποία βέβαια κάπως ατόνησε κατά τη διάρκεια της Άμεσης Αθηναϊκής Δημοκρατίας, αλλά μετά την ανατροπή της άνοιξε ένας οξύτατος δημόσιος διάλογος μεταξύ του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Ο Πλάτωνας, αν και ο ίδιος αριστοκράτης και μεγαλογαιοκτήμονας, υποστήριζε την κοινοκτημοσύνη ως προϋπόθεση της «Ιδανικής Πολιτείας».[18] Αντίθετα, ο μοναρχικός Αριστοτέλης[19] ήταν υπέρμαχος της ατομικής ιδιοκτησίας ως προϋπόθεση της Άριστης Πολιτείας. Έλεγε: «Δεν χρειάζεται η κοινοκτημοσύνη, για την οποία μίλησαν ορισμένοι», εννοώντας κύρια τους λεγόμενους προσωκρατικούς φιλοσόφους, αλλά και το δάσκαλό του τον Πλάτωνα, και προτείνει «την ατομική ιδιοκτησία ως κάτι συμβατό με την ανθρώπινη φύση».[20] Την οποία βέβαια «ανθρώπινη φύση» ο ίδιος δεν θεωρούσε δεδομένη και αναλλοίωτη, αλλά κοινωνικά επίκτητη και προϊόν της συνήθειας.[21] Η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρξε και δεν υπάρχει ποτέ και πουθενά μία δεδομένη, σταθερή και αμετάβλητη, καλή ή κακή, ανθρώπινη φύση, αλλά ολόκληρη σειρά από ανθρώπινες φύσεις. «Αυτό συμβαίνει γιατί η λεγόμενη ανθρώπινη φύση είναι ιστορική. Κάθε κοινωνία κατασκευάζει τη δικιά της»,[22] οπότε το πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης είναι πρόβλημα καλής ή κακής κοινωνίας, δηλαδή καλής ή κακής εξουσίας, αυτοπροσδιοριζόμενης-αυτεξούσιας κοινωνίας χωρίς ανεξάρτητη εξουσία ή  ετεροπροσδιοριζόμενης κοινωνίας από εξουσία Φόβου, καταπίεσης και αλλοτρίωσης.[23]
Αυτές οι αναφορές στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη είναι ενδεικτικές για τον παραλογισμό της ατομικής ιδιοκτησίας, για τη μεγάλη πληγή που άνοιξε η βίαιη καθιέρωσή της και για τις τραγικές συνέπειες που θα έχει στη μετέπειτα πορεία της ανθρωπότητας, η οποία θα περιδινείται γύρω από ατέλειωτες αιματηρές διαμάχες για την επέκταση του ζωτικού χώρου των κατεχόντων, με σκοπό την αύξηση της ιδιοκτησίας και του πλούτου των λίγων εξουσιαστών, την κατάκτηση ξένων χωρών και την υποδούλωση ολόκληρων λαών.
Εκατόν πενήντα χρόνια μετά τον Σόλωνα, οι Ρωμαίοι αντιγράφουν τις «μεταρρυθμίσεις» του και «με το νόμο της Δωδεκαδέλτου που για πρώτη φορά δημοσιεύτηκε το 449 π.Χ. περιέχει τους κανόνες της κληρονομίας, όπως τότε καθιερώθηκαν. Η ιδιοκτησία περνούσε για πρώτη φορά στα παιδιά».[24] Στις συνθήκες του ρωμαϊκού δουλοκτητικού τρόπου παραγωγής και διανομής του κοινωνικού πλούτου, η ατομική ιδιοκτησία έφτασε στα όρια του απόλυτου δικαιώματος όταν η γη περιήλθε στο λεγόμενο dominium, «το υπέρτατο δικαίωμα, το δικαίωμα που δεν είχε άλλο δικαίωμα πιο πάνω από αυτό, το δικαίωμα το οποίο νομιμοποίησε τα άλλα, ενώ το ίδιο δεν είχε ανάγκη νομιμοποίησης»,[25] γιατί ακριβώς το ιδιωτικό dominium πάνω στη γη είχε αποκτηθεί παράνομα και με τη βία. «Ο όρος dominium, δηλαδή η κυριότητα, θεωρείται ότι αποτελεί κατάλοιπο αυτής της συλλογικής ιδιοκτησίας της οικογένειας (domus = οίκος, οικογένεια), που κατέληξε να εννοεί την ιδιοκτησία του αρχηγού του οίκου (dominus). […] Η έννοια της κυριότητας αποσαφηνίζεται πλήρως, ως ιδιωτικό δικαίωμα που παρέχει πλήρη, άμεση και απόλυτη εξουσία επί του πράγματος, καλούμενη dominium ex iure Quiritium».[26]
Η άσκηση τοκογλυφίας από την πλευρά των πατρίκιων μεγαλογαιοκτητών προκάλεσε τη γρήγορη και βίαιη απαλλοτρίωση των μικροϊδιοκτητών, που ευνοήθηκε και από τους αλλεπάλληλους τοπικούς εμφύλιους πολέμους και τις εξεγέρσεις ενάντια στην κεντρική αυτοκρατορική εξουσία. Αυτή η διαδικασία αναγκαστικής απαλλοτρίωσης προκάλεσε υπερσυγκέντρωση της ατομικής ιδιοκτησίας και οδήγησε στο σχηματισμό όλο και μεγαλύτερων γαιοκτησιών. Οι μεγάλες γαιοκτησίες, τα λατιφούντια, όμως, για να μπορέσουν να αποφέρουν πλούτο στους ιδιοκτήτες τους, έπρεπε να δώσουν μεγάλες ποσότητες προϊόντων για την αγορά, αλλά γι’ αυτό χρειάζονταν καλλιεργητές με κίνητρα και όχι δούλους, πράγμα που αποτέλεσε και την αιτία της κατάρρευσης της δουλοκτητικής κοινωνίας και το σταδιακό πέρασμα στον φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής, στη βάση της ημιδουλείας των δουλοπάροικων.
Η διαδικασία μετάβασης συνοδεύτηκε από μεγάλες και διαρκείς κοινωνικές εντάσεις, εξαιτίας της προλεταριοποίησης των πληβείων μικροϊδιοκτητών, που ανάγκασαν τη Ρώμη να εκδώσει το 367 π.χ. τον «αγροτικό νόμο περί μεγίστων ορίων ιδιοκτησίας», που καθιέρωνε πως «κανένας Ρωμαίος πολίτης δεν έχει το δικαίωμα να κατέχει περισσότερα από 500 juggera [περίπου 600 στρέμματα] από την ιδιοκτησία του κράτους (ager publicus[27] και παράλληλα προέβλεπε τη διανομή κρατικής γης σε φτωχούς καλλιεργητές, χωρίς ωστόσο αυτή η μεταρρύθμιση να τύχει ποτέ ευρείας εφαρμογής,[28] με αποτέλεσμα τις αλλεπάλληλες αγροτικές εξεγέρσεις που καταστέλλονταν βίαια, ή αναστέλλονταν με υποσχέσεις για αγροτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες όμως δεν γίνονταν ποτέ, αλλά κι αν γίνονταν, εφαρμόζονταν σε πολύ μικρή κλίμακα και για σύντομο διάστημα.[29] Κάτω από τέτοιες συνθήκες γινόταν όλο και περισσότερο φανερό πως η παλιά τάξη πραγμάτων καταρρέει, αλλά και η νέα τάξη πραγμάτων, για να κυριαρχήσει, έπρεπε στη θέση της παλιάς δουλείας να βάλει μια νέα, πιο αποτελεσματική, μορφή δουλείας για τους απελεύθερους δούλους που έγιναν δουλοπάροικοι. Αυτή η νέα μορφή δουλείας δεν έπρεπε να στηρίζεται στον άδικο νόμο και στην ωμή και φανερή βία, αλλά στην «πίστη» και στην εθελοδουλεία, πράγμα που οι εξουσιαστικοί κύκλοι το πέτυχαν σε συνεργασία με τα διάφορα σκοταδιστικά ιερατεία και τις οργανωμένες και κρατικά αναγνωρισμένες θρησκείες, όπως λ.χ. ο ιουδαιοχριστιανισμός της Ρώμης, που έκτοτε λειτουργούν ως ιδεολογικά στηρίγματα και συνέταιροι της εκάστοτε εξουσίας.


*
Από την εμφάνιση της ατομικής ιδιοκτησίας μέχρι την εμφάνιση του καπιταλισμού μεσολάβησαν περίπου δυό χιλιάδες χρόνια μεταμορφώσεων και περιπετειών της ατομικής ιδιοκτησίας που καθόρισαν την πορεία και τις περιπέτειες και συνεχίζουν να καθορίζουν, όσο ακόμα θα υπάρχει ατομική ιδιοκτησία, την πορεία προς το σκοτεινό μέλλον της ανθρωπότητας ολόκληρης.


[1] Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017, σελ. 140-152.
[2] Πλουτάρχου, Βίοι Παράλληλοι, Τυπογρ. Α. Κορομηλά και Π. Μαντζαράκη, Αθήνα 1838.
[3] Lewis Henry Morgan, Η αρχαία κοινωνία, σελ. 265 κ.επ. Βλ. επίσης, Φρίντριχ Ένγκελς, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, σελ 118 κ.επ., καθώς και Χρήστος Γ. Ρήγας, Η Δημοκρατία του Εφιάλτη. Η εξουσία των πολιτών, Έλευσις, Αθήνα 2008, 2η έκδοση, σελ. 18 κ.επ.
[4] «Ως εισηγητής δε της ευεργετικής ταύτης συνενώσεως της χώρας ετιμήθη ο Θησεύς. Δι’ αυτού δε άρχεται η πλήρης ζωή της τρίτης περιόδου της αττικής ιστορίας, ην δυνάμεθα να καλέσωμεν ιωνικήν, επειδή από της φυλής των Ιώνων προήλθεν πάσα πρόοδος και επί τα πρόσω ανάπτυξης του πολιτικού βίου εν Αττική. Διά της εις μίαν πόλιν συγκεντρώσεως του πολιτικού βίου συνετελέσθη εν Αττική πρόοδος, εις ην ουδείς κλάδος της ιωνικής φυλής εν ουδεμία άλλη χώρα προέβη μετά τοιαύτης επιτυχίας. Τότε δε μόνο ότε μετά την ειρήνευσιν της χώρας συνεζεύχθησαν εις εν όλον τα διαφόρου προελεύσεως γένη περί πρωτεύουσαν πόλιν εις ην συνεισέρρεον πάσαι αι ζωτικαί δυνάμεις, τότε μόνον ήρχισεν η αττική ιστορία, εγεννήθη λαός αττικός», Ερνέστος Κούρτιος (Ernst Curtius), Ελληνική Ιστορία, Τύποις Δ. Σακελλαρίου, Αθήνα 1898, τόμος 1, σελ. 446 (υπογράμμιση Κ.Λ.).
[5] Τώρα γιατί γεγονότα με ιστορικές μαρτυρίες θεωρούνται ακόμα μύθοι, ενώ άλλα κατά χιλιάδες χρόνια αρχαιότερα θεωρούνται ιστορικά γεγονότα, αυτό μόνο με τη λογική εκείνων που γράφουν, ξαναγράφουν, παραγράφουν, πλαστογραφούν και υπογράφουν την ιστορία της ανθρωπότητας μπορεί να γίνει κατανοητό, μέχρι να εκλείψουν οι λόγοι τής «κατά παραγγελίαν», των εκάστοτε νικητών, ιστοριογραφίας.
[6] Ο Σόλωνας ήταν ο ίδιος πλούσιος αριστοκράτης και συνεπώς εκφραστής του φόβου της τάξης των δυνατών, που «κλέβουν αριστερά και δεξιά χωρίς σεβασμό σε ιερά ή δημόσια κτήματα», κι αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός πως οι διαμαρτυρίες και οι εξεγέρσεις των μικροκαλλιεργητών, των θυτών και των δούλων θα μπορούσαν να ανατρέψουν την αριστοκρατική τάξη πραγμάτων, μας επιτρέπει μια διαφορετική, από την παραδοσιακή, ανάγνωση της σκοπιμότητας της νομοθεσίας του Σόλωνα, ως «νομοθετική παγίδα» υπέρ των πλουσίων και όχι υπέρ των φτωχών, με την οποία από τότε οι πλούσιοι δανείζουν τους φτωχούς και κάθε φορά που το σύστημα μπουκώνει (οικονομική κρίση το λένε) και η αριστοκρατική τάξη απειλείται, τότε κάποιος βασιλιάς, κάποιος δικτάτορας, ή κάποιος «καλός δανειστής χαρίζει (το λένε και «κούρεμα») τα χρέη», όχι από αγάπη για τους φτωχούς, αλλά για να ξαναπάρει μπροστά το σύστημα της εκμετάλλευσης. Αυτός ήταν βασικά και ο λόγος που ο Σόλωνας ανέλαβε να «συμβιβάσει τους άπληστους δυνατούς, που συνειδητοποίησαν ότι η εξαθλίωση των πολιτών υπονομεύει και την ίδια τους την ύπαρξη, με τους υποδουλωμένους σε αυτούς από τα χρέη συμπολίτες του, προκειμένου να αποφευχθεί η πολιτική ανατροπή. Έτσι οι άπληστοι και δυνατοί αποδέχτηκαν, μεταξύ άλλων, να κάνουν και οικονομικές παραχωρήσεις, αποδεχόμενοι τη ρύθμιση της “σεισάχθειας”, για παραγραφή των χρεών των υποδουλωμένων σε αυτούς συμπολιτών τους και την κατάργηση της πρακτικής της υποθήκης “επί σώμασι”, δηλαδή υποθήκης της φυσικής και πολιτικής ελευθερίας των πολιτών για τη λήψη του χρηματικού δανείου», με αντάλλαγμα την κατάργηση της κοινοκτησίας και την για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία τόσο κατηγορηματικά κατοχυρωμένη θέσπιση του δικαιώματος κληροδότησης της βίαια αποσπασμένης ατομικής ιδιοκτησίας από την κοινόκτητη γη στον πρωτότοκο γιο του εκάστοτε αρχηγού της οικογένειας, η οποία μέχρι τότε καλλιεργούσε εναλλακτικά διάφορα κομμάτια της κοινόκτητης γης. Βλ. σχετικά και το σχόλιο της Πολυβίας Παραρά, «Μαθήματα Δημοκρατίας από τον Σόλωνα», εφημερίδα Καθημερινή, 20.9.2011.
[7] Φρίντριχ Ένγκελς, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, σελ. 125.
[8] «Ο νόμος του Σόλωνα για τις διαθήκες τού έδωσε μεγάλη φήμη. Μέχρι τότε δεν επιτρεπόταν να διαθέτει όποιος πέθαινε την περιουσία του σε άλλον, παρά μόνο στους συγγενείς του. Αυτός όμως επέτρεψε να παραχωρεί ο κάθε πολίτης την περιουσία του σε όποιον ήθελε», Ελευθέριος Διαμαντάρας, «Σόλων ο Αθηναίος. Ιστορία, νομοθεσία, κοινωνική δικαιοσύνη, πολίτευμα των Αθηνών», στο http://diamantarasel.blogspot.gr/2008/12/blog-post_6563.html
[9] Το ίδιο περίπου συνέβαινε και στην αρχαία Σπάρτη, όπου η «άρχουσα τάξη των “ομοίων” φέρεται να είχε μοιράσει στα μέλη της την αρχικά κοινόκτητη γη σε ίσα μερίδια, αλλά από ό,τι φαίνεται από μεταγενέστερες αναφορές αυτή η ισότητα στον καταμερισμό της γης ίσχυε μόνο τυπικά, μιας και η γη συγκεντρώθηκε με τον καιρό, μέσω κληρονομιών και προικών, σε λίγους πολίτες επιφέροντας οικονομική ανισότητα και μεταξύ των ομοίων», Βλ. σχετικά, Claude Mossé και Annie Schnapp-Gourbeillon, Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, 2000-31 π.Χ., Παπαδήμας, Αθήνα 2002, σελ. 380.
[10] «Από τους σπουδαιότερους αστικούς νόμους του Σόλωνα είναι εκείνοι που κανόνιζαν το κληρονομικό και οικογενειακό δίκαιο, καθώς και το εμπράγματο. […] Έτσι επικύρωνε την ατομική ιδιοκτησία και ευκόλυνε το κομμάτιασμα των χωραφιών και των αμπελιών, που ως τότε αποτελούσαν ιδιοκτησία του γένους», Γιάννης Κορδάτος, Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας, τόμος 2: 2500-500 π.Χ., Εκδόσεις 20ός αιώνας, Αθήνα 1956, σελ. 395.
[11] Ερνέστος Κούρτιος, Ελληνική Ιστορία, σελ. 488 (υπογράμμιση Κ.Λ.)
[12] Φρίντριχ Ένγκελς, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, σελ. 125.
[13] «Ο Σόλων, διαβλέποντας τις πληγές και το έκρυθμο της κοινωνίας, κατάφερε να παρέμβει εξομαλύνοντας –κατά το δυνατό βέβαια– τις κοινωνικές αντιπαλότητες, που δε θα μπορούσαν παρά να έχουν ταξικό περιεχόμενο. Από τη μια οι αριστοκράτες γαιοκτήμονες, οι κυρίαρχοι του οικονομικού παιχνιδιού, κι από την άλλοι οι εκτήμοροι, οι φτωχοί ακτήμονες χωρίς ιδιοκτησία που νοίκιαζαν τη γη από τους γαιοκτήμονες δίνοντας το ένα έκτο της ετήσιας σοδειάς τους, αποτελούσαν τα αγεφύρωτα οικονομικά άκρα βάζοντας σε κίνδυνο αυτό που ονομάζουμε ομαλότητα, αφού η ολοφάνερη κοινωνική αναταραχή δεν μπορούσε παρά να είναι τα προεόρτια της εξέγερσης. Όμως το πραγματικό μπαρούτι που θα μπορούσε να τα τινάξει όλα στον αέρα ήταν οι δούλοι που έχασαν την ελευθερία τους λόγω χρεών τα οποία δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν στους πλούσιους γαιοκτήμονες δανειστές τους. Η δυνατότητα δανεισμού με εγγύηση την προσωπική ελευθερία, που ίσχυε ως εκείνη την εποχή, μετέτρεπε πρώην ελεύθερους σε δούλους δημιουργώντας κοινωνική ανισότητα –και οργή– χωρίς προηγούμενο. Μπροστά σ’ αυτή την εύφλεκτη κατάσταση ο Σόλων κατάφερε να πείσει τους αριστοκράτες να αποδεχτούν τις ριζοσπαστικές του τομές προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα. […] Προκειμένου λοιπόν να πείσει τους αριστοκράτες να τα δεχτούν δε θα μπορούσε παρά να προβεί και στα απαραίτητα ανταλλάγματα. Πέρα από το μεγάλο δέλεαρ της κοινωνικής ομαλότητας που θα απέκλειε την περίπτωση της κοινωνικής εξέγερσης –φαινόμενο άκρως επικίνδυνο γι’ αυτούς που κατέχουν την οικονομική ισχύ– και αποφεύγοντας τον αναδασμό της γης που απαιτούσαν οι πιο ριζοσπαστικές ομάδες, όρισε ως κύριο παράγοντα για τη συμμετοχή στη διακυβέρνηση την ατομική περιουσία του καθενός, αποκλείοντας μ’ αυτό τον τρόπο τους φτωχούς από την εξουσία», Θανάσης Μπαντές, «Ο Αριστοτέλης και η νομοθεσία του Σόλωνα», στο http://eranistis.net/wordpress/2015/01/17/
[14] «Καθοριστικό κριτήριο για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη ήταν η κατοχή γης και ακινήτων. Η έγγεια ιδιοκτησία ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ελεύθερων πολιτών, άμεσα συνδεδεμένο με την ιδιότητα του πολίτη», Ανδρέας Μήλιος, Νίκος Μπιργάλιας, Ελένη Παπαευθυμίου, Αγγελική Πετροπούλου, Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα I: Από την αρχαιότητα έως και τα μεταβυζαντινά χρόνια, τόμος 1: Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην αρχαία Ελλάδα, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 2002, σελ. 61.
[15] Ο Κλεισθένης (565-492 π.χ.) υπήρξε Αθηναίος πολιτικός του 6ου αι. π.χ. Το 508-507 έθεσε τις βάσεις για τη δημοκρατική μεταρρύθμιση της Αθήνας. Χώρισε την Αττική σε τρεις περιοχές: στο άστυ (που περιελάμβανε την Αθήνα, τον Πειραιά και το Φάληρο), στα παράλια και στα Μεσόγεια, και τον πληθυσμό σε 10 φυλές, με τρόπο ώστε σε κάθε φυλή να ανήκουν πολίτες και από τις τρεις περιοχές. Η σημαντικότερη όμως μεταρρύθμιση ήταν ότι με τη νέα ενοποιητική κοινωνική δομή μετακίνησε όλη την εξουσία στην Εκκλησία του Δήμου, όπου συμμετείχαν όλοι οι πολίτες και από κοινού έπαιρναν όλες τις αποφάσεις.
[16] Βλ. αναλυτικά, Χρήστος Γ. Ρήγας, Η Δημοκρατία του Εφιάλτη. Η εξουσία των πολιτών.
[17] Ο Περικλής (495-429 π.χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός του 5ου αιώνα π.χ., γνωστού και ως «Χρυσού Αιώνα». Υπήρξε προστάτης των τεχνών, της λογοτεχνίας, των επιστημών, της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου, αξίες που αποτέλεσαν τις βάσεις του Δυτικού Πολιτισμού. Βλ. σχετικά: Ντόναλντ Κέιγκαν, Περικλής ο Αθηναίος και η γέννηση της δημοκρατίας, Ωκεανίδα, Αθήνα 2005.
[18] «Σε μια Πολιτεία που μέλλει να κυβερνιέται άριστα θα είναι κοινές οι κατοικίες […] και κανένας δεν πρέπει να έχει οποιαδήποτε ατομική περιουσία», Πλάτων, Πολιτεία, Δαίδαλος (Ι. Ζαχαρόπουλος), Αθήνα χ.χ., τόμος 2, Βιβλίο Η, σελ. 571. «Δεν πρέπει να έχουν ούτε ιδιαίτερες κατοικίες, ούτε χωράφια, ούτε κανένα ιδιαίτερο κτήμα, […] αφού το συμφέρον του ενός δεν είναι διαφορετικό από του άλλου. […] Τότε θα πάνε στο καλό και οι δίκες και οι καταγγελίες μεταξύ τους, αφού τίποτα κανείς ιδιαίτερο δεν θα έχει παρά το σώμα του κι όλα τα άλλα κοινά και το αποτέλεσμα θα είναι να λείψουν αναμεταξύ τους οι διχόνοιες, όσες τουλάχιστον προέρχονται από κτηματικές διαφορές», Πλάτων, ό.π., Βιβλίο Ε, σελ. 377.
[19] «Η συμπάθεια του Αριστοτέλη προς τη βασιλεία μπορεί να εξηγηθεί αν ληφθούν υπ’ όψιν ορισμένα στοιχεία από τη ζωή του. Είναι γνωστές οι σχέσεις του με τη μακεδονική αυλή: ο πατέρας του ήταν γιατρός του βασιλιά Αμύντα Γ΄, πατέρα του Φιλίππου Β΄, ο ίδιος μεγάλωσε στη μακεδονική αυλή, υπήρξε δάσκαλος του Αλεξάνδρου και προσωπικός φίλος του Αντιπάτρου, του αντιβασιλιά και αρχιστρατήγου Μακεδονίας και Ελλάδας, οριστικού ενταφιαστή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας (322 π.Χ.). Η ευνοϊκή στάση του Σταγειρίτη στο θέμα της βασιλείας πρέπει, κατά τον Διογένη τον Λαέρτιο, να του εξασφάλισε και τη γενναιόδωρη χρηματοδότηση εκ μέρους του Αλεξάνδρου και του Αντιπάτρου για την ίδρυση και τη λειτουργία του Λυκείου». Γιώργος Οικονόμου, Η Αριστοτελική Πολιτεία, Παπαζήσης, Αθήνα 2008, σ. 41-42.
[20] Αριστοτέλης, Πολιτικά, Βιβλία 2, 7 και 8, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2009, σελ.167 και 319.
[21] «Αι διανοητικαί αρεταί διδάσκονται, ενώ αι  ηθικαί γεννώνται εκ της συνηθείας. […] Επομένως ούτε εκ φύσεως ούτε παρά φύσιν γεννώνται εντός μας αι αρεταί, αλλά ναι μεν εγίναμεν εκ φύσεως επιδεκτικοί δι’ αυτάς, τελειοποιούμεθα όμως με την συνήθειαν», η οποία βέβαια είναι διαφορετική από κοινωνία σε κοινωνία. Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, Βιβλιοθήκη Φέξη, Αθήνα χ.χ. (η υπογράμμιση στο πρωτότυπο).
[22] Fredric Jameson, Πολιτική της Ουτοπίας, στο New Left Review (ελληνική έκδοση), Επιλογή από τα άρθρα των δύο τελευταίων ετών, Άγρα, Αθήνα 2006, σελ.15.
[23] «Είναι αμφίβολο αν η έννοια της “ανθρώπινης φύσης” σημαίνει πράγματι κάτι, αφού η συνείδηση, η συμπεριφορά, οι συνήθειες και αξίες των ανθρώπων παρουσιάζουν τεράστια ποικιλία και επηρεάζονται από την ιστορία και τον πολιτισμό που αναπτύσσεται σε κάθε δεδομένη κοινωνία. […] Εκείνο που πολλοί θεωρούν ως ανθρώπινη φύση είναι στην πραγματικότητα ένα σύνολο θεωρήσεων και προκαταλήψεων που απορρέουν από την κουλτούρα μιας συγκεκριμένης κοινωνίας. […] Η ιδέα ότι η ανθρώπινη φύση μένει αμετάβλητη σαν απολίθωμα, είναι απλά ένας άλλος τρόπος με τον οποίο οι υποστηρικτές του παρόντος συστήματος προσπαθούν να πείσουν ότι και η κοινωνία μένει αμετάβλητη. […] Η ανθρωπολογία και η ιστορία προσφέρουν επιχειρήματα σε όσους επιθυμούν να αλλάξουν αυτοί οι θεσμοί. Είναι ευαπόδεικτο ότι πολλά από τα εμπόδια στην αλλαγή που έχουν αποδοθεί στην ανθρώπινη φύση οφείλονται στην πραγματικότητα στην αδράνεια των θεσμών και την εκούσια επιθυμία των ισχυρών τάξεων να διατηρήσουν το υπάρχον καθεστώς», Harry Magdoff και Fred Magdoff, «Προσεγγίζοντας το σοσιαλισμό», στο John-Bellamy Foster, Σοσιαλισμός για τον 21ο αιώνα, The Monthly Review Imprint, Αθήνα 2006, σελ. 30-31.
[24] Lewis Henry Morgan, Η αρχαία κοινωνία, σελ. 539.
[25] Charles Eisenstein, Sacred Economics.
[26] Αθηνά Δημοπούλου-Πηλιούνη, Σημειώσεις Ρωμαϊκού Δικαίου. Δίκαιο των Πραγμάτων, Αθήνα 2003, σελ. 13-14.
[27] Αναφέρεται στο Καρλ Μαρξ, Προκαπιταλιστικοί οικονομικοί σχηματισμοί, σελ. 171 και 208, σημ. 24.
[28] Ιωάννης Κ. Παπαστάθης, Προστασία ατόμων με ειδικές ανάγκες, Διδακτορική Διατριβή στη Σχολή Νομικών και Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ, σελ. 26. Βλ. επίσης, Γιάννης Κατσικοβόρδος, «Αγροτικό ζήτημα και Αγροτικοί Σύλλογοι Καρδίτσας», Καρδιτσιώτικα Χρονικά, τόμος 6, 2003, σελ. 194.
[29] Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελούν οι περιπετειώδεις προσπάθειες των αδελφών Γράκχων (Τιβέριου και Γάιου) να επιβάλουν μεταξύ 134-119 π.χ. με τους γνωστούς νόμους (Lex Sempronia Ι, Lex Sempronia ΙΙ, Lex Frumentaria και Lex Judiciaria), στη Σύγκλητο των πατρικίων μια ευνοϊκή για τους φτωχούς αγροτική μεταρρύθμιση, πράγμα που και οι δυο το πλήρωσαν με τη ζωή τους.

η πιο πρόσφατη

  ΣΉΚΩ ΚΑΙ ΚΟΙΤΑ ΨΗΛΑ   Πεινάς, σκύβεις, κοιτάς και ψηλαφίζεις τη γη, κι’ αναλογίζεσαι τι μπορεί να σου δώσει, αν την αγαπήσεις και τη...